Πάβλος Χαμπίδης: Στο μπλοκάκι του φωλιάζουν ιδέες και ψίχουλα για μελλοντικές συνθέσεις

Γιάννης Τζιμούρτας
Δημοσιογράφος

Δεν μπορεί κανείς να καθορίσει ή να επιβάλλει το υλικό και το άυλο σημείο εκκίνησης ενός δημιουργού…

Ένα πλοίο στο λιμάνι είναι ασφαλές, αλλά δεν είναι αυτός ο λόγος για τον οποίο κατασκευάζονται τα πλοία.
Αυτή η σοφή κουβέντα έρχεται και ξανάρχεται στο νου μου όταν συναντώ τον Πάβλο Χαμπίδη. Την τελευταία φορά που βρεθήκαμε ήπια τρία φρέντο εσπρέσο ακούγοντας τις ταξιδιωτικές και καλλιτεχνικές του περιπέτειες.

Ο ναός των Διοσκούρων στον Ακράγαντα. Από την πρόσφατη έκθεση του Πάβλου Χαμπίδη

Ο Πάβλος από πολύ νωρίς κατάλαβε ότι δεν είναι ένα πλοίο προορισμένο να μείνει δεμένο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Καλός ο Θερμαϊκός αλλά ακόμη καλύτερος ο κόσμος όλος. Έτσι με την πρώτη ευκαιρία τράβηξε βόρεια. Και από τότε συνεχώς ταξιδεύει, αλλά έχοντας πάντα στις αποσκευές του το βαλιτσάκι με τα χρώματα, τα πινέλα, τα μολύβια και τις… εμπνεύσεις του.
Έφυγε από τη Θεσσαλονίκη το 1976 με προορισμό τη Σουηδία. Εγκαταστάθηκε Στη Λουντ όπου και σπούδασε Ιστορία της Τέχνης, Φιλοσοφία και Τεχνικές Σύγχρονης Χαρακτικής. Εκεί έκανε τις πρώτες του εκθέσεις και για κάποια χρόνια συνεργάσθηκε ως Καρτουνίστας με την καθημερινή εφημερίδα «Arbetet». Αποφασιστικής σημασίας για την καλλιτεχνική του διαμόρφωση υπήρξε η «ανακάλυψη» το 1982 του – Δυτικού τότε – Βερολίνου.
Τα επόμενα χρόνια και μέχρι το 1985  θα περνάει μεγάλα διαστήματα της ζωής του σ’ αυτή την πόλη.
Το 1985 με τη συνδρομή του Σουηδικού Ινστιτούτου εγκαθίσταται για ένα τρίμηνο στο Παρίσι και τελικά θα μείνει εκεί για τα επόμενα δέκα χρόνια – με ένα διάλειμμα μισού έτους στο Τόκυο.
Έχει ακόμη ζήσει για πέντε μήνες στη Γενεύη και επτάμισι χρόνια στις Βρυξέλλες.

Από τη σειρά των πορτρέτων του Παύλου Χαμπίδη

«Ένιωθα πάντα μια αχαλίνωτη αισιοδοξία και κάποια ιδιαίτερη συγκίνηση όταν βρισκόμουνα στην αγκαλιά της περιπλάνησης,  όταν είμαι ξένος».
Η τελευταία μας συνάντηση έγινε με αφορμή την έκθεση του στο Ιταλικό Μορφωτικό  Ινστιτούτο Αθηνών «Άνοιξη στην Κοιλάδα των Ναών του Ακράγαντα. Οι υδατογραφίες του Πάβλου Χαμπίδη».
Την άνοιξη του 2015 ο Πάβλος φιλοξενήθηκε στο Αγκριτζέντο στη Σικελία όπου δημιούργησε 95 ακουαρέλες στην «Κοιλάδα των Ναών». Οι ακουαρέλες αποτέλεσαν ένα μεγάλο λεύκωμα που κυκλοφόρησε σε συνεργασία με τις εκδόσεις «De Agostini» και παρουσιάστηκε το 2016 στην έκθεση στη Villa Aurea, στην Κοιλάδα των Ναών.

Από την έκθεση του Πάβλου Χαμπίδη «Τραγιά» στην έκθεση στη γκαλερί genesis

Τις πρώτες ακουαρέλες, τις οποίες χαρακτηρίζει πρωτόλεια, τις δημιούργησε στη Σουηδία. Αλλά η «τριβή» με την τεχνική αυτή  άνοιξε το 2004 μια μεγάλη πόρτα για τον Πάβλο Χαμπίδη, αφού του ανατέθηκε από τη «Louis Vuitton» να φιλοτεχνήσει το ταξιδιωτικό σημειωματάριο της Αθήνας (Carnet de Voyage d’Athenes) αποτελούμενο από 117 σχέδια. Η πολυτελής έκδοση διατέθηκε από 300 καταστήματα της «Louis Vuitton» σε όλο τον κόσμο.
Ακολούθησε ένα αντίστοιχο βιβλίο για τους Παξούς και τώρα ετοιμάζεται κάτι ανάλογο για την Κέρκυρα.
Όση ώρα συζητάμε το Πάβλος έχει μπροστά του ένα μπλοκάκι που πότε το ανοίγει και πότε σημειώνει κάτι, πότε το ξεφυλλίζει. Είναι μια συνήθεια που την έχει από παιδί. Από την εποχή που ως πιτσιρικάς στη Θεσσαλονίκη σκιτσάριζε σχεδόν ό,τι έβλεπε. «Έχω μια ευχέρεια στο σχέδιο και αυτό βγαίνει…».

  • Άρα τα ταξιδιωτικά σου ξεκίνησαν μέσα από το μπλοκάκι…

«Είναι μια πτυχή που άνοιξε μετά την συνεργασία μου με τη Louis Vuitton την καλλιέργησα και προχώρησα».

  • Πάβλο, ως επαρχιώτης στην Αθήνα θυμάμαι πάντα την υπέροχη έκθεση σου με τα τραγιά στη γκαλερί genesis του φίλου Γιώργου Τζάνερη. Η παρουσία τους ήταν εντυπωσιακή και στην Art Athina του καλοκαιριού.

«Από το 1986 τα ζώα, μια μικρή ομάδα ζώων με τα οποία έχω βιωματική σχέση, έρχονται συχνά σε συνθέσεις μου. Τα πορτρέτα των τράγων έγιναν μαζί».

  • Πόση ποικιλία μορφών να βγάλει κανείς!

«Κι όμως γίνεται, άμα δουλέψεις. Το καλοκαίρι του 2017 το πέρασα αναζητώντας τράγους στο Καστελόριζο, τη Μάνη και στη λίμνη του Καϊάφα. Σε εννιά μήνες ολοκλήρωσα 32 πορτρέτα τράγων».

Σχέδιο σε χαρτί Ιαπωνίας

  • Θα ήθελα να μείνουμε λίγο στην Ιαπωνική σου περιπέτεια. Οι ζωγραφιές σου σε χαρτί είναι ένα αγαπημένο μου τμήμα της δουλειά σου

Πήγα στο Τόκυο για πρώτη φορά το 1990 και έμεινα μισό χρόνο. Η εμπειρία της Ιαπωνίας ικανοποίησε την έφεσή μου –για να μην πω την ανάγκη μου – για περιπλάνηση σε πολλά επίπεδα.
Πήγα, ψυχολογικά, πολύ μακριά από την Ευρώπη και έζησα ανάμεσα σε ανθρώπους που τόσο η φυσική τους παρουσία, όσο και η γλώσσα τους, η απόλυτη σχεδόν ένταξή τους σ’ ένα κοινωνικό πλαίσιο και φυσικά οι κώδικες που απορρέουν απ’ αυτό, απέχουν παρασάγγες απ’ αυτό που βιώνει κανείς στην τόσο πολύμορφη και γοητευτική κατά τα άλλα Ευρώπη. (Ακολούθησαν άλλα δύο ταξίδια με αφορμή τις εκθέσεις που έκανα το 1991 και το 1993).

Αθηναϊκή σκηνή από τη σειρά για τη «Louis Vuitton»

Είδα και άγγιξα την καθημερινότητα αυτού του λαού, τον αισθητικό του μινιμαλισμό, απόλαυσα γεύσεις και άκουσα σεισμούς! Ανέβηκα στην κορυφή του Φούτζι, έκανα το γύρο του κρατήρα και τα χαρακτικά του Χοκουσάι, του Ουταμάρο και του Χιρόσιγκε πήραν σάρκα και οστά.
Με κολάκευσε το γεγονός ότι αρκετοί Ιάπωνες εύρισκαν στη λιτή ζωγραφική μου τα χαρακτηριστικά για την παράδοσή τους στοιχεία που ορίζουν την έννοια wabi-Sabi. Έννοια συνδεδεμένη με την παροδικότητα, τον πόνο, το ασύμμετρο, το ταπεινό και ακατέργαστο. Ίσως αυτό που αποκαλούν οι Γερμανοί wehmutigkeit, ίσως.
Μπορεί μέχρι τότε να έδινα προσοχή στην ποιότητα και την υφή του χαρτιού αλλά πλέον στη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου αυτό το στοιχείο παίρνει άλλες διαστάσεις. Μια γλύκα. Εκεί γνωρίστηκα και έκανα παρέα και με έναν ακέραιο Έλληνα καλλιτέχνη, το Χάρη Λάμπερτ.


Από τη γιαπωνέζικη περιπλάνηση του Πάβλου Χαμπίδη. Στην ανοιξιάτικη έκδοση του περιοδικού HI FASHION Tόκυο, 1990, ο Πάβλος διαφημίζει τα γυαλιά του KENZO!

  •  «Έχεις μια τελείως προσωπική άποψη στα πορτρέτα. Μου θυμίζουν κάπως τα πορτρέτα της εποχής των περιοδικών 1920 – 1950. Εποχή της χρωμολιθογραφίας της βαθυτυπίας κλπ. Έχω την εντύπωση ότι τα πορτρέτα προκύπτουν μέσα από το μπλοκάκι».

Τα πορτραίτα τα είχα ξεκινήσει ως άσκηση. Υπήρχε όμως και η αδήλωτη πρόθεση, ή φιλοδοξία αν θέλεις, ότι θα μπορούσα να  γίνω καλός και να κερδίζω χρήματα με πιο άμεσο και ευκολότερο τρόπο απ’ ότι κατάφερνα με τα υπόλοιπα έργα μου.
Στη συνέχεια βρήκα τη χαρά αυτής της δραστηριότητας. Δεν εστίαζα, τότε και τώρα, στη φωτογραφικά αναγνωρίσιμη μορφή του μοντέλου, αλλά στην απόδοση του ύφους του, του ψυχισμού του. Και σ’ αυτήν μου την ενασχόληση, όπως στην υπόλοιπη δημιουργική μου δράση, αυτό που με σώζει είναι η έκφραση!
Το πιο τακτικό μου μοντέλο υπήρξα εγώ ο ίδιος. Όχι λόγω κάποιου ναρκισσισμού αλλά για καθαρά πρακτικούς λόγους. Μου παρέχει την απόλυτη ελευθερία να ζωγραφίσω όταν και όπως θέλω! Μοντέλο μου – με απολαυστικά μάλιστα αποτελέσματα – είναι η σύζυγός μου. Οι φίλες και οι φίλοι μου. Πάντα πρόσωπα με τα οποία συνδέομαι και των οποίων την ψυχική διάθεση είμαι σε θέση να αποδώσω. Δεν θα πλήρωνα ποτέ για να έρθει και να ποζάρει ένα μοντέλο στο εργαστήριό μου. Δεν μου λέει τίποτα. Ίσως να επηρεάστηκα κι από το γεγονός ότι ως φοιτητής στη Σουηδία δούλεψα για κάποια χρόνια ως μοντέλο  και γνωρίζω πόσο «τεχνική» είναι αυτή η σχέση.
Σκιτσάρω πολύ στο μπλοκάκι που αναφέρετε. Μέσα στα Τρόλεϊ ή ταξιδεύοντας στα τραίνα και τα αεροπλάνα. Έχω μάλιστα μια σειρά σχεδίων που φιλοδοξώ να δείξω κάποτε. Θα έχει τον τίτλο: «Οι κοιμωμένοι του Χαμπίδη». Με τον τόνο στο «με» για να παραπέμπει στο Χαλεπά. Είναι άνδρες και γυναίκες που εκφράζουν τη γοητεία του Ύπνου όταν έχει κατακτήσει ένα σώμα. Κεφάλια ριγμένα αριστερά ή δεξιά, κορμιά που γέρνουν πέρα από το κέντρο βάρους του σώματος, σκαλωμένα ουσιαστικά πάνω στα καθίσματα καθώς έχουν χάσει τον μυϊκό τους τόνο. Κατά τα άλλα στο μπλοκάκι φωλιάζουν ιδέες και διάφορα ψίχουλα για μελλοντικές συνθέσεις.

Από τη σειρά «Τα Τραγιά»

  • Να συνεχίζουμε μια συζήτηση που ξεκινήσαμε το καλοκαίρι στην Art Athina; Τα πορτρέτα των τράγων και άλλα έργα συναδέλφων σου απέναντί στα εννοιολογικά, τις περφόρμανς, κάποιες εγκαταστάσεις κοκ. Θα ενδιέφερε η γνώμη ενός καλλιτέχνη που έχει ταξιδέψει σε πολλά μέρη του Κόσμου και έχει δει τέχνη σε πολλές γωνιές του πλανήτη.

«Θα σου πω χωρίς φόβο και σίγουρα με πάθος. Με την, ας πούμε, αυτοπεποίθηση κάποιου που έχει σπουδάσει Ιστορία της Τέχνης, έχει επισκεφτεί ένα μεγάλο ανά τον κόσμο αριθμό Μουσείων και εκθέσεων, είναι ο ίδιος καλλιτέχνης και έχει – κυρίως – εκθέσει τον εαυτό του στην καλλιτεχνική δημιουργία με ένα ειλικρινή και απόλυτο τρόπο.
Να πω αρχικά ότι μπορεί να είμαι ο ίδιος ζωγράφος, υποκλίνομαι όμως μπροστά σε κάθε δημιουργία ανεξάρτητα από τα εκφραστικά μέσα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί. Το αποτέλεσμα είναι αυτό που θα δικαιώσει την όποια καλλιτεχνική αναζήτηση ή προσπάθεια.
Και μάλλον ζηλεύω που το ζωγραφικό ταλέντο μ’ έχει εμποδίσει από το να δοκιμάσω το χώρο της εννοιολογικής Τέχνης. Δεν αντέχω να το εγκαταλείψω. Αλλά να μιλάμε για αληθινή Τέχνη.

Αθηναϊκή σκηνή απί τη σειρά για τη «Louis Vuitton»

Θέλει πολύ δουλειά, καλλιέργεια και αυστηρότητα από την μεριά του Καλλιτέχνη. Όχι λεκτικές ακροβασίες και επιφανειακά κολπάκια! Έχουμε κουραστεί να βλέπουμε αυτιστικά πράματα… αδυναμία επικοινωνίας. Και δεν μπορώ να δεχτώ ότι η εμπειρία μου μπροστά από ένα έργο θα πρέπει να προϋποθέτει και την ανοχή ενός επεξηγηματικού κειμένου. Τότε μιλάμε για δοκίμιο. Πολύ ενδιαφέρουσα και σοβαρή πνευματική ενασχόληση αλλά εδώ μιλάμε για κάτι άλλο. Εξάλλου λεκτικά/θεωρητικά μπορεί κανείς να υποστηρίξει και να στηρίξει οτιδήποτε! Ένα κείμενο όμως δεν νομιμοποιεί ούτε εξιλεώνει τις όποιες προθέσεις, όταν το τελικό, το ορατό, αποτέλεσμα είναι κάτι ερμητικά κλειστό, απροσπέλαστο, και δεν προκαλεί αισθητικά σκιρτήματα! Συχνά ένας ανώριμος ναρκισσισμός.

Από τη σειρά «τα Τραγιά»

Βλέπουμε συχνά ένα κενό τυλιγμένο με τίποτα και έχουμε καταλήξει όπως με την τυραννία της Πολιτικής ορθότητας. Να μην μπορεί κανείς να πει ή ν’ ακούσει τα αυτονόητα. Να ανέχεται ή να υποκρίνεται ο κόσμος μπροστά στην καταληπτική παρουσία της Decadenta!
Είναι τέλος ενοχλητικός, ή μάλλον κουραστικός, ο επιτηδευμένος σνομπισμός απ‘ όλους αυτούς που θεωρούν (διανοητικά παγιδευμένοι ) ότι η ενασχόληση με την εννοιολογική Τέχνη, οι εγκαταστάσεις και οι περφόρμανς τους κάνουν εξ ορισμού ενδιαφέροντες ή προχωρημένους καλλιτέχνες! Δεν μ’ έχουν αγγίξει πότε οι περφόρμανς και δεν έχω δει ποτέ και πουθενά έναν θεατή να αρθρώνει έντιμα την θετική του εμπειρία. Όχι όταν νουθετείται ότι είδε αυτό, που θέλει να είναι αυτό και επιδιώκει εκείνο… Καλού κακού όμως να πω ότι έχω απλώς δει δεκάδες και άρα δεν μπορώ να εκφέρω γνώμη για το σύνολο αυτής της καλλιτεχνικής έκφρασης.

Ο Παβλος Χαμπίδης ανοίγει το μπλοκάκι του στο Γιάννη Μ. Τζιμούρτα

  •  Βλέπουμε κάποιους καλλιτέχνες να «το παλεύουν» με την επικαιρότητα

«Δεν μπορεί κανείς να καθορίσει ή να επιβάλλει το υλικό και το άυλο σημείο εκκίνησης ενός δημιουργού. Το που και πως αντλεί την έμπνευσή  του και τρίβει την ευαισθησία του!
Πολλοί δημιουργοί – χωρίς να θέλω να αμφισβητήσω την ειλικρινή και αυθόρμητη πρόθεση τους, όταν αυτή υπάρχει – ενδεχομένως αισθάνονται και την πίεση των καιρών. Ότι ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να είναι αποκομμένος από την κοινωνία κλπ. Χρειάζεται όμως μια εσωτερική διεργασία που θα μετουσιώσει την όποια αντίδραση στην επικαιρότητα σε καλλιτεχνικό γεγονός. Ειδάλλως έχουμε να κάνουμε με επικοινωνιακά τσαλιμάκια, μ’ ένα λαϊκισμό. Προσωπικά απορρίπτω την λεγόμενη στρατευμένη Τέχνη.

 

 

Last modified: 06/04/2020