Στοκχόλμη: Οι εντυπώσεις της Ελένης Γαλάνη
από την επίσκεψή της σε μια Αόρατη Έκθεση…
Μια επιγραφή στην είσοδο μας ζητά «τυφλή» εμπιστοσύνη.
Μαζί μας (εκτός από εμένα και το συνοδό μου) περιμένουν για την ξενάγηση ο Τζάκσον, η Κέιτ και η Μαίρη Άν από τη Σουηδία και τις ΗΠΑ.
Η εξωτερική αίθουσα, ο μοναδικός φωτεινός χώρος της έκθεσης, είναι εξοπλισμένη με επιτραπέζια παιχνίδια και κύβους του ρούμπικ. Υπάρχουν έξι γραφομηχανές με αντίστοιχο αριθμό πλήκτρων. Ο ξεναγός μας ονομάζεται Ματ και είναι τυφλός εκ γενετής – με πλήρη απώλεια της όρασης. Μας εξηγεί συνοπτικά το σύστημα Μπράιγ και με τη βοήθεια ενός πίνακα μάς ζητά να πληκτρολογήσουμε το όνομά μας στο εισιτήριο. Μετά διαβάζει τα ονόματά μας δυνατά, ψηλαφώντας τις μικρές τρύπες στο χαρτί με τα δάκτυλα.
Μια πόρτα ανοίγει και μπαίνουμε σε έναν χώρο απόλυτα σκοτεινό. Δεν έχουμε καλυμένα τα μάτια, δεν χρειάζεται, δεν υπάρχει πουθενά κανένα φως. Δεν ακούγεται κανένας ήχος, μόνο η φωνή του Ματ, που μας καθοδηγεί πώς θα προχωρήσουμε: «με το ένα χέρι κρατάμε τον τοίχο στα δεξιά, με το άλλο προτεταμένα ελαφρά μπροστά από το στήθος προχωράμε με αργά, σταθερά βήματα». Σαν σε χορό, σε πρόβα.
Είναι πιο δύσκολο απ’ ό,τι περίμενα.
Από την αφή και τη θερμοκρασία του υλικού που αγγίζω αντιλαμβάνομαι πως πρόκειται για λαμαρίνα και υποθέτω πως βρίσκομαι σε μια κουζίνα. Ύστερα ο τοίχος, όπου στηρίζομαι, σταματά απότομα. Κενό. Βαδίζουμε προς έναν άλλο χώρο, άγνωστο.
Εδώ ακούγεται δυνατά κλασική μουσική. Υπάρχουν στη σειρά τοποθετημένα αγάλματα. Αγγίζω την κρύα επιφάνεια της πέτρας και προσπαθώ να ανασυνθέσω την εικόνα τους με την αφή. Είναι δύσκολο. Πρέπει κανείς να συνδυάζει πολλές πληροφορίες ταυτόχρονα και με ταχύτητα, να ανασυνθέτει σπαράγματα αφής, θερμοκρασία και σχήματα. Ο συνοδός μου τα καταφέρνει καλύτερα από μένα. Μαντεύει σωστά τα τρία από τα πέντε γλυπτά. Απογοητευμένη εγώ εγκαταλείπω την προσπάθεια.
Μπαίνουμε σε έναν τρίτο χώρο. Η αίσθηση εδώ αλλάζει δραστικά. Υπάρχουν πολλοί ετερόκλητοι ήχοι, έντονοι και διάσπαρτοι. Ο θόρυβος που δημιουργούν με αποσυντονίζει, νιώθω μια αόριστη αίσθηση απειλής. Θυμάμαι μια ιατρική εξέταση σε μαγνητικό τομογράφο που χρειάστηκε να κάνω πρόσφατα: ξαπλωμένη στον κλειστό χώρο του μηχανήματος μου κάλυψαν τα αυτιά με ακουστικά, απ’ όπου εκπέμπονταν για πέντε περίπου λεπτά ήχοι σε πολύ υψηλές συχνότητες. Η ακοή ήταν, νομίζω, το πιο δύσκολο κομμάτι σε αυτή την εμπειρία. Το πιο παράξενο. Μια αίσθηση ανοίκεια, έντονα κλειστοφοβική.
Σταδιακά περνάμε τώρα σε έναν τέταρτο χώρο όπου ακούγεται ήχος από κύματα και κρωξίματα γλάρων: ένα αίσθημα αυτόματα χαλαρωτικό. Με έκπληξη συνειδητοποιώ πως διαισθάνομαι την ανθρώπινη παρουσία δίπλα μου πιο έντονα και πιο καθαρά από πριν: από τη θερμότητα που εκπέμπουν τα σώματα, μέσα από μια «σωματική» αίσθηση παλλόμενης ενέργειας, αντιλαμβάνομαι την ανάσα τους, την πυκνότητά της με έναν τρόπο πρωτόγνωρο, το βάρος της παρουσίας τους, τη ζωή.
Σε αυτή την ξενάγηση, σε ό,τι με αφορά τουλάχιστον, μοιάζουν να είναι η ακοή, μαζί με τη θερμοκρασία εξίσου σημαντικές με την αφή. Οι υφές, οι μυρωδιές παίζουν σημαντικό ρόλo – η δε μυρωδιά καταλυτικό σε ορισμένες περιπτώσεις.
Τελευταίο δωμάτιο: ένας χώρος με δυο καναπέδες όπου ακούγεται mainstream μουσική. Ο Ματ μάς ζητά να καθίσουμε και να παραγγείλουμε ό,τι θέλουμε. Κάθεται κι εκείνος, μας σερβίρει μπύρες. Θα απαντήσει στις ερωτήσεις μας: « Στη Σουηδία τα παιδιά με απώλεια όρασης πηγαίνουν σε κανονικά σχολεία όπου υποστηρίζονται από ειδικούς δασκάλους». «Υπάρχει ειδική υπηρεσία χρηματοδοτούμενη από το κράτος για τη μετακίνηση από το σπίτι στην εργασία των ατόμων με προβλήματα όρασης, όμως η αναμονή για έναν σκύλο/ οδηγό είναι μεγάλη, περίπου τρία χρόνια». «Με τη βοήθεια της τεχνολογίας (voice over σε κινητά τηλέφωνα, audio books, GPS, το SIRI, η εφαρμογή text to speech κλπ) τα άτομα με προβλήματα όρασης ενημερώνονται πια εύκολα και χωρίς πρόβλημα συμμετέχουν στα κοινωνικά δίκτυα (π.χ. facebook)». «Υπάρχει βιβλιοθήκη με βιβλία στο σύστημα Μπράιγ στον χώρο, όμως δεν ανανεώνεται συχνά καθώς οι περισσότεροι προτιμούν τα e-books».
Τον ρωτάω τι από όλα στην καθημερινότητά του τον δυσκολεύει περισσότερο. «Οι έντονοι ήχοι, όπως στον δρόμο με τα αυτοκίνητα», μου απαντά. «Παρόλο που στη Σουηδία υπάρχουν γενικά καλές υποδομές για τους τυφλούς, συχνά συναντά κανείς κακοτεχνίες στους δρόμους, ειδικά τις περιόδους που γίνονται έργα».
Κάποιος σχολιάζει αρνητικά τη γεύση της γερμανικής μπύρας που πίνουμε. Τότε ο Ματ αναφέρει πως δοκίμασε πρόσφατα μια μπύρα ελληνική: προφέρει το όνομά της σε άπταιστα ελληνικά. Γέλια ακούγονται, μια αίσθηση σχεδόν σαρκική. Ακόμα και το χαμόγελο ακούγεται διαφορετικά στο σκοτάδι. Θαρρείς πυκνώνει η αναπνοή.
Καθώς μας αποχαιρετά, ο ξεναγός μας μάς υπενθυμίζει να ανοιγοκλείσουμε τα μάτια δυο τρεις φορές βγαίνοντας. Μια πόρτα ανοίγει, «προχωρήστε τώρα αργά και με προσοχή προς την έξοδο».
Βαδίζοντας προς τον έξω χώρο αναλογίζομαι με πόσο πολλούς, διαφορετικούς και απρόσμενα δημιουργικούς τρόπους αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο.
Την τεράστια δύναμη προσαρμογής που διαθέτει το ανθρώπινο μυαλό μας. Δευτερόλεπτα μετά, σαν ξανακερδισμένο δώρο, μπροστά μου, μέσα και γύρω μου: το φως.
Πόσες αισθήσεις μας «κλέβουν» τα μάτια;
Πόσο «πλήρης» μπορεί να είναι η πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε με την όραση και πόσα πράγματα χάνονται εξαιτίας της (μαζί με αυτή);
Η εικόνα είναι σαρωτική.
Η έκθεση The Invisible exhibition ξεκίνησε να παρουσιάζεται το 2007 στη Βουδαπέστη, στη συνέχεια στην Πράγα (2011) και στη Βαρσοβία την ίδια χρονιά. Από τον Σεπτέμβρη του 2016 μπορεί κανείς να την επισκεφθεί και στη Στοκχόλμη. Σύντομα θα λειτουργήσει σχετικός χώρος και στις ΗΠΑ.
Για περισσότερες πληροφορίες για το χώρο, επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του μουσείου https://osynligutstallning.se/en/ με ενδιαφέροντα μικρά βίντεο, στα οποία άτομα με προβλήματα όρασης απαντούν σε ερωτήσεις του κοινού.
Last modified: 27/05/2017