Κόντρα στο ρεύμα των καιρών επέλεξε το δύσκολο μονοπάτι της παραστατικής ζωγραφικής…
Για το Γάλλο καλλιτέχνη Frédéric Léglise – γνωστό στην Ελλάδα μέσα από τη συλλογή του Βλάση Φρυσίρα – η ζωγραφική είναι μια πράξη αγάπης: μέσα από τον ερωτισμό των γυναικών που απεικονίζονται στα έργα του, επιθυμεί να εκφράσει τον αισθησιασμό της ίδιας της ζωγραφικής. Ο θαυμασμός του Léglise για το γυναικείο σώμα προέκυψε από τα πρώτα χρόνια της ενασχόλησής του με την τέχνη ως φοιτητής. Αργότερα, εμπνευσμένος από τη σύζυγό του, ξεκίνησε να φιλοτεχνεί διάφορες σειρές με πορτρέτα γυναικών ασιατικής καταγωγής, ενώ παράλληλα δουλεύει και μια ενότητα ιδιαίτερων προσωπογραφιών με τον τίτλο «Αυτοπροσωπογραφία της σκιάς μου». Ο συνδυασμός μεταξύ ενός παραδοσιακού θέματος (ερωτική απεικόνιση γυναικών) και της σύγχρονης προσέγγισής του κάνουν τους πίνακες του να ξεχωρίζουν. Το έργο του έχει προβληθεί στη Γαλλία και διεθνώς (Νέα Υόρκη, Ρουμανία, Ιράν, Ελλάδα). Η επόμενη παρουσίαση της δουλειάς του θα πραγματοποιηθεί στα πλαίσια μιας ομαδικής έκθεσης στο Μουσείο Frissiras στην Αθήνα το Σεπτέμβριο.
-
Βασικό χαρακτηριστικό της δουλειάς σου είναι ο ερωτισμός που εκφράζεται μέσω της ζωγραφικής απεικόνισης γυναικών από την Ασία. Πότε ξεκίνησες αυτές τις σειρές ζωγραφικών έργων και τι προσέλκυσε την προσοχή σου στις ασιατικές φιγούρες;
Τα μοντέλα μου δεν είναι επαγγελματίες. Όταν ήμουν ακόμη φοιτητής στην Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, γύρω στο 1995, ξεκίνησα να ζωγραφίζω γυναίκες που συναντούσα στον περίγυρό μου. Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 αυξήθηκαν οι συναντήσεις για πορτρέτα με γυναίκες από το φιλικό μου περιβάλλον ή γυναικών που συναντούσα και στις οποίες έβρισκα κάποιο ενδιαφέρον ζωγραφικό στοιχείο. Άλλοτε προκύπταν μετά από δική μου επιλογή και άλλοτε επειδή υπήρχε ενδιαφέρον από την πλευρά του ίδιου του μοντέλου για την δουλειά μου.
Οι ασιατικές γυναικείες φιγούρες εμφανίστηκαν όταν συναντήθηκα το 2009 με τη γυναίκα μου Jojo Wang που είναι επίσης καλλιτέχνης και κατάγεται από την Κίνα. Ασφαλώς απεικονίζεται και η ίδια αλλά και φίλες της σε πολλά από τα έργα μου. Όταν ξεκίνησα αυτή τη νέα σειρά, με αφορμή τη γνωριμία μας, βρήκα ενδιαφέρον στο πώς θα μπορούσε ένας σύγχρονος δυτικός ζωγράφος να ζωγραφίζει γυναίκες και άντρες Ασιάτες χωρίς αυτό να προκύπτει με πρόθεση να αντιμετωπίσεις ότι είναι μακριά από τη δυτική κουλτούρα ως εξωτικό ή να του αποδώσεις ιδεαλιστική και στερεοτυπική ομορφιά.
-
Ποια είναι τα όρια μεταξύ ερωτικού και πορνογραφικού στην ζωγραφική παράδοση;
Τα όρια είναι ασαφή, και μετατοπίζονται συνεχώς με το πέρασμα του χρόνου και με τις νομικές και θεσμικές αλλαγές. Θα έλεγα ότι ο όρος πορνογραφία αναφέρεται κυρίως σε έργα όπου περιλαμβάνουν ρεαλιστικές αναπαραστάσεις σεξουαλικού περιεχομένου ή προβάλλουν το ανθρώπινο σώμα εστιάζοντας στη σεξουαλικότητα. Εάν θα έπρεπε να προτείνω ένα όριο, πώς δηλαδή εγώ ο ίδιος τοποθετούμαι στη δουλειά μου, θα έλεγα ότι ο ερωτισμός εκφράζει την επιθυμία, ενώ η πορνογραφία την πραγμάτωσή της.
-
Αν και παραστατικός, οι γυναικείες φιγούρες σου δεν είναι απόλυτα ρεαλιστικές.
Η φωτογράφιση του μοντέλου είναι απλώς το αρχικό στάδιο της δουλειάς μου. Δεν με ενδιαφέρει να αποτυπώσω στον καμβά ένα πιστό αντίγραφο της φωτογραφίας. Πολλές φορές χρησιμοποιώ έντονες αποχρώσεις στην επιδερμίδα των φιγούρων, ή προσθέτω στο φόντο υλικά και χρώματα που θα απομακρύνουν το τελικό αποτέλεσμα από την εικόνα ενός φωτορεαλιστικού πορτρέτου. Οι γυναίκες που στέκονται ζωγραφικά απέναντι στο θεατή μοιάζουν αποκομμένες από τις έννοιες του χρόνου και του τόπου.
-
Μια άλλη σειρά, λιγότερο γνωστή, της δουλειάς σου είναι αυτή των αυτοπροσωπογραφιών.
Συγκεκριμένα πρόκειται για μια σειρά «πορτρέτων της σκιάς μου» όπως την ονομάζω, την οποία δουλεύω τα τελευταία 15 χρόνια σε περιόδους που νιώθω την ανάγκη να κάνω κάτι διαφορετικό. Αυτά τα πορτρέτα ξεκίνησαν με αφετηρία τη μελέτη της σκιά μου, ένα στοιχείο πάντα μεταβαλλόμενο και εφήμερο σαν εμάς τους ίδιους. Μέχρι σήμερα η σειρά αυτή έχει παρουσιαστεί στη γκαλερί Stefano Cortina στο Μιλάνο το 2011 και στην Azad Art Gallery στη Τεχεράνη το 2019.
-
Η παρουσία σου στο εξωτερικό είναι ιδιαίτερα δραστήρια. Ιράν, όπως μόλις ανέφερες, Κροατία, Ρουμανία αλλά και Ελλάδα είναι μερικές από τις χώρες στις οποίες έχεις παρουσιάσει τα τελευταία πέντε χρόνια τη δουλειά σου σε ομαδικές και ατομικές εκθέσεις.
Με ενδιαφέρει να παρουσιάζω την δουλειά μου στο εξωτερικό κυρίως γιατί είναι συναρπαστικό να έρχονται τα έργα σου σε επαφή με διαφορετικούς θεατές και επαγγελματίες του χώρου. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η πρόσφατη εμπειρία μου στην ατομική έκθεση που πραγματοποιήθηκε στην Ρουμανία. Σε αντίθεση με την Γαλλία, είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω τη δουλειά μου σ’ ένα μουσειακό χώρο και να έρθω συνεπώς σ’ επαφή με ένα ευρύτερο κοινό από αυτό των γκαλερί. Για πολλές οικογένειες είναι πιο οικείο να προγραμματίσουν μια επίσκεψη σ’ ένα μουσείο τέχνης παρά σε μια γκαλερί. Οι θεατές λοιπόν των έργων μου διαφέρουν στο εξωτερικό από τη Γαλλία.
-
Πώς προέκυψε η επαγγελματική σχέση με τον Έλληνα συλλέκτη Βλάση Φρυσίρα; Συναντάμε συχνά τα έργα σου στις ομαδικές εκθέσεις που διοργανώνονται στο Μουσείο Ευρωπαϊκής Ζωγραφικής στην Ελλάδα.
Η πρώτη μου συνεργασία με τον Φρυσίρα ξεκίνησε το 2004. Στη συνέχεια το 2010-2011 μου ζήτησε να μπω στη συλλογή του και ξεκίνησε να παρουσιάζει πιο εντατικά τη δουλειά μου στην Ελλάδα.
-
Αλήθεια, πότε αποφάσισες ότι θα ασχοληθείς με την ζωγραφική;
Στην πραγματικότητα, όταν ήμουν έφηβος ήθελα να γίνω σχεδιαστής αυτοκινήτων. Μεγάλωσα σε μια μικρή επαρχιακή πόλη στα βορειοδυτικά της Γαλλίας. Άρχισα να σπουδάζω στη σχολή Καλών Τεχνών της πόλης μου. Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους, αναπτύχθηκε μέσα από τα μαθήματα ιστορίας της τέχνης ένα ιδιαίτερο πάθος για τη ζωγραφική. Τότε αποφάσισα ότι θα γίνω ζωγράφος.
-
Και έκτοτε δεν την αποχωρίστηκες ποτέ…
Τη δεκαετία του ’90, κατά τη διάρκεια των σπουδών μου, η ζωγραφική ήταν δύσκολη επιλογή. Οι περισσότεροι από τους δασκάλους έλεγαν στους φοιτητές ότι η ζωγραφική έχει «πεθάνει» και μας προέτρεπαν να ασχοληθούμε με πιο σύγχρονα μέσα. Ο μόνος τύπος ζωγραφικής που ήταν αποδεκτός ήταν η αφηρημένη ζωγραφική. Άρχισα λοιπόν να ζωγραφίζω αφηρημένες εικόνες. Όταν πέρασα, στη συνέχεια, στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, δοκίμασα την γλυπτική, τις εγκαταστάσεις και το βίντεο άλλά ήμουν απογοητευμένος. Είχα την ανάγκη να ζωγραφίζω. Η παραστατική ζωγραφική ήταν ένα δύσκολο μονοπάτι γιατί σχεδόν τίποτα στον κόσμο της γαλλικής τέχνης στη δεκαετία του ’90 δεν ήταν παρόμοιο με την πρακτική μου. Αλλά πήρα την απόφασή μου, και εξακολουθεί να είναι και ο δρόμος που ακολουθώ μέχρι και σήμερα.
-
Σκέφτηκες ποτέ να αλλάξεις μέσο;
Όχι. Οι δοκιμές μου στα άλλα μέσα περιορίστηκαν κατά τη διάρκεια των σπουδών.
-
Η θέσης της παραστατικής ζωγραφικής στη σύγχρονη τέχνη παραμένει ακόμη στο επίκεντρο των συζητήσεων. Ήταν και το αντικείμενο της έκθεσης « Who is afraid of pictures ? » που επιμελήθηκες το 2015.
Η έκθεση αυτή προέκυψε παρατηρώντας ότι πολλοί ζωγράφοι της γενιάς μου αντιμετώπιζαν το ίδιο πρόβλημα μ’ εμένα όσον αφορά τη θεσμική στήριξη και την καλλιτεχνική προώθηση της δουλειάς μας. Αρκεί να συγκρίνουμε πόσα ιδρύματα στη Γαλλία στηρίζουν τη ζωγραφική αναλογικά με όσα είναι αφιερωμένα στις σύγχρονες καλλιτεχνικές πρακτικές (βίντεο, performance, εγκαταστάσεις) ή στη φωτογραφία. Αναφέρομαι στη Γαλλία γιατί στην Αμερική ή στις εικαστικές σκηνές άλλων ευρωπαϊκών χωρών, η ζωγραφική συνυπάρχει αρμονικά με τα υπόλοιπα μέσα. Εκτιμώ μάλιστα ότι στη διεθνή σκηνή σήμερα η ζωγραφική πρακτική γνωρίζει μια μεγάλη άνθιση.

Portrait de Frederic Leglise, peintre francais, dans son atelier de Montreuil le 18 aout 2009. © Michel Lunardelli / Leemage
-
Ωστόσο, πέντε χρόνια μετά την έκθεση, παρατηρείς να έχει αλλάξει κάτι;
Δεν υπάρχει καμία ιδιαίτερη αλλαγή. Στη σχολή όπου διδάσκω υπάρχουν όμως πολλοί νέοι που συνεχίζουν να επιλέγουν και να αγαπούν την ζωγραφική κάτι που με ευχαριστεί προσωπικά και το βρίσκω ελπιδοφόρο.
Περισσότερες πληροφορίες για τον Frédéric Léglise: http://www.fredericleglise.com/
Last modified: 11/06/2020