Τατουάζ: Η τέχνη στο κορμί σου

Μαρία Ξυπολοπούλου
Φιλόλογος – Συντ. Θεμάτων Πολιτισμού

Μια  τέχνη  που  περπατά, τρέχει, μιλά, κοιμάται,  πίνει,  κάνει  έρωτα,
πονά,  κλαίει,  γελά, πεθαίνει

Γνώρισα τον Πάνο Γεωργούλια μέσα από τη δουλειά που παρουσίασε τον περασμένο Ιούνιο στην Α.Σ.Κ.Τ., μια πτυχιακή εργασία που διέφερε από αυτές που βλέπουμε συνήθως. Το tattoo project που προτείνει ο νεαρός καλλιτέχνης, καρπός της πολυετούς ενασχόλησής του με την δερματοστιξία, αποτελεί ένα πρωτοποριακό εγχείρημα για τον ελληνικό χώρο και μας φέρνει κοντά στις πτυχές, της τόσο δημοφιλούς και πολλές φορές αμφιλεγόμενης τέχνης έχει αρχίσει να γνωρίζει πρωτοφανή άνθηση τα τελευταία χρόνια και στην Ελλάδα.
Κύριος στόχος της αναζήτησής του η διαφορετική παρουσίαση του αντικειμένου της δερματοστιξίας και πώς θα μπορούσε να εισαχθεί σε μια γκαλερί ή στην προκειμένη φάση σε ένα ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα όπως είναι η Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Η ενασχόλησή του Πάνου με το τατουάζ, στο οποίο αφιέρωνε τουλάχιστον δώδεκα ώρες τη μέρα, έμοιαζε αρχικά όπως αναφέρει ο ίδιος να μην συνάδει για πολλούς από τους καθηγητές του με το περιεχόμενο των σπουδών της Σχολής. Μετά από πολλές αντικρούσεις και λογομαχίες κυρίως στα πρώτα έτη σπουδών, αποφάσισε να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο με σκοπό να παρατηρήσει, να εκπαιδευτεί και να αποκτήσει νέες εμπειρίες συνυφασμένες με εκθέσεις ζωγραφικής σε μουσεία και galleries. Η αγάπη του για το αντικείμενο του τατουάζ, η συνεχής εξάσκηση και τριβή συνδυαστικά με την προσωπική του έρευνα πάνω στην ιστορία του tattoo τον βοήθησαν να διαμορφώσει τη δική του ταυτότητα και να έρθει να συνδέσει τους δύο αυτούς εκ πρώτης όψεως ασύνδετους κόσμους.
Στις συναντήσεις μας στο εργαστήριό του δεν έπαψε να αναφέρεται στο πόσο πολύ αγαπάει το αντικείμενό του αλλά και το πόσο τον απασχολεί να αναδείξει μια εικαστική πλευρά του αντικειμένου αυτού. Η συζήτηση ξεκίνησε με μια κλισέ ερώτηση που θα περίμενε να του κάνω και που φαντάζομαι ότι άκουσε συχνά και στη διάρκεια των σπουδών του αλλά και στην παρουσίαση της πτυχιακής του εργασίας. Νιώθει περισσότερο καλλιτέχνης ή τατουατζής; Υπάρχουν διαχωρισμοί ανάμεσα στα δύο; Συγκράτησα ωστόσο μέσα στις διάφορες απόψεις που ανταλλάξαμε μια φράση που ο Πάνος σημείωσε θέλοντας να απαντήσει σε αυτή την αφελή πλειν δικαιολογημένη ίσως απορία κάποιου που έρχεται πρώτη φορά σε επαφή με τον κόσμο των τατουάζ, και την οποία μεταφέρω «το μέσο έκφρασης στην τέχνη δεν είναι ούτε αντικειμενικό, ούτε υποκειμενικό. Είναι το περιεχόμενο μιας νέας εμπειρίας, όπου το υποκειμενικό και το αντικειμενικό έχουν τόσο στενή συνεργασία ώστε κανένα από τα δύο δεν υπάρχει πλέον αφ εαυτού»(John Dewey). Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…

Πώς η τεχνική του τατουάζ εντάσσεται και έχει επηρεάσει την εικαστική σου δουλειά;
Θεωρώ το τατουάζ μια εφαρμοσμένη τέχνη γιατί κατά πλειοψηφία όσος κόσμος έχω γνωρίσει από το χώρο του τατουάζ κατά τη διάρκεια των ταξιδιών μου στο εξωτερικό δεν έχει επαφή με μουσεία και γκαλερί και δεν παρακολουθεί τα εικαστικά δρώμενα, οπότε θεωρητικά δεν διαθέτουν τις γνώσεις και την αντίστοιχη εμπειρία ώστε να συγκρίνουν τη δική τους τεχνική με αυτό που λέμε «Τέχνη». Μιλώντας όμως για τη  δική μου προσωπική περίπτωση που έχω συνδυάσει το επάγγελμα του «τατουατζή» με τις εικαστικές σπουδές στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, το μοτεράκι λειτουργεί ως εργαλείο δουλειάς και τόσο για τα τατουάζ όσο και για τα έργα. Όπως ο κάθε εικαστικός επιλέγει τα μέσα και τα υλικά που τον εκφράζουν, π.χ. ο ζωγράφος το πινέλο, ο γλύπτης τον πηλό κ.ο.κ., έτσι και εγώ επιλέγω να δουλέψω με αυτό. Από την άλλη, δεν μπορώ να απαντήσω με ακρίβεια εάν η τεχνική του tattoo έχει επηρεάσει την εικαστική μου δουλειά ή εάν εγώ  έχω επηρεαστεί από το τατουάζ. Ασχολούμαι με αυτό το αντικείμενο τουλάχιστον εννέα χρόνια και πρόκειται για μια ιδιαίτερα γνώριμη τεχνική που πλέον λειτουργεί αυτόματα για εμένα.

Τι σε οδήγησε να ασχοληθείς με την δερματοστιξία και αφήσεις πίσω σου την επιφάνεια του καμβά;
Η ζωγραφική μου δουλειά χαρακτηριζόταν ανέκαθεν από «dark» στοιχεία και μια γενικότερη σκοτεινή, ωμή θεματολογία. Όταν ξεκίνησα πριν δέκα χρόνια να ασχολούμαι με το τατουάζ επικρατούσε και εκεί μια dark – gothic αισθητική που ήρθε και «κούμπωσε» με την δική μου. Αυτό βέβαια με ευνόησε ιδιαίτερα καθώς βοήθησε στο να προσελκύσω επαγγελματικά ανθρώπους του ευρύτερου κύκλου μου που γνώριζαν τη δουλειά μου και να αρχίσουν να μου ζητάνε σχέδια για τατουάζ. Εκείνη την εποχή, οι περισσότεροι «τατουατζήδες» δεν είχαν ακόμη γνώσεις ζωγραφικής και οι τεχνικές ήταν περιορισμένες. Σιγά-σιγά το ένα σχέδιο έφερε το άλλο και όλα μπήκαν σε μια επαγγελματική ροή. Την επιφάνεια του καμβά δεν θεωρώ ότι την εγκατέλειψα πότε. Αναγκάστηκα να κάνω κάποιες παύσεις καθώς το τατουάζ απαιτεί χρόνο και αφοσίωση. Ωστόσο, θα έλεγα ότι είμαι πλέον έτοιμος να ξαναμπώ στους καμβάδες και να ξαναπιάσω τα πινέλα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η κοινωνική ιστορία του τατουάζ ως πολιτιστικό φαινόμενο στις αρχές του 20ου αιώνα (π.χ. γυναίκες της δεκαετίας του 30, συμμετοχή ανθρώπων με τατουάζ στα Freak Shows κ.α.) Το τατουάζ μοιάζει μετά από πολλές προσπάθειες σήμερα να κερδίζει την κοινωνική αποδοχή. Ωστόσο, πιστεύεις ότι έχει καταφέρει να αναγνωριστεί ως μια μορφή τέχνης;

Το τι ορίζεται ως τέχνη νομίζω ότι παραμένει εδώ και αιώνες ένα δύσκολο ερώτημα και σίγουρα δεν είμαι εγώ ο αρμόδιος να το απαντήσω. Η διαφορά του «τατουατζή» με τον tattoo artist έγκειται στο ότι ο δεύτερος ειδικεύεται σ’ ένα στυλ και δεν τα κάνει όλα κατά παραγγελία. Ο τίτλος «artist» κατακτιέται με την πάροδο του χρόνου και με σκληρή δουλειά.
Το τατουάζ στις μέρες μας έχει εξελιχθεί πάρα πολύ συγκριτικά με τις προηγούμενες δεκαετίες. Δημιουργούνται συνεχώς καινούριες τάσεις και η αισθητική αλλάζει. Ταξιδεύοντας, έχω παρατηρήσει πως έχουν αρχίσει να φαίνονται τα πρώτα θετικά σημάδια από κάποιες γκαλερί που εντάσσουν σταδιακά μέσα στο χώρο τους tattoo projects, δίπλα από εγκαταστάσεις, πίνακες ζωγραφικής κ.ο.κ. Αυτό δείχνει μια καλή διάθεση ως προς το να ενταχθεί και να αναγνωριστεί ευρύτερα το τατουάζ από τον εικαστικό χώρο.
Τώρα από την άλλη, όσον αφορά την  αναγνώριση από την κοινωνία, σε σχέση με 30 χρόνια πριν, το τατουάζ έχει βρει σήμερα τη θέση του και είναι περισσότερο αποδεκτό. Γονείς των παλαιότερων γενεών που βλέπανε νέους με τατουάζ και τους αντιμετώπιζαν επικριτικά έχοντας την στερεοτυπική αντίληψη πως η δερματοστιξία προέρχεται από και για τους ανθρώπους του περιθωρίου, ναυτικούς και φυλακισμένους, σήμερα βλέπουν τα παιδιά τους και τους φίλους των παιδιών τους με πολύχρωμα σχέδια στο σώμα τους που μοιάζουν πλέον πολλές φορές με έργα που θα βλέπανε σε εκθεσιακούς χώρους ζωγραφικής.
Μιλώντας ωστόσο για την αναγνώριση του τατουάζ από τον κοινωνικό ιστό θα μπορούσα να αναφερθώ και στη δική μου περίπτωση. Παρόλο που οι καθηγητές μου θαύμαζαν και επαινούσαν τον τρόπο με τον οποίο ζωγράφιζα, κατέβαλλαν αρκετή προσπάθεια ώστε να με κατευθύνουν και να με μυήσουν στη δική τους «παραδοσιακή» οπτική της τέχνης καθώς από τη μια πλευρά θεωρούσαν ότι το τατουάζ είναι κάτι που δεν φαίνεται να έχει μέλλον και από την άλλη πλευρά διότι διενεργείται κατά παραγγελία του εκάστοτε πελάτη.

Αλήθεια, πόσο μεγάλη είναι η σκηνή των καλλιτεχνών δερματοστιξίας στην Ελλάδα;
Αν και η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα και η σκηνή των «τατουατζήδων» δεν είναι τόσο μεγάλη αναλογικά με το εξωτερικό, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια πώς το επίπεδο των Ελλήνων «τατουατζήδων» είναι αρκετά υψηλό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Η κρίση και οι σχετικά χαμηλές τιμές των τατουάζ στη χώρα μας, λειτουργούν πιστεύω ως κίνητρο για τους επαγγελματίες του χώρου ώστε να επιδιώκουν συνεχώς να εξελίσσονται και να γίνονται καλύτεροι. Όσον αφορά όμως τις ιδέες και τη φαντασία στα σχέδια σε σχέση με αυτά που βλέπω στο εξωτερικό, το κοινό των τατουάζ στην Ελλάδα θεωρώ ότι είναι ακόμη αρκετά διστακτικό απέναντι στο να δοκιμάσει κάτι διαφορετικό και ίσως και πιο «τρελό».

Στατιστικά οι άντρες είναι περισσότεροι στο χώρο του τατουάζ από ότι οι γυναίκες. Πιστεύεις ότι είναι πράγματι « αντρική» τέχνη;
Τα τελευταία χρόνια έχουν μπει πολλές γυναίκες στο χώρο του τατουάζ. Αυτό συνδέεται πιστεύω και με την εξέλιξη της αισθητικής όσο και με την ιστορική εξέλιξη των τατουάζ, από πρακτική συνδεδεμένη με το στιγματισμό, το περιθώριο και τους φυλακισμένους σε μια καλλιτεχνική αλλά και επαγγελματική δραστηριότητα. Το tattoo machine ή αλλιώς το «μοτεράκι» λειτουργεί ως ένα μέσο που ο καθένας ανεξαρτήτως φύλου μπορεί να το διαχειριστεί όπως θέλει.

Άλλοτε από έρωτα, από πίστη ή σηματοδοτώντας την απώλεια, ποια είναι τα πιο συνήθη κίνητρα που οδηγούν κάποιον στο τατουάζ; Θα θέλαμε να μοιραστείς μαζί μας κάποιες από τις εμπειρίες σου στο χώρο αυτό.

Σίγουρα οι λόγοι για τους οποίους επιλέγει ο καθένας να κάνει ένα τατουάζ ποικίλουν. Πολλές φορές το τατουάζ μπορεί να αντιπροσωπεύει απλά και μόνο έναν τρόπο διακόσμησης του ανθρώπινου σώματος. Προσωπικά, ωστόσο, πιστεύω ότι το τατουάζ θα πρέπει να συμβαδίζει με τις προσωπικές μας πεποιθήσεις, τα πιστεύω μας και να υποδηλώνει αυτό που πραγματικά είμαστε. Η αλήθεια είναι ότι δεν συμπαθώ και τόσο τα τατουάζ που απλά διενεργούνται «επιφανειακά» δηλαδή απλά και μόνο για να γίνουν, χωρίς κάποιο ουσιαστικό λόγο ή ερμηνεία, διακοσμώντας έτσι το ανθρώπινο σώμα ( δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι δεν μου αρέσει να τα βλέπω ή ακόμα και να τα θαυμάζω).
Για εμένα έχει μεγάλη σημασία να χτίζω μια σχέση με τον εκάστοτε «πελάτη», να έρθω σε πιο κοντινή επαφή μαζί του μέσα από το εκάστοτε σχέδιο και ασφαλώς να με εκφράζει δημιουργικά η διαδικασία. Αξίζει να σημειώσουμε μιλώντας για τα σχέδια των τατουάζ το πόσο ο χρόνος μπορεί να εξελίξει τα σύμβολα και τις σημασίες τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το σύμβολο της σβάστικας, το οποίο στις μέρες μας αναγνωρίζεται ως ένα ναζιστικό σύμβολο και είναι συνυφασμένο με το ναζισμό ενώ παλαιότερα, σε άλλες εποχές το τατουάζ που απεικονίζει τη σβάστικα ανευρίσκεται σε κρατούμενους με αναρχικές πεποιθήσεις των φυλακών τις Ρωσίας. Το ακραίο αυτό παράδειγμα συνοψίζει την ιστορία ολόκληρων αιώνων.

Υπάρχουν περιπτώσεις πελατών που σου αφήνουν το περιθώριο να δημιουργήσεις ελεύθερα κάποιο δικό σου μοτίβο; Από πού αντλείς συνήθως τις ιστορίες σου;
Η αλήθεια είναι ότι δεν είδα ποτέ το τατουάζ σαν δουλειά. Το μοτεράκι μου αντιπροσωπεύει το μέσο της καλλιτεχνικής μου έκφρασης. Η σχέση με τους πελάτες αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στο χώρο του τατουάζ, μια σχέση που πάνω απ’ όλα απαιτεί σεβασμό στη διαφορετικότητα, ειλικρίνεια, υπομονή, ευελιξία και θεμέλια για τη δημιουργία μιας σχέσης εμπιστοσύνης. Συνήθως δουλεύω με τον εξής τρόπο. Δίνω σε κάθε ενδιαφερόμενο ένα έντυπο στο οποίο του ζητάω να μου συμπληρώσει τις προτιμήσεις του, τις συνήθειές του καθώς και τι θα τον ήθελε ως σχέδιο, ποιοι είναι συμβολισμοί του κλπ. Μέσα από αυτή τη διαδικασία, προσπαθώ να γνωρίσω σε ένα πρώτο στάδιο τον άνθρωπο που να συνεργαστώ ώστε οι πληροφορίες αυτές να με οδηγήσουν στο τελικό design. Ειδικά τα τελευταία χρόνο που έχω απομακρυνθεί από τη λογική των μαγαζιών τατουάζ, έχω διαμορφώσει το δικό μου ύφος και ο κόσμος που με ακολουθεί έρχεται για αυτό. Επομένως θα έλεγα ότι έχω αρκετή ελευθερία και εμπιστοσύνη από τους ενδιαφερόμενους στο πώς θα χειριστώ το σχεδιαστικό κομμάτι.

Έχεις ασχοληθεί παλαιότερα ωστόσο κα με το graffiti, ευρύτερα γνωστός και ως Polis Decay. Ο όρος αποσύνθεση(decay) πιστεύεις ότι αντιπροσωπεύει τη γενικότερη εικόνα της σύγχρονης αθηναϊκής πόλης;

Ξεκίνησα το graffiti από πολύ μικρή ηλικία, το Polis Decay είναι η υπογραφή που άφηνα στα σχέδιά μου και που ονομάζουμε στο χώρο μας «ταγκιά» από τον αγγλικό όρο tag που σημαίνει υπογραφή που γίνεται με σπρέι ή μαρκαδόρο σε έναν τοίχο από τον καλλιτέχνη ενός γκράφιτι ή και μόνη της χωρίς κάποιο άλλο σχέδιο. Η λέξη «decay» (ελλ. αποσύνθεση) είναι μια λέξη που εκφράζει την ανησυχία της εφηβικής μου ηλικίας και της τότε αισθητικής που είχα υιοθετήσει. Θεωρώ ότι το κέντρο της Αθήνας, εκείνη την περίοδο βρισκόταν πράγματι σε μεγάλη «αποσύνθεση». Πολλά σημεία και περιοχές παραμένουν έτσι. Προσωπικά πιστεύω ότι η ομορφιά μιας πόλης είναι κάτι υποκειμενικό όσο υποκειμενικό είναι και εάν θα αρέσει σε κάποιον ένα έργο τέχνης. Η Αθήνα μού δίνει συνεχώς ερεθίσματα λόγω του ότι βρίσκεται – ειδικά τα τελευταία χρόνια – σε μια μεταβατική κατάσταση όπου συμβαίνουν και καλές αλλά και «κακές» αλλαγές. Το εάν βρίσκεται σήμερα στην καλή ή την κακή της φάση δεν νομίζω ότι είμαι στην κατάλληλη θέση να το κρίνω. Πλέον έχω κάνει μια παύση στη δραστηριότητά μου που αφορά το graffiti, έχω κρατήσει όμως την ονομασία polis decay για το στούντιο όπου εργάζομαι.

Στην παρουσίαση του tattoo projects  (μέρος της πτυχιακής σου εργασίας) επέλεξες να τοποθετήσεις το θεατή σε ένα εργαστήριο που θυμίζει ενίοτε και cabinet de curiosité. Θα θέλαμε να μας μιλήσεις για αυτή την επιλογή και τη δουλειά που παρουσίασες τον περασμένο Ιούνιο.

Η ενασχόληση μου με το τατουάζ επηρέασε τον πυρήνα της εικαστικής μου δουλειάς και μου έδωσε την κεντρική ιδέα για τη δημιουργία και παρουσίαση 30 κάδρων με σχέδια σε ψηφιακή μορφή που χρησιμοποιώ πριν κάνω τατουάζ και 40 έργων με γλυπτική διάσταση που αποτελούνται από γυάλες με ρεαλιστική προσομοίωση σημείων της ανθρώπινης σάρκας που φέρουν τατουάζ συνοδευόμενες από καρτέλες με την ιστορία και την προέλευσή τους. Στην έκθεση επέλεξα να μεταφέρω την εικόνα του προσωπικού μου χώρου εργασίας και δημιουργίας και να εκθέσω εκτός από τη σειρά έργων που περιέγραψα και άλλα αντικείμενα που έχω ανταλλάξει με φίλους και συνεργάτες από όλο τον κόσμο. Θέλοντας να φέρω σε επαφή τους επισκέπτες της έκθεσης, που στην πλειοψηφία τους είναι ένα κοινό που ακολουθεί τις εικαστικές τέχνες και πολύ πιθανό να μην είναι εξοικειωμένο με την πρακτική και τις τεχνικές του τατουάζ, αποφάσισα, κατά τη διάρκεια της έκθεσης να εντάξω στο project και μια ενότητα live performance κατά την οποία πραγματοποίησα τατουάζ σε όποιους ήθελαν ακολουθώντας τον τρόπο που δουλεύω και στο εργαστήριό μου. Μέσα από αυτήν την διαδικασία επεδίωξα αφενός την εξοικείωση των επισκεπτών με ένα άγνωστο αντικείμενο και χώρο ως προς αυτούς, και έπειτα να δείξω πως τα σχέδια των τατουάζ μπορεί να είναι αναρίθμητα όπως και οι προσωπικότητες των ενδιαφερόμενων ανθρώπων.

Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών μου στο εξωτερικό, είχα την ευκαιρία να επισκεφτώ μουσεία εγκληματολογίας και τατουάζ που με έφεραν σε επαφή με την αισθητική των cabinets de curiosité. Το τατουάζ, σε κάθε περίπτωση, ήταν ένα δύσκολο και πρωτόγνωρο θέμα για το πλαίσιο των εργασιών της Σχολής Καλών Τεχνών αλλά και για τους ίδιους τους καθηγητές μου κάτι που τους δυσκόλευε στο να με συμβουλέψουν και να με κατευθύνουν. Αρχικά όπως είπα και παραπάνω, η πρώτη αντίδρασή τους στην πρότασή μου ήταν αποτρεπτική. Ωστόσο, το τέλος ήταν πολύ ευχάριστο καθώς η προσπάθεια να εξελιχθώ και να δώσω νέες διαστάσεις στο τατουάζ και η αγάπη για το αντικείμενό μου ανταμείφτηκαν από τους καθηγητές της εξεταστικής επιτροπής, οι οποίοι αποφάσισαν να μου δώσουν την μεγαλύτερη βαθμολογία (10)  για τους υποψηφίους του έτους μου. Για εμένα αυτός ο βαθμός αποδεικνύει κυρίως ότι η έρευνα και η επιμονή για κάτι το οποίο αγαπάς οδηγεί στο σωστό δρόμο, είτε πρόκειται για εγκατάσταση, για ζωγραφική ή performance κ.ο.κ.  Αυτό που είναι σημαντικό είναι να βγαίνει από μέσα σου και να εκφράζει την αλήθειά σου.

Κομμάτια δέρματος μέσα σε μικρές γυάλες: ένα από τα έργα του project που προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στους θεατές.

Για τη σειρά των έργων με τις γυάλες χρησιμοποίησα σιλικόνη και την διαχειρίστηκα με τον ίδιο τρόπο που κάνω τατουάζ πάνω στα σώματα των ανθρώπων. Νομίζω πως τελικά προσέδωσε το επιθυμητό αποτέλεσμα ενώ στα μάτια του θεατή πέτυχε η ψευδαίσθηση ότι είναι σαν πραγματικό δέρμα. Βασικό ερέθισμα για την σειρά αυτή στάθηκε η επίσκεψη στα μουσεία εγκληματολογίας όπως του Οχάιο και του Άμστερνταμ όπου δέρματα με τατουάζ τα οποία είχαν ληφθεί από άτομα που είχαν αποβιώσει ή είχαν σκοτωθεί μετατρέπονταν σε εκθέματα. Το θέαμα αρχικά με ξάφνιασε και με σόκαρε ενώ στη συνέχεια μου προκάλεσε περιέργεια γεγονός που με οδήγησε και στην έρευνα του project της πτυχιακής μου εργασίας. Σημαντικό ρόλο σε αυτή την αναζήτηση έπαιξε και η θεματολογία των έργων του πλέον αγαπημένου μου φωτογράφου Joel Peter Witkin η οποία βασίζεται σε θέματα όπως ο θάνατος, οι εκ φύσεως παραμορφώσεις κάποιων ανθρώπινων σωμάτων ή οι αναφορές σε νάνους, διεμφυλικούς κ.α. καθώς και η δουλειά του σουρεαλιστή γλύπτη Ron Mueck όπου αποδίδει με ψυχαναγκαστική ακρίβεια τις υφές του ανθρώπινου δέρματος.

Προσωπικά, ωστόσο, δεν ξέρω εάν είμαι σε θέση να αναγνωρίσω τι προκάλεσε μεγαλύτερη εντύπωση στους επισκέπτες και εάν ξεχώρισαν τη ρεαλιστική απεικόνιση των δερμάτων ή την live performance της διαδικασίας αποτύπωσης των τατουάζ στο ανθρώπινο σώμα. Σκοπός μου μέσα από αυτό το project ήταν να δημιουργήσω μια γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ ατόμων που προέρχονται από δύο διαφορετικούς χώρους (τατουάζ και σύγχρονη τέχνη) ώστε να συζητήσουμε και να ανταλλάξουμε απόψεις για το αντικείμενο στο οποίο ο  καθένας μας εργάζεται και αγαπάει. Χαίρομαι ιδιαίτερα γιατί καθώς ολοκληρώθηκε ο κύκλος αυτός διαπίστωσα ότι η έκθεση λειτούργησε σαν ένα μικρό «tattoo convention» (μια συνάντηση και έκθεση για τους επαγγελματίες και λάτρεις των τατουάζ καθώς και για όποιον ενδιαφέρεται να δει τον κόσμο του τατουάζ από κοντά συγκεντρωμένο σε ένα εκθεσιακό χώρο) και αυτό μου άρεσε πολύ. Δεν ήταν λίγοι οι επισκέπτες που επεδίωξαν όχι μόνο να αντλήσουν πληροφορίες για εμένα και τη δουλειά μου αλλά έδειξαν και ενδιαφέρον να κάνουν τατουάζ εκείνη τη στιγμή χωρίς δεύτερες σκέψεις.
Πιστεύω ακράδαντα ότι όλα μπορεί να είναι ή να μην είναι τέχνη. Η τέχνη δεν μπαίνει σε καλούπια και δεν βασίζεται σε κανόνες ή κατευθυντήριες γραμμές. Είναι ελευθερία και συναίσθημα. Είναι μια κατάσταση δυναμική. Τι έπεται; Δουλειά, δουλειά, δουλεία.

Last modified: 22/11/2017