Υπάκουσε στις καλλιτεχνικές ορμές και ανάγκες… Η ζωγραφική όπως κάθε ποίηση συμμετέχει στο «θείο»
Ζήτημα καρδιάς. Από το Βιτέμπσκ της Λευκορωσίας φτάνει για πρώτη φορά στο Παρίσι το 1910. Και από τότε, πάντα εκεί θα επιστρέφει. Στη δεύτερη πατρίδα του. Και το έργο του θα γίνει γέφυρα μεταξύ του Παρισιού και της πατρίδας του. Γέφυρα με τις εικόνες των παιδικών του χρόνων, γέφυρα με τον Έρωτα του, που τον εξαϋλώνει μέσα από τα έργα του σαν για να τον προστατεύσει και τον εξυψώνει για να το θαυμάσει ξανά και ξανά. Γέφυρα μ’ έναν κόσμο εσωτερικό, φανταστικό, ονειρικό αλλά παράλληλο.
Ο Marc Chagall, γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1887. Ένας απόλυτα συναισθηματικός ζωγράφος, πιστός σε ότι τον συγκινεί. Δοσμένος στην απλότητα των πραγμάτων και πεπεισμένος για τη μαγεία αυτής ακριβώς της απλότητας. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 98 ετών το 1985.
Αν και αισθητά επηρεασμένος από τα ρεύματα της εποχής του, κράτησε την ανεξαρτησία του και υπάκουσε στις δικές του εσωτερικές καλλιτεχνικές ορμές και κυρίως ανάγκες. Υποστήριζε πως η τέχνη έχει ανάγκη από μία εκ βάθους επανάσταση, μία επιπλέον διάσταση που δεν μπορούν να φτάσουν ούτε η γεωμετρία του κυβισμού ούτε οι χρωματικές πινελιές του ιμπρεσιονισμού.
«Κάτω ο νατουραλισμός, ο ιμπρεσιονισμός και ο ρεαλιστικός κυβισμός. Με θλίβουν και με περιορίζουν[…] Για μένα η τέχνη είναι κυρίως μια ψυχική κατάσταση », υποστηρίζει ο ίδιος στο βιβλίο του «Η ζωή μου».
Μέσα σε καιρούς συγκρούσεων, πάλης και έντονης αναζήτησης ο Marc Chagall κατάφερε να απενοχοποιήσει την παιδικότητα τού ενήλικα. Εκεί βρίσκει καταφύγιο, από εκεί αντλεί την έμπνευσή του, από εκεί βλέπει καθαρότερα. Και τα χρώματα ξεχειλίζουν ελεύθερα, όπως όταν ήμαστε παιδιά. Χωρίς ενοχές. Ακόμη και κατά τη διάρκεια του πολέμου, θα ζωγραφίσει σαν πληγωμένο παιδί. Έτσι η πληγή γίνεται ακόμη πιο ευαίσθητη.
«Με μόνη παρέα το Θεό δακρύζω αληθινά μπροστά στους πίνακες μου. Εκεί θα μείνουν οι ρυτίδες μου, η χλωμή μου όψη, εκεί θα τυπωθεί για πάντα η ρευστή ψυχή μου».
Και ναι, ένα κομμάτι της ψυχής του θα είναι πάντα εκεί. Σε κάθε πίνακά του. Με τόση ειλικρίνεια, όπως αυτή ενός παιδιού. Αλλά και με τόση ευαισθησία, όπως αυτή ενός καλλιτέχνη, ενός ανθρώπου που θυμάται, λησμονεί, ελπίζει, ερωτεύεται, μοιράζεται. Ενός ανθρώπου που δηλώνει πως αγαπάει τη γη, κατά συνέπεια τη ζωή. Στις γήινες μορφές βρίσκει τη μαγεία. Από εκεί αντλεί την έμπνευση και την ποιητικότητα του.
«Όλα μπορούν ν’ αλλάξουν στον αποθαρρημένο κόσμο μας, εκτός από την καρδιά, την αγάπη του ανθρώπου και τη φιλοδοξία του να γνωρίσει το «θείο». Η ζωγραφική όπως κάθε ποίηση συμμετέχει στο «θείο». Πόσες δυσκολίες πέρασε ο πατέρας μου με εμάς τα εννιά παιδιά του, και παρ’ όλα αυτά ήταν πάντα γεμάτος αγάπη και με τον τρόπο του ήταν ένας ποιητής. Χάρη σ’ αυτόν ένιωσα για πρώτη φορά την ποίηση σε αυτόν τον κόσμο. Μετά την ξαναένιωσα κοιτώντας τις νύχτες το σκοτεινό ουρανό. Μετά έμαθα πως υπάρχει κι άλλος κόσμος. Και αυτό μου έφερε δάκρυα στα μάτια.Τόσο πολύ συγκινήθηκα».
Ο κόσμος του Chagall θα μπορούσε να είναι ένας άλλος κόσμος. Τόσο απαλός σαν μια ανθρώπινη ψυχή, τόσο άπιαστός,σαν μια εξωτερική «θεία» δύναμη. Αλλά εν τέλει, πόσο απέχουν αυτά τα δύο;
Σκηνικά του εβραϊκού θεάτρου της Ρωσίας, βιτρό και τοιχογραφίες σε Ευρώπη, Ισραήλ και Αμερική και τέλος η οροφή της Όπερας Garnier του Παρισιού, έχουν τα χρώματα του Chagall. Ένας από τους καλλιτέχνες με τη μεγαλύτερη επιρροή στη μοντέρνα τέχνη.
Ο ίδιος είχε πει πως η κριτική των «άσχετων» από τέχνη είναι αυτή που τον ενδιαφέρει περισσότερο.
Φυσικά. Αφού απευθύνεται στις καρδιές μας. Και μας τις κέρδισε.
Βιολιστής. Ένα θέμα της πατρίδας του που συχνά επανέρχεται στο έργο του Marc Chagall. Ο βιολιστής, έργο του 1913 στην Αγία Πετρούπολη, ενέπνευσε και τη μεγάλη θεατρική παραγωγή «Βιολιστής στη Στέγη» στο Μπρόντγουεϊ και αργότερα στον κινηματογράφο.
Η Αγελάδα με την ομπρέλα, 1946. Ο πίνακας είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της πλούσιας φαντασίας του και της μεγάλης γνώσης των χρωμάτων. Το θέμα παράλογο: μια αγελάδα πάνω στις στέγες με μια ομπρέλα. Ο Marc Chagall σε πολλά έργα έχει υποκαταστήσει τον άνθρωπο με κάποιο ζώο.
Κι εδώ συνυπάρχουν μελαγχολικά χρώματα αποκαλύπτοντας μια ψυχαναγκαστική εμμονή στην παραμυθένια πλευρά των πραγμάτων.
Νυφικό ζευγάρι στον Πύργο του Άιφελ, 1939. Οι νεόνυμφοι σε μια αφύσικη γωνία προς το έδαφος. Μοιάζουν να επιπλέουν. Να ζουν τη δική τους ψευδαίσθηση. Πάνω δεξιά μια αγελάδα που γίνεται βιολί. Υπάρχουν διάφορα στοιχεία από γνωστά παιδικά τραγουδάκια και ποιηματάκια. Ο καλλιτέχνης καλεί το θεατή να επιλέξει και να θυμηθεί το δικό του παιδικό ποίημα
Η πτώση του Αγγέλου. Ένα έργο που ξεκίνησε το 1923 και ολοκληρώθηκε το 1947. Ο Marc Chagall έχει ενσωματώσει μοτίβα που θυμίζουν το ρωσικό κόσμο του. Στοιχεία από την επανάσταση, την εβραϊκή περιπέτεια, τον Χριστιανισμό, την παρουσία και επικράτηση του κακού με την πτώση του αγγέλου
Πανσέληνος, 1954. Οι δυο εραστές χάνονται στο μπλε της νύχτας και του νερού. Το φεγγάρι ένας πράσινος κύκλος περιμένει τις καρδιές των δυο ερωτευμένων. Ο Marc Chagall κάνει το φεγγάρι μαγικό, το βλέπει ως σύμβολο και όχι ως ουράνιο σώμα ή πηγή φωτός.
Last modified: 07/07/2019