Ο Χριστόφορος Κατσαδιώτης χρησιμοποιεί αποκλειστικά την οξυγραφία για να εκφραστεί. Περνάει τη μήτρα με βερνίκι, βάζει την πρώτη γραμμή, τη βάζει στο οξύ, μετά αρχίζει και γεμίζει τις φόρμες που έχουν δημιουργηθεί, ενώ χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές για να φτιάξει υφές. Στην τελευταία του δουλειά η μήτρα αποκτά μεγαλύτερη διάσταση, στο ίδιο χαρακτικό χρησιμοποιεί πολλαπλές μήτρες ενώ ταυτόχρονα προσθέτει στα έργα του χρώμα.
Για την επίτευξη του στόχου του, ο χαράκτης χρησιμοποιεί φωτογραφίες από βιβλία και περιοδικά, φτιάχνει κολλάζ με εικόνες που έχουν στοιχεία που τον ενδιαφέρουν αισθητικά ή βγάζει φωτογραφίες προσώπων, προϊόντων και λογής λογής αντικειμένων.
Οι επιρροές του ποικίλουν αλλά το αποτέλεσμα μαρτυρά μια πολύ προσωπική και αναγνωρίσιμη γραφή. Έχει εμπνευστεί από το αστικό τοπίο της Θεσσαλονίκης, από τους Πολωνούς που χρησιμοποιούν στα χαρακτικά τους κενό φόντο, από τα κεφάλια του Francis Bacon, που με αφετηρία τη φωτογραφική εικόνα της παραμάνας που κραυγάζει, από το Θωρηκτό Ποτέμκιν, έφτιαξε μια σειρά από τα καλύτερα ίσως έργα του που έχουν να κάνουν με την ανθρώπινη κραυγή, από το γερμανικό εξπρεσιονισμό.
Ανθρώπινα συμπλέγματα και ζωόμορφοι άνθρωποι εξακολουθούν να είναι μερικά από τα θέματά του. Όμως οι φιγούρες του μεγαλώνουν, οι μορφές του από τερατόμορφες γίνονται πιο ανθρώπινες και πιο εκφραστικές και όλο και πλησιάζουν περισσότερο το θεατή.
Με την αλλαγή διάστασης της μήτρας, αλλάζει και η σύνθεση.
Τα μικροσκοπικά ανθρώπινα κεφάλια εξακολουθούν να υπάρχουν για να εκφράσουν το πλήθος που κραυγάζει. Aλλά αυτή τη φορά στο ίδιο χαρακτικό προστίθεται και μια μεγάλη φιγούρα που αυτόματα αλλάζει την οπτική γωνία από την οποία ο θεατής βλέπει το έργο. Οι τίτλοι των έργων, μαρτυρούν αυτοτελείς ιστορίες, αφήγηση και προσωπικές εξομολογήσεις: «Δούρειος Ίππος», «Ρέκβιεμ», «Το όνειρο του Βελάσκεθ», «Οι πολιτικοί μας», «Η εκδίκηση της κοκκινοσκουφίτσας», «Εδώ δεν είναι παιχνιδότοπος», «Αλκοόλ για δύο»…
Υπάρχουν αναφορές στην ιστορία της τέχνης, στην ιστορία, στα παραμύθια και τους λαϊκούς μύθους, αλλά και στη σκληρή πραγματικότητα. Η κρίση εκφράζεται με χαρακτικά όπως ο Καραγκιόζης αλλά και με εικόνες όπως αυτή των ανθρώπων στο σουπερμάρκετ. Το πλήθος του είναι τραγικές μορφές που βρίσκονται άλλοτε πίσω ή μπροστά από κάγκελα και άλλοτε σε αναγνωρίσιμους δημόσιους χώρους, σε συναθροίσεις. Τα ζώα του, μετατρέπονται σε μπαλόνια που πετάνε ή σε ξύλινα παιχνίδια. Ένταση στις γραμμές και στο χρώμα, αγχώδης γραφή, σχεδιαστικές παραμορφώσεις δίνουν στα θέματά του βασανισμένη και τραγική διάσταση.
Η πρώτη ανάγνωση γίνεται από το θεατή και στη συνέχεια αφήνεται να δημιουργήσει με τη φαντασία του τις δικές του ιστορίες. Η πραγματικότητα παραμορφώνεται με σκοπό να εκφράσει τα συναισθήματα και την ιδιαίτερη εσωτερική οπτική του καλλιτέχνη και το συγκινησιακό στοιχείο ενισχύεται με τη σκόπιμη χρήση – πέρα από την παραμόρφωση των μορφών – των έντονων χρωμάτων. Εξπρεσιονιστής στα όρια του σουρεαλισμού, ο Χριστόφορος Κατσαδιώτης φωτίζει και παραμορφώνει τις φιγούρες του σε μια ατμόσφαιρα έντασης και άγχους ενώ, παράλληλα, διερευνά με διεισδυτικότητα το ψυχικό βάθος των θεμάτων του.
Πρόκειται για μια καθαρά προσωπική γλώσσα και για μια σύγχρονη ματιά απέναντι στα πράγματα που λαμβάνει σοβαρά υπόψη της τόσο την πρόσφατη ιστορία μας όσο και την πνευματική μας κληρονομιά.
Last modified: 02/05/2017