Ο τρόπος που δουλεύω κινείται ανάλογα μεταξύ τυχαίου και προμελετημένου, παρόρμησης και σκέψης…
Είναι ένας καλλιτέχνης με τεράστιο όγκο δουλειάς. Ο ίδιος δείχνει να είναι χαμηλών τόνων άνθρωπος. Από τη δουλειά του όμως ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου αποδεικνύεται ότι μέσα του «βράζει» και έχει το ταλέντο και όλες τις απαραίτητες τεχνικές γνώσεις για να εκφράσει με τη ζωγραφική αυτό που είναι. Αυτή είναι η κουβέντα που είχα μαζί του με αφορμή την τωρινή του έκθεση στην αίθουσα τέχνης alma.
- Όσο καιρό παρακολουθώ τη δουλειά σου έχω διαπιστώσει ότι μπορείς να κάνεις τα πάντα: από ρεαλισμό μέχρι αφαίρεση. Για ποιο λόγο αλλάζεις τρόπους έκφρασης; Υπάρχει κάποιος τρόπος που να σε εκφράζει πιο πολύ;
Είναι αλήθεια ότι και κοιτώντας πίσω μου βλέπω ότι η δουλειά μου έχει περάσει από διάφορες φάσεις. Υπήρξε μάλιστα μια περίοδος που έφτιαχνα αυτοπροσωπογραφίες και τοπία εκ του φυσικού ενώ παράλληλα δούλευα μια άλλη σειρά έργων με τερατώδεις φιγούρες και πορτρέτα με εντελώς άλλη προέλευση και προσέγγιση. Για μια περίοδο 7-8 ετών η δουλειά μου χωριζόταν ουσιαστικά σε δύο ενότητες που δεν είχαν απολύτως τίποτε κοινό μεταξύ τους. Ήταν όμως και οι δύο με συνέπεια δουλεμένες ώστε δεν υπήρξε ποτέ θέμα αντίφασης η αναγκαστικής επιλογής. Κάποια στιγμή όμως κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού μου, η δεύτερη ενότητα αναπτύχθηκε και κυριάρχησε. Εξελίχθηκε μάλιστα με τέτοιο τρόπο που δεν είχα ανάγκη πλέον να διχοτομήσω τη δουλειά μου, διότι το λεξιλόγιο που είχα αναπτύξει ήταν ήδη πολύ πλούσιο και μου επέτρεπε μια τεράστια πλαστική ελευθερία μέσα σε ένα ομοιογενές εκφραστικό πλαίσιο. Εξάλλου έχοντας ήδη δοκιμάσει διάφορα πράγματα είχα ενστικτωδώς αφομοιώσει ό,τι μου άρεσε κυρίως από σημαντικά ρεύματα και ζωγράφους του μοντερνισμού αλλά και από τα μέσα του περασμένου αιώνα. Από κει και ύστερα άρχισα να δουλεύω πιο συγκεντρωμένα πάνω στα όρια παράστασης και αφαίρεσης, φιγούρας και χώρου, δομής και χάους. Είναι ένας δρόμος βέβαια που έχουν χαράξει άλλοι προ πολλού και εγώ απλώς ακολουθώ με το δικό μου τρόπο.
- Πες μου δυο λόγια για την τεχνική σου. Με ποιον τρόπο δουλεύεις; Πόσο καιρό σου παίρνει για να ολοκληρώσεις ένα έργο;
Όπως ανέφερα θεωρώ ότι η δουλειά μου «παίζει» μεταξύ των δύο άκρων της παράστασης και της αφαίρεσης. Μέσα σε αυτό το αχανές φάσμα υπάρχει άπειρος χώρος εξερεύνησης. Ο τρόπος που δουλεύω κινείται ανάλογα μεταξύ τυχαίου και προμελετημένου, παρόρμησης και σκέψης. Σκέψης υπεραναλυτικής μάλιστα κάποιες φορές διότι με ενδιαφέρει πάρα πολύ η δομή και η σύνθεση σε ένα έργο. Σπανίως όμως ξεκινώ με κάποια συγκεκριμένη ιδέα η κάποιο σχέδιο. Συνήθως αρχίζω απευθείας με κάποιες χειρονομίες επάνω στο λευκό και παίζω με τα ζωγραφικά στοιχεία της φόρμας και του χρώματος, αντιδρώντας στη δράση του υλικού. Κάποια στιγμή ενδεχομένως να παρατηρήσω κάτι πάνω στο οποίο να μπορώ να βασιστώ και σιγά σιγά να ξεκινήσει να χτίζεται μια αφήγηση με βάση πάντα τη χειρονομία. Ο χρόνος λοιπόν ολοκλήρωσης του κάθε έργου εξαρτάται από το πόσο νωρίς θα αρχίσει να αναπτύσσεται η βασική ιδέα και πόσο εύκολα η δύσκολα αυτή θα φέρει εις πέρας ό,τι άλλο έχει να δώσει. Κάποια έργα τελειώνουν σε 4-5 μέρες και άλλα σε 4-5 μήνες. Συνήθως εκείνα που ολοκληρώνονται πιο σύντομα ειναι τα πιο επιτυχή και με κάνουν πιο ευτυχισμένο.
- Η τελευταία σειρά έργων σου είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Ποιο είναι το μήνυμα που θέλεις να περάσεις στον θεατή;
Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο μήνυμα που θέλω να περάσω. Καθότι δουλεύω ουσιαστικά επάνω στο ασυνείδητο το νόημα έπεται της πράξης και συνεπώς αυτό δεν είναι σκόπιμο και το ανακαλύπτω στην πορεία. Παρ’ όλα αυτά εκ των υστέρων βλέπω στο έργο μου να κυριαρχεί ένα τερατώδες και συνάμα λυρικό στοιχείο σε μια αφήγηση πάντα αμφίσημη και πολυεπίπεδη. Αυτό που θέλω από το θεατή είναι να ταξιδέψει μέσα στο έργο και να παρασυρθεί άθελα του μέσα στην ίδια την εμπειρία της όρασης, της απόλαυσης του να ανακαλύπτει και να «διαβάζει» καινούργια πράγματα που ενδεχομένως εγώ ο ίδιος να μην έχω αντιληφθεί. Αυτό προϋποθέτει όμως χρόνο και δουλειά και από μέρους του θεατή. Δεν μου αρέσει καθόλου όταν έρχομαι στη θέση να πρέπει να «εξηγήσω» ο ίδιος κάποιο έργο. Αυτό σημαίνει ότι ή το έργο έχει αποτύχει ή ο θεατής δεν είναι διατεθειμένος να δει πραγματικά.
- Δεν βιάζεσαι ποτέ να κάνεις την επόμενη ατομική σου έκθεση. Ποια είναι η διαδικασία μέχρι να αποφασίσεις να εκθέσεις;
Αυτό το κομμάτι εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και συγκυρίες. Η δουλειά δεν σταματάει σχεδόν ποτέ να εξελίσσεται αλλά φτάνει ένα σημείο που νιώθεις την ανάγκη να εκθέσεις ορισμένα έργα που έχουν σωρευτεί και έχουν κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Τα έργα δεν σωρεύονται μόνο ως αντικείμενα αλλά και μέσα σου, οπότε είναι καλό να μπορείς να εκθέτεις γιατί τότε και εσύ ο ίδιος συνειδητοποιείς καλύτερα ένα κύκλο δουλειάς να κλείνει, ώστε να πας παρακάτω. Από κει και ύστερα βέβαια χρειάζεται να βρεθεί ο κατάλληλος χώρος και άνθρωποι με τους οποίους να μπορείς να συνεννοηθείς με καλή θέληση και το ανάλογο πνεύμα συνεργασίας.
Last modified: 12/11/2017