Τον γνωρίσαμε μέσα από την πρώτη του ατομική έκθεση με τίτλο Εντροπία και άρνηση τον Απρίλιο του 2014 στη Genesis Gallery. Ο Παναγιώτης Κεφάλας, νέος καλλιτέχνης, αποφοίτησε το 2013 από την Α.Σ.Κ.Τ. με άριστα. Παράλληλα σπούδασε φωτογραφία και γλυπτική στην Α.Σ.ΚΤ. Το 2011 με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. ( Erasmus) σπούδασε στην Ιταλία ζωγραφική και ανατομία στην Accademia di belle arti di Firenze με καθηγητή τον Calogero Saverio Vinciguerra. Γεννημένος στην Αθήνα το 1980 ξεκίνησε τις σπουδές του στο ΤΕΙ Αθήνας από όπου και αποφοίτησε το 2006. Τα βήματα του ωστόσο τον οδήγησαν σε ένα άλλο χώρο αυτό των εικαστικών όπου ξεκινάει μια ιδιαίτερα αισιόδοξη και πολλά υποσχόμενη πορεία.
«Δεν μπορούμε ούτε καν να διαπιστώσουμε που βρίσκονται αυτά τα παπούτσια… από το σκούρο άνοιγμα του εσωτερικού μέρους προβάλει αλύγιστος ο μόχθος των βημάτων της καθημερινής δουλειάς. Μέσα στο συμπαγές βάρος τους έχει μαζευτεί η καρτερικότητα του αργού βαδίσματος στις αυλακιές του αγρού. Πάνω στο δέρμα βρίσκεται η υγρασία, κάτω από τις πατούσες είναι χαραγμένη η μοναξιά του δρόμου κατά το ηλιοβασίλεμα. Μέσα από αυτά τα παπούτσια σέρνεται ο ανέκφραστος φόβος για την εξασφάλιση του ψωμιού και η ανατριχίλα για την απειλή του θανάτου» .
Πείτε μας λίγα λόγια για την έκθεση.
Η έννοια της εντροπίας, πρωτοεμφανίζεται τον 19ο αιώνα στον τομέα της θερμοδυναμικής και προβλέπει την μετατροπή της ενέργειας σε οποιαδήποτε συγκεκριμένο σύστημα, τη διάλυση κάθε οργάνωσης σε μια κατάσταση αταξίας και έλλειψης διαφοροποίησης. Από τη δεκαετία του 60 γίνεται συνειδητή η βαθιά εντροπική κατάσταση στην οποία βυθίζονται η επανάληψη των αγαθών στην αγορά των εικόνων και των λέξεων στα ΜΜΕ, έχοντας επίδραση και στο χώρο της τέχνης από καλλιτέχνες που υιοθετούν ή αμφισβητούν το μεταμοντέρνο κίνημα.
Οι ζωγραφικές εικόνες που παρουσιάστηκαν στην έκθεση αντλούν τη βασική θεματική τους προέλευση από πράγματα και καταστάσεις που στην καθημερινότητά μας περνούν απαρατήρητα. Ένα παλτό κρεμασμένο στον τοίχο, ένας άνθρωπος που στέκεται στη θάλασσα ένας καθρέφτης. Ένας από τους βασικούς μου στόχους ήταν να προβληματίσω και να δημιουργήσω ερωτήματα στο θεατή.
Η «πραγματικότητα» που παρουσίασα βρίσκεται σε συνάρτηση με την ψυχική διάθεση, τη νοσταλγία του χρόνου που εμπεριέχει μια εικόνα μνήμης καθώς απωθείται κα επανέρχεται θολή στην επιφάνεια αλλά και με το στοιχείο του ταξιδιώτη – εξόριστου σε αισθητό επίπεδο όπου η εξορία λειτουργεί ως συναίσθημα δυσαρμονίας που αποκαλύπτει η ρήξη ανάμεσα σε εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο, μια εξορία ως φύση του σύγχρονου ανθρώπου που από το ρομαντισμό και μετά διατρέχει τη δυτική κουλτούρα.
Ομίχλη. Ή μάλλον η αίσθηση της ομίχλης. Για τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο είναι ο χρόνος. Τα πρόσωπα βγαίνουν ή χάνονται στο ομιχλώδες τοπίο. Άλλοτε κρύβει και άλλοτε αποκαλύπτει το χρόνο Μερικές φορές είναι και η κάθαρση. Στο ταξίδι στα Κύθηρα ο γέρος επιστρέφει στον τόπο του και χορεύει. Για τον Ντοστογιέφσκι η ομίχλη είναι προέκταση της ψυχής των ηρώων. Είναι το μέρος που κινούνται οι αποκλεισμένοι. Οι μέσα και οι έξω.
Αυτό το φιλτραρισμένο φως φέρνει στο μυαλό τον Σεφέρη «Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε να αντικρύσετε τον ήλιο, χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε να αντικρύσετε τον άνθρωπο» ( Κίχλη) .
Αλήθεια, πόση σιωπή υπάρχει μέσα σε αυτό το υποκίτρινο τοπίο. Στις οικογενειακές θολωμένες φωτογραφίες, στη βάρκα στην ομίχλη, στην απεικόνιση των καθημερινών αντικειμένων.
Η σιωπή προκύπτει μέσα από τη δουλειά. Δεν είναι αυτοσκοπός. Πολλές φορές έχω προετοιμάσει το τι θα ζωγραφίσω, έχω επιλέξει το θέμα μου, δουλεύοντας οδηγούμαι στο να κάνω την εικόνα θολή. Θα έλεγα ότι το «θόλωμα» έχει πάρει μια στερεότυπη διάσταση πλέον. Έχουμε μάθει ή μάλλον έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε εστιασμένα έργα ενώ στην ιστορία της τέχνης υπάρχουν τόσα παραδείγματα όπου μπορεί κανείς να βλέπει πιο αφηρημένες εικόνες. Η ομίχλη ίσως προκύπτει και λίγο υποκειμενικά. Θεωρώ ότι μπορούμε μέσα της να κλείνουμε τα πράγματα. Λειτουργεί σαν ένα πέπλο που τα τυλίγει και τα φέρνει το ένα πιο κοντά στο άλλο. Τότε συνειδητοποιείς πολλές φορές ότι δεν απέχουν και τόσο πολύ τελικά.
Τι υπάρχει στο μη ορατό ; Κάτι φαίνεται να θέλετε να «κρύψετε» στους πίνακες. Αναρωτιέμαι, τι να αναζητήσει άραγε η φαντασία του θεατή;
Ο κάθε θεατής για εμένα θα αναζητήσει αυτό που ο ίδιος ψάχνει στους πίνακες μου. Στόχος μου είναι ο θεατής να παρατηρεί το έργο μου, να μπαίνει μέσα σε αυτό. Επιδιώκω την συμμετοχή του. Ίσως να είναι εν τέλει και ένας λόγος που με οδήγησε στο να κάνω έργα σε μεγάλα μεγέθη. Προσπαθώ να λειτουργήσει σωματικά κατά κάποιο τρόπο. Ο πίνακας να γίνει το σημείο απόδρασης για ένα σώμα, να φύγει από τη δική του πραγματικότητα. Το σκεπτικό μου είναι ότι παρουσιάζω κάτι πολύ απλό ως πρώτη ύλη «ένα παπούτσι» ένα παλτό, έναν καθρέφτη, ανθρώπους να στέκονται μπροστά σε ένα τοπίο. Η εντροπική φύση των πραγμάτων είναι αναπόφευκτη. Όμως αυτό που αλλάζει για εμένα είναι ο τρόπος που βλέπεις και προσεγγίζεις το κάθε αντικείμενο. Το επανατοποθετείς κατά κάποιο τρόπο. Υπάρχει μια εσωτερική υπόσταση σ έμενα και στο αντικείμενο. Το βλέπω σαν πραγματικό και αυτό θέλω να το περάσω και στον κόσμο, να το δει σαν μια πραγματικότητα.
Η εντροπία -αναφερθήκατε άλλωστε στην πρώτη σας ατομική έκθεση- έχει δύο διαστάσεις. Από τη μία αναφέρεται στην έλλειψη διαφοροποίησης αλλά από την άλλη και σε μια κατάσταση απόλυτης αταξίας. Μετά τη θερμοδυναμική εντροπία έχουμε την εντροπία της πληροφορίας και των αγαθών. Επειδή όμως μιλάμε για τέχνη, υπάρχει εντροπία της φαντασίας και της σκέψεις ;
Δεν θα μιλούσα για έλλειψη φαντασίας και σκέψης. Έχουμε ωστόσο συνηθίσει να ζητάμε μια αμεσότητα που στερεί από εμάς τη γόνιμη διαδικασία της αναζήτησης και του στοχασμού. Πιστεύω πως ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι καθοριστικός∙ θα πρέπει να οδηγεί το θεατή στην κατάσταση αυτή. Έχουμε υιοθετήσει μια ευκολία στην καθημερινότητά μας και την αναζητάμε παντού. Υπάρχει μεγάλο πρόβλημα επίσης με την εικαστική παιδεία μέσα στους θεσμούς. Όσον αφορά την τέχνη όμως και την εντροπία θα επανέλθω σε αυτό που είπα και νωρίτερα, η εντροπιακή κατάσταση είναι αναπόφευκτη , το θέμα είναι πώς θα την χειριστεί ο εκάστοτε που την αντιμετωπίζει και στην προκειμένη περίπτωση οι καλλιτέχνες.
Εντροπία και Άρνηση. Έχετε μια ιδιαίτερη αδυναμία στα παπούτσια του Βαν Γκογκ. Ποια θέματα είναι αυτά που σας εμπνέουν;
Εμπνέομαι από το χρόνο, τις αναμνήσεις, το περιβάλλον μου αλλά και την ίδια τη ζωγραφική. Η αλήθεια είναι ότι δεν αναφέρομαι άμεσα στην κοινωνική συγκυρία της κρίσης μέσα από τη δουλειά μου. Θεωρώ ότι το κοινωνικό σχόλιο μπορεί να γίνει και με τη μορφή ενός εσωτερικού σχολίου που εμπεριέχεται στο έργο. Όλα ξεκινάνε από ένα εσωτερικό στοχασμό. Μου αρέσει να αναρωτιέμαι για τον κόσμο που είναι γύρω που. Η κρίση που βιώνουμε είναι πολυδιάστατη∙ πνευματική, ηθική, κρίση ταυτότητας. Ακόμα και η ίδια η λέξη «κρίση» υποδηλώνει μια πολυσύνθετη έννοια. Το έργο τέχνης έχει αξία όταν έχει διαχρονικότητα. Ψάχνω λοιπόν έναν έμμεσο τρόπο να σχολιάζω στην κρίση. Για εμένα είναι μερικές φορές από μόνο του επαναστατικό το να αφιερώνουμε χρόνο σε μια εικόνα όταν περνάμε μπροστά από πολλές καθημερινά.
Η πρώτη σου ατομική έκθεση αποτέλεσε μια σημαντική γνωριμία με το κοινό και ένα δυναμικό ξεκίνημα στον εικαστικό χώρο. Θα θέλαμε να μας μιλήσετε για τα επόμενα σχέδιά σας;
Αυτό τον καιρό δουλεύω στο εργαστήριο μου όπως έκανα και πριν την ατομική έκθεση. Δεν προετοιμάζομαι για κάτι συγκεκριμένο.
Last modified: 20/07/2014