Ρεαλιστής ζωγράφος, αλλά με έντονο το εξπρεσιονιστικό στοιχείο στα έργα του, ο Ανδρέας Κοντέλλης διαλέγει θέματα που ποικίλουν: γυμνά, πορτρέτα, τοπία…
Στο γυμνό του, δεν θέλει απλώς να μιλήσει για το γυναικείο ερωτισμό, αλλά γι’ αυτήν την ανάμειξη αισθησιασμού, τρυφερότητας και ευφυΐας που μπορεί να έχει μια γυναίκα. Έτσι, το μοντέλο του παρουσιάζεται ασφαλές και σίγουρο, κοιτώντας με αισιοδοξία το θεατή.
Όταν ζωγραφίζει σειρά έργων όπου απεικονίζεται ο πατέρας του, επιχειρεί μία σύνδεση με το βαθύτερο εαυτό του, σε μία ψυχαναλυτική προσέγγιση του θέματος. Η πατρική φιγούρα, αρχέτυπο και σύμβολο εξουσίας, απομυθοποιείται μέσα από μια εσωτερική διαδικασία ενηλικίωσης και συμφιλίωσης με το συγκεκριμένο πρότυπο. Ταυτόχρονα, συνδέεται με την παράδοση που αποδίδει άνδρες επιφανείς. Ο άντρας ζωγράφος αναμετράται με μια φιγούρα που εμπεριέχει δύναμη, κατανοεί τη δομή της και την αποδίδει.
Στη συνέχεια, ο ζωγράφος ακολουθεί έναν μεταφυσικό δρόμο, που υποστηρίζεται από αναγνώσματα φιλοσοφικών ή θρησκευτικών κειμένων. Βλέποντας ταυτόχρονα ζωγράφους του 16ου και 17ου αιώνα, αλλά και αφηρημένους εξπρεσιονιστές, η γραφή του αλλάζει και γίνεται πιο εξπρεσιονιστική. Στο έργο του με τίτλο «Μακρινός Ορίζοντας», απεικονίζει έναν σκεπτόμενο άνθρωπο, παρατηρητή, με έντονο το φως που τον περιβάλλει, ένα στοιχείο που παίζει σημαντικό ρόλο και στη μετέπειτα πορεία του.
Μετά τη μεταφυσική προσέγγιση των θεμάτων του, ακολουθεί η συνομιλία του ζωγράφου με το σώμα του. Η μάχη με τα στοιχεία της φύσης με τα οποία ο άνθρωπος στο τέλος γίνεται ένα είναι εμφανής σε έργα του όπως «Το Μεγάλο Κύμα» ή το «Ζευγάρι στη Θάλασσα». Το κύμα είναι γι’ αυτόν ένα εμπόδιο, αλλά και μια απελευθέρωση. Μέσα από την πάλη του με τη φύση, επιδιώκεται η λύτρωση. Η πάλη είναι εφικτή και υπάρχει δυνατότητα για συνέχεια. Το ζευγάρι είναι η ενέργεια των δύο, το αγκάλιασμα, απέναντι στη φύση. Η θάλασσα είναι αυτό που ζούμε, κάτι που έρχεται απ’ έξω, ο χρόνος που μας κάνει να μεγαλώνουμε.
Όταν ζωγραφίζει το πορτρέτο του Αντώνη Μπενάκη, μετά από αναγνώσματά του για το πρόσωπο αυτό, απεικονίζει έναν άνθρωπο με στοχασμό, που κοιτάει πέρα από το πραγματικό. Κρατημένος από τη ζωή με αξιοπρέπεια και δύναμη, έχει μια ισχύ και εκπέμπει ένα εσωτερικό φως, που αποδίδεται με την επεξεργασία του φωτός από τον καλλιτέχνη. Ενώ όταν ζωγραφίζει τον πατέρα του για άλλη μια φορά, θέλει να αποδώσει τη στοργή, τη γενναιοδωρία και τη θέρμη του συναισθήματος.
Από το 2006 και μετά, ο Ανδρέας Κοντέλλης αρχίζει να απεικονίζει την πραγματικότητα μέσα από μία συνθετική δουλειά. Ασύνδετες, αποσπασματικές εικόνες, σε μια αισθητική αφίσας και φωτογραφίας μπαίνουν στα έργα του, όπως η Πλατεία Εξαρχείων. Τον ενδιαφέρει η αμεσότητα και η βιαιότητα που εκπέμπουν αυτού του είδους οι εικόνες αλλά και η βαρυσήμαντη πληροφορία της κάθε μιας ξεχωριστά.
Στα έργα αυτής της περιόδου, υπάρχει η αποσπασματικότητα, αλλά και ένας εσωτερικός ρυθμός που επιτρέπει στο θεατή μια διαφορετική ανάγνωση του χρόνου όπου σχολιάζονται οι αναμνήσεις. Ο χρόνος ξετυλίγεται στο έργο του όπου η γυναικεία φιγούρα, τρυφερή και μελαγχολική συνάμα, ρεμβάζει, σκέφτεται και ο θεατής αναλογίζεται.
Οι εικόνες του Ανδρέα Κοντέλλη λειτουργούν πλαστικά ως αφηγήσεις χωρίς όμως να μένουν στην πρώτη ανάγνωση της αφήγησης. Ένταση και εσωτερική ζωή είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της ζωγραφικής του, με το φως να παίζει τον πρωταρχικό ρόλο στις συνθέσεις του. Μιας ζωγραφικής που προκαλεί βαθιά συναισθήματα και που από τα πρώτα ως τα τελευταία του έργα μαρτυράει μια πορεία ωρίμανσης και εξέλιξης, μια πορεία όπου ο καλλιτέχνης δεν φοβάται να ακολουθήσει τις εσωτερικές του παρορμήσεις και να αναμετρηθεί με νέους τρόπους προσέγγισης των θεμάτων του.
Last modified: 11/10/2020