Γεννήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου του 1830 στο Άμχερστ της Μασαχουσέτης. Πέθανε στις 15 Μαίου του 1886. Έζησε σε ηθελημένη απομόνωση τα τελευταία χρόνια της ζωής της -ντυμένη στα λευκά. Έγραψε πάνω από 1700 ποιήματα (που όσο ζούσε παρέμειναν –με εξαίρεση κάποια λίγα που δημοσιεύτηκαν με ψευδώνυμο- ανέκδοτα). Έφερε το στίγμα της παράξενης και της γεροντοκόρης σε μια κοινωνία χωρίς ανοχή στο διαφορετικό. Σήμερα θεωρείται πρόδρομος του μοντερνισμού και μια από τις σημαντικότερες αμερικανίδες ποιήτριες.
Όταν στις 16 Αυγούστου 1870 ο Τόμας Χίγκινσον (ο μετέπειτα λογοτεχνικός επιμελητής της Ντίκινσον), επισκέφτηκε για πρώτη φορά την ποιήτρια και (μέχρι τότε) αόρατη επιστολογράφο του στο πατρικό της σπίτι στο Άμερστ, εκείνη του πρόσφερε δύο κρίνους λέγοντας «αυτοί είναι οι συστάσεις μου».
Αναφερόμενος αργότερα στην πρώτη τους εκείνη συνάντηση ο Χίγκινσον περιέγραψε την «λευκή γυναίκα» ως «αινιγματική» και την συμπεριφορά της «αφύσικη»: «μονάχα ακίνητος μπορούσα να κάτσω και να παρακολουθώ, όπως κάνει κανείς στο δάσος˙ πρέπει να κατονομάσω το πτηνό μου χωρίς όπλο, όπως προτείνει ο Έμερσον»*.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, το έργο της Ντίκινσον μελετήθηκε και σχολιάστηκε εκτενώς. Αδιαμφισβήτητη θεωρείται σήμερα η επιρροή της σε ποιητές, συγγραφείς, συνθέτες και εικαστικούς του προηγούμενου αιώνα αλλά και (κυρίως) σε σύγχρονους. Η μυθιστορηματική της ζωή, η ποίησή της επηρέασαν ακόμα και τα γυναικεία κινήματα και τις γυναικείες διεκδικήσεις. Η Έμιλυ Ντίκινσον, πια, δεν χρειάζεται συστάσεις.
Το έργο της παραμένει μετά από τόσα χρόνια ανεξάντλητο και είναι αυτό το στοιχείο που το καθιστά ιδιαίτερα ενδιαφέρον και επίκαιρο, αν και σταθερά δύσκολο να ερμηνευτεί και να αναλυθεί με «όπλο» τα λόγια: «Όταν οι σκέψεις μου είναι ξέντυτες – μπορώ να κάνω τη διάκριση, μα όταν τις βάζω σε Ενδύματα –μοιάζουν όμοιες, και μουδιασμένες»*.
Η εικαστική έκθεση Those little anodynes, με έργα της Ελένης Θεοφυλάκτου και της Εύας Μαραθάκη, σε επιμέλεια της Γκέλυς Γκριντάκη αναζητά ακριβώς αυτή τη δύσκολη συνάντηση: Στα πλαίσια των ποιητικών βραδιών Με τα λόγια [γίνεται], με τις λέξεις, λοιπόν, και μέσα από τις εικόνες, μέσα από τις δουλειές των δύο εικαστικών που «μοιράζονται ηχηρά κατά ένα μεγάλο μέρος τους, τον προβληματισμό πάνω στην σύγχρονη, ποικιλότροπη διαμόρφωση της γυναικείας ταυτότητας», και μέσα από τον διάλογο που εκτυλίσσεται με επίκεντρο την Ντίκινσον -με αφορμή τα 185 από τη γέννησή της- προτείνεται μια επικαιροποιημένη «ανάγνωση» στο έργο της ποιήτριας με έμφαση στις διαφορετικές διαστάσεις της προσωπικότητάς της ως γυναίκα, δημιουργός και μυθοποιημένη περσόνα.
Ε.Γ. Ποιά είναι «εκείνα τα μικρά αναλγητικά» (“those little anodynes”, μτφρ. της Λ.Σακελλίου) στον τίτλο της έκθεσης;
Γ.Γ. Πέραν του ότι πρόκειται για στίχο από ένα πολύ αγαπημένο μου ποίημα, το The heart asks pleasure first, η έννοια του αναλγητικού με πάει αυτόματα στην ποίηση και στην τέχνη εν γένη. Ίσως γιατί για μένα προσωπικά πάντα η τέχνη λειτουργούσε ως παυσίπονο.
Ε.Θ. Τα μικρά αναλγητικά είναι αυτά που καλμάρουν τον μεγάλο πόνο. Και επειδή η λέξη είναι σημαδεμένη, ας την αντικαταστήσω με την «δυσκολία», τα αναλγητικά λοιπόν είναι μκροί αναστεναγμοί για να πετάξει η Emily πάνω απ’ τα εμπόδια. Διότι όπως λέει «αποστολή μου είναι να τραγουδώ…» … έστω και με αναφιλητά.
Ε.Μ. Οι λίγες στιγμές αιώρησης που μπορεί να μας προσφέρει η σχέση μας με τον εαυτό, με τον άλλο, με την τέχνη, με τη φύση.
Ε.Γ. Πώς ξεκίνησε η ιδέα για την έκθεση και με ποιόν τρόπο συνεργαστήκατε για την υλοποίησή της;
Γ.Γ. Πριν ενάμιση χρόνο περίπου ανακάλυψα ότι δύο καλλιτέχνες που θαυμάζω πολύ -κι έχω την τύχη να διατηρώ καλή φιλία μαζί τους-, και για τις οποίες πάντα πίστευα ότι οι δουλειές τους έχουν μια ιδιαίτερη συγγένεια, ασχολούνται με την Έμιλυ Ντίκινσον. Καθώς αγαπώ την ποίηση βαθιά και η σχέση της τέχνης με το γραπτό λόγο πάντα με ιντρίγκαρε, η ιδέα του να τις φέρω σε διάλογο με αφορμή την ποιήτρια γεννήθηκε αυτόματα. Ήταν σα να μη μπορούσε να γίνει αλλιώς. Αυτή η έκθεση έπρεπε να συμβεί.
Ε.Γ. Αν και η εργογραφία της Ντίκινσον (με εξαίρεση κάποια λίγα ποιήματά της που δημοσιεύτηκαν –κυρίως ανώνυμα-, όσο ζούσε) παρέμεινε ανέκδοτη και άγνωστη μέχρι το θάνατό της η ποιήτρια υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγική. Πολλά από τα ποιήματά της τα έστελνε μέσα από την αλληλογραφία της σε φίλους. Μπορεί να φανταστεί κανείς το φαινόμενο Ντίκινσον στην σημερινή εποχή των social media;
Γ.Γ. Ως αυθόρμητη σκέψη φαντάζομαι έναν ποιητικό ιστότοπο. Μόνο που το ενδεχόμενο διχάζεται στην πορεία μεταξύ της κατάφορης ανάδειξης του μεγαλείου της και του κινδύνου αυτό να χανόταν ανάμεσα στα αναρίθμητα πλήθη γραπτών του διαδικτύου.
Ε.Θ. Δεν αποκλείεται να αποκαλυφθούν κάποια στιγμή ότι υπήρξαν Emily Dickinson του σήμερα. Καθόλου δεν το θεωρώ υπερβολικό. Και ταυτόχρονα μου τίθεται το ερώτημα: μήπως την εποχή ακριβώς αυτήν της εκκωφαντικής οχλαγωγίας για να διασφαλίσεις συνθήκες δημιουργίας πρέπει να περιφρουρήσεις μια επώδυνη μοναχικότητα;
Ε.Γ. «Η ποίηση της Ντίκινσον είναι ανιστορική». Τι κομίζει η ποίησή της σήμερα σε έναν κόσμο εντελώς διαφορετικό σε σχέση με την κοινωνία της Αμερικής του 19ου αι. όπου έζησε;
Γ.Γ. Αποκαλύπτει την αιώνια γυναικεία αγωνία- και θέτει έναν προβληματισμό για το πόσο έχει αλλάξει ουσιαστικά η θέση της γυναίκας στον σημερινό και τύποις τόσο διαφορετικό κόσμο. Φέρει επίσης μια χαμένη ευαισθησία και μια κομψότητα η οποία δεν ατροφεί ούτε στις πιο σκληρές και/ή ζοφερές της ποιητικές στιγμές. Μπορεί να πει τα πάντα χωρίς να καταφύγει στην ωμότητα ούτε στιγμή και αυτό είναι υποδειγματικό.
Ε.Θ. Επειδή η πρώτη ύλη του ανθρώπου είναι η ίδια σε κάθε αιώνα και σε κάθε σημείο γεωγραφικό και επειδή αισθητική σημαίνει ηθική και η ηθική ταυτίζεται με την αλήθεια, αυτό πάει να πει ότι τα ποιήματα της Dickinson λειτουργούν ως σεισμός πάντα, αρκεί να μην χάλασε ο σεισμογράφος σου (του σύγχρονου ανθρώπου).
Ε.Μ. Η ποίησή της Ντίκινσον είναι παράλληλα διαυγής και κρυπτική, συμπαγής και φευγαλέα όπως η ανθρώπινη ύπαρξη. Μοιάζει με τα θεατρικά έργα του Σαίξπηρ, χρόνος και τόπος είναι αφορμές, τα ανθρώπινα είναι που “συν-κινούν” και “συν-κινούνται”.
Ε.Γ. Η ποιήτρια μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον πουριτανισμού, θεοκρατίας, με πολλά στερεότυπα για το γυναικείο φύλο. Τα πράγματα έχουν αλλάξει σε μεγάλο βαθμό. Με ποιόν τρόπο το έργο της συνιστά προβληματισμό «πάνω στην σύγχρονη, ποικιλότροπη, διαμόρφωση της γυναικείας ταυτότητας»
Γ.Γ. Ξεκίνησα ήδη από την προηγούμενη ερώτηση να αναφέρομαι σε αυτό. Η ίδια η ζωή της Ντίκινσον δονείται μεταξύ θεοκρατίας και πατριαρχίας. Στην ποίησή της αυτό βγαίνει σχεδόν μοιρολατρικά ενώ ο ιδιότυπος αναχωρητισμός της μέσα στο ίδιο της το σπίτι είναι μια πράξη επαναστατική-αντεπαναστατική ταυτόχρονα. Οι ποιητικές της ανησυχίες, η ασφυξία, η υπαρξιακή αγωνία, το σεξουαλικό ανικανοποίητο, η αμφιθυμία απέναντι στο θρησκευτικό στοιχείο, η επικείμενη αστάθεια της γυναικείας υπόστασης μοιάζουν απίστευτα σύγχρονοι τόποι προβληματισμού.
Ε.Θ. Το θέμα της γυναικείας ταυτότητας δεν ήταν ποτέ διευθετημένο. Απλά σήμερα διαλύθηκε σε βαθμό που και η λέξη ταυτότητα είναι φάντασμα.
Ε.Μ. Νομίζω ότι αυτό που καθιστά την Ντίκινσον πνεύμα “επαναστατικό” είναι οι αρμονικές αντιθέσεις του λόγου της, η υπαρξιακή αγωνία, η βελούδινη αιχμηρότητα της, ο έρωτας της για τον έρωτα και τη φύση και ο εναγκαλισμός του θανάτου. Παρότι κλεισμένη στο πατρικό σπίτι, η φωνή της ακούστηκε, επηρέασε και συνεχίζει να επηρεάζει απλούς αναγνώστες αλλά και σύγχρονους καλλιτέχνες και δη καλλιτέχνιδες σήμερα, ιδιαίτερα σήμερα.
Ε.Γ. Με μια λέξη, πώς θα περιγράφατε την Ντίκινσον με βάση το ποιητικό της στίγμα;
Γ.Γ. Άνεμος
Ε.Θ. Φοβήθηκα και κρύφτηκα
Ε.Μ. Διαπεραστική
Ε.Γ. Αγαπημένος στίχος/ ποίημα της Ντίκινσον;
Γ.Γ. Νομίζω κάθε μέρα είναι και κάποιο διαφορετικό, για σήμερα θα πω το γράμμα προς τη μέλισσα:
«Μέλισσα! Περιμένω να φανείς!
Έλεγα μόλις Χτες
Σε κάποιον γνώριμό σου
|Πως ήτανε να’ρθεις –
Γυρίσανε οι Βάτραχοι-
Και πιάσανε δουλειά-
Πίσω τα πιο πολλά Πουλιά-
Και το Τριφύλλι είναι ζεστό-
Θα’χεις λάβει το Γράμμα
Ως τις Δεκαεφτά˙
Απάντησε, ή άλλον έλα δω-
Δική σου, Μύγα»*
Ε.Θ.
«Η τρέλα η πολλή είναι εξαίσια λογική
Στα μάτια που γνωρίζουν να διακρίνουν
Η λογική η πολλή – η πιο ακραία τρέλα
Είναι σε τούτο η πλειοψηφία
Καθώς στο όλον που επικρατεί
Συναίνεσαι – και είσαι συνετός
Εναντιώσου – παρευθής κύνδυνος είσαι
Και μ’ αλυσίδες βρίσκεσαι δετός»*
Ε.Μ.
Είμαι ο Κανένας! Ποιος είσαι εσύ;
Είσαι-ο Κανένας κι εσύ:
Τότε είμαστε δύο!
Μη σου ξεφύγει! Θα το διαδώσουν – ξέρεις! *
Η έκθεση Those little anodynes παρουσιάζεται μέχρι τις 19 Δεκεμβρίου στη Γκαλερί Κέννεντυ της Ελληνοαμερικανικής Ένωσης (Μασσαλίας 22, Κολωνάκι). Εδώ το κείμενο της έκθεσης: http://www.art-cat.gr/those-little-anodynes. Η είσοδος είναι ελεύθερη.
*Linscott, (Robert N.), 1959, [επιμ.] “Introduction”: Emily Dickinson, Selected Poems & Letters”…, Together with Thomas Wentworth Higginson’s Account of His Correspondence with the Poet and His Visit to Her in Amherst (Garden City, N.Y.: Doubleday), από το βιβλίο Emily Dickinson, “Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά, Ποιήματα και επιστολές”, Λ. Σακελλίου, Α. Γρίβα, Φ. Μαντά, εκδ. Gutenberg, 2013
* Επιστολή [L261] πρός τον Κο Χίγκινσον, 25 Απριλίου 1862, μτφρ. Φρόσω Μαντά.
* (983, μτφρ. Ερρίκος Σοφράς), Έμιλυ Ντίκινσον, 44 ποιήματα και 3 γράμματα, εκδ. Ροδακιό, 2005
* (FR 620/J435, μτφρ. Άρτεμη Γρίβα), Emily Dickinson, “Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά, Ποιήματα και επιστολές”, Λ. Σακελλίου, Α. Γρίβα, Φ. Μαντά, εκδ. Gutenberg, 2013
* (FR260/J288, μτφρ. Λιάνα Σακελλίου, Emily Dickinson, “Επειδή δεν άντεχα να ζήσω φωναχτά, Ποιήματα και επιστολές”, Λ. Σακελλίου, Α. Γρίβα, Φ. Μαντά, εκδ. Gutenberg, 2013
Last modified: 16/12/2015