«Για να αγγίξουμε τα ενδότερα του εαυτού μας και του εικαστικού έργου της Ξανθίππης Τσαλίμη, χρειάζεται αντισταθούμε, να ξεφύγουμε από το ένστικτό αυτό που μας παρασύρει να αναζητήσουμε και να αναγνωρίσουμε μια εικόνα, την εικόνα του τοπίου. Καλούμαστε να νιώσουμε, παρά να δούμε, να ενεργοποιήσουμε τη φαντασία μας και όχι την κεκτημένη γνώση, να «εξετάσουμε» κι όχι να δώσουμε απαντήσεις», σημειώνει ο Neil Jacobs, Νεοϋορκέζος επιμελητής τέχνης. Πράγματι, η περιήγηση στην έκθεση της Ξανθίππης Τσαλίμη, αποτελεί για τον επισκέπτη ένα κάλεσμα σε ένα ταξίδι φαντασίας και συναισθημάτων. Ο όρος τοπίο παύει να υφίσταται με την κυριολεκτική του έννοια οδηγώντας το θεατή σε εικόνες ονειρικές, στην αναγνώριση της μάχης του πινέλου με τον καμβά, του συναισθήματος με τη δυναμική και ενίοτε διστακτική έκφραση και αποτύπωσή του. Ένας ακόμη λόγος για να ξεχωρίσει κανείς την δουλειά της νεαρής εικαστικού είναι ο τρόπος που επιλέγει να χειριστεί την χρωματική της παλέτα. Παίζοντας με τους τόνους άλλοτε σκοτεινοί και άλλοτε γήινοι, το άσαρκο χρώμα του πινέλου ντύνει ανεπαίσθητα την ζωγραφική επιφάνεια.
Με αφορμή την έκθεση της στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών , συναντήσαμε την νεαρή εικαστικό και συζητήσαμε μαζί της για τους «ονειρικούς τόπους» που αποτυπώνει στον καμβά καθώς και για την μέχρι σήμερα εικαστική της πορεία.
Τι είναι αυτό που σας συνδέει με τα τοπία που φιλοτεχνείτε;
Τα τοπία μου είναι οι κόσμοι μου, είναι οι αγωνίες μου, οι στιγμές μου.
Έχετε σκεφτεί στο μέλλον να εντάξετε και την ανθρώπινη φιγούρα στα έργα σας; Τι είναι αυτό σας κάνει να την έχετε αφήσει έξω από τους «ονειρικούς σας τόπους;».
Η ανθρώπινη ύπαρξη νιώθω ότι είναι παρούσα στα έργα μου, έστω και με την… απουσία της! Ίσως επειδή δεν αντιμετωπίζω το έργο μου ως παραστατική απεικόνιση ενός τοπίου. Το βλέπω σαν ψυχική κατάσταση, σαν μια στιγμή. Ίσως η ανθρώπινη φιγούρα να προστεθεί κάποια στιγμή εάν κρίνεται αναγκαία. Στην ενότητα αυτή νομίζω πως απλά υπονοείται.
Τα χρώματα που χρησιμοποιείτε είναι σε γήινους τόνους και ευδιάκριτα, χωρίς ανάμειξη. Θα ήθελα να μας μιλήσετε λίγο για το πώς λειτουργεί το χρώμα για εσάς.
Νομίζω πως έχω εμμονές και φαίνεται στη χρωματική μου παλέτα! Λατρεύω το χρώμα, το φώς, τα καθαρά χρώματα. Τέτοιος είναι ο χαρακτήρας μου. Όταν όμως ζωγραφίζω επικεντρώνομαι στις όμπρες, στα γήινα χρώματα, στα λερωμένα μπλε, στα γκρίζα.
Η χρωματική σας παλέτα μας φέρνει στο νου τον Turner. Θα ήθελα να μας πείτε λίγο για τις επιρροές που έχετε δεχτεί στην εικαστική σας πορεία.
Μεγάλη μου τιμή που αναφέρετε το όνομα ενόs τόσο μεγάλου δασκάλου και καλλιτέχνη όπως ο Turner. Σίγουρα έχει υπάρξει επιρροή από τα έργα του. Ήταν συγκλονιστική για μένα η επαφή με το εικαστικό έργο του J.M.W. Turner στο Λονδίνο πριν 12 έτη περίπου. Επιρροές όμως και αγάπες είναι πολλές. Θαυμάζω απεριόριστα το έργο του Egon Schielle, για παράδειγμα, του Rothko, του Giakometti, του Gerhard Richter. Ανακαλύπτω συνέχεια και νέους καλλιτέχνες, τους οποίους παρακολουθώ. Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια ζω στη Νέα Υόρκη με έχει βοηθήσει πολύ σε ανακαλύψεις εξαιρετικών καλλιτεχνών, παλαιότερων και νέων. Νομίζω ότι μαθαίνω και «κλέβω» λύσεις από παντού.
Αλήθεια, ποια είναι η σχέση ενός τοπιογράφου με τα ταξίδια;
Δεν θεωρώ τον εαυτό μου τοπιογράφο. Πρέπει να σας πω ότι ελάχιστα από τα έργα μου έχουν δημιουργηθεί βάσει υπαρκτών τοπίων. Σχεδόν όλα τα έργα μου γεννιούνται μέσα στο εργαστήριο, χωρίς «παράθυρο με θέα» ή αναφορά σε φωτογραφικό υλικό. Άρα όλες οι εικόνες και οι «ατμόσφαιρες» που δημιουργώ είναι μέσα μου. Φαντασιακά τοπία και καταστάσεις. Τα ταξίδια είναι πηγή ζωής για μένα. Προσπαθώ να ταξιδεύω πολύ, κυρίως σε μέρη που αγαπώ, αλλά και σε νέους προορισμούς. Δεν ξέρω αν το ταξίδι είναι έμπνευση, αλλά σίγουρα είναι συλλογή εμπειριών και απόλαυση. Είναι μάθηση, ψυχαγωγία, καλλιέργεια, κουλτούρα.
Η τοπιογραφία αποτελεί διαχρονική πηγή έμπνευσης. Έλληνες και ξένοι εκπρόσωποι της μοντέρνας τέχνης στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου ασχολήθηκαν σχολαστικά με το τοπίο, κυρίως, μεταφέροντας τους αισθητικούς τους προβληματισμούς τους και τις νέες τεχνοτροπίες πάνω στον καμβά. Θα ήθελα να μας μιλήσεις λίγο για το πώς αποφασίζει ένας σύγχρονος εικαστικός σήμερα να ασχοληθεί με το τοπίο. Τι διακυβεύεται στον καμβά και ποιες οι δυσκολίες που συναντάει στην αγορά καθώς και στις αντιδράσεις του φιλότεχνου κοινού.
Όπως ανέφερα ήδη, αν και η θεματολογία των έργων μου παραπέμπει στην εικόνα του τοπίου χωρίς ωστόσο να ανήκω στην κατηγορία των τοπιογράφων. Η τοπιογραφία με γοητεύει, καθώς και το τοπίο το ίδιο, ειδικά το ελληνικό, το οποίο είναι καταγραμμένο στο DNA μου, νομίζω. Την ίδια στιγμή όμως δεν αναγνωρίζω αυτό το τοπίο στον καμβά μου. Δε βλέπω οικείες εικόνες του περιβάλλοντός μου, αυτού του τόπου που με γέννησε, που τον αγαπώ και τον θαυμάζω, ούτε τόπους από τα ταξίδια μου. Μπροστά στον καμβά έχω να αντιμετωπίσω όλα τα θέματα της σύνθεσης, του χρώματος, της ματιέρας, όπως κάθε εικαστικός. Με ενδιαφέρει να δημιουργήσω μια «ατμόσφαιρα», μια συναισθηματική κατάσταση. Να εκφράσω την αγωνία, τη γαλήνη, την αντάρα… Έτσι δημιουργώ αυτούς τους αφαιρετικούς κόσμους.
Όσο για το εμπορικό κομμάτι και τις προτιμήσεις του φιλότεχνου κοινού, δεν έχω συγκεκριμένη άποψη, αφού δεν ξέρω τι «πουλάει» ευκολότερα. Και ούτε είναι κάτι που με ενδιαφέρει ή θα έπρεπε να ενδιαφέρει, νομίζω, κανέναν εικαστικό.
Ο καλλιτέχνης είναι ένας εργάτης που παλεύει με τα δικά του δαιμόνια, σπανίως ασχολείται με το εμπόριο της τέχνης.
Προσωπικά είμαι πολύ ευχαριστημένη που τα έργα μου βρίσκονται σε συλλέκτες και φιλότεχνους σε όλες τις μεριές της γης και αγγίζουν κάποιους ανθρώπους γύρω μας.
Παίρνω συχνά e-mail από φιλότεχνους που παρακολουθούν τη δουλειά μου εδώ και χρόνια και άλλους που μόλις την ανακάλυψαν και συγκινούμαι από τον ενθουσιασμό και την αγάπη που δείχνουν προς το έργο μου. Μου δίνει μεγάλη χαρά αυτή η ηθική και πρακτική υποστήριξη.
Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τον Νεοϋορκέζο επιμελητή Neil Jacobs;
Τα τελευταία δύο χρόνια ζω στη Νέα Υόρκη. Προσέγγισα τον Neil μέσω μιας ιστοσελίδας τέχνης, την περίοδο που έψαχνε συνεργασία με Νεοϋορκέζους καλλιτέχνες. Είδε τη δουλειά μου και αμέσως μου πρότεινε να με εκπροσωπήσει στη νέα του gallery που έστηνε εκείνη την περίοδο. Έχουμε πολύ καλή συνεργασία, πιστεύει στο έργο μου και ελπίζουμε και οι δύο σε ένα καλό μέλλον.
Συμμετείχατε πριν 4 χρόνια στην Art Paris 2011. Πώς είναι να αποτελείτε μια από τις εκπροσώπους της Ελλάδας στο εξωτερικό;
Είναι μεγάλη χαρά και τιμή. Η τύχη με βοήθησε λίγο σε αυτό. Πιστεύω πως έχουμε αξιολογότατους καλλιτέχνες στη χώρα μας που θα μπορούσαν να διαπρέψουν στο εξωτερικό. Είμαι πολύ περήφανη για την ελληνική τέχνη. Είναι κρίμα να μένει «εντός των τειχών». Πρέπει η εικαστική κοινότητα να προβάλει το έργο της προς τα έξω. Και σε αυτό πρέπει να βοηθήσουν και οι Έλληνες επιμελητές τέχνης, οι γκαλερί, οι ίδιοι οι καλλιτέχνες. Ο κόσμος αλλάζει και τα σύνορα είναι πιο ανοιχτά από ποτέ.
Ποια πιστεύετε πως είναι η σημασία των διακρίσεων για έναν καλλιτέχνη;
Η όποια διάκριση για κάθε καλλιτέχνη, πέραν της εμπορικής διάστασης, σημαίνει μια ευκαιρία να έρθει σε επαφή με περισσότερο κοινό, ανοίγει δρόμους καλλιτεχνικούς και αποτελεί επιβράβευση της πορείας του. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες, ας μην ξεχνάμε πως επιβιώνουμε δύσκολα, κάνουμε βήματα αργά και κουραστικά και πάντα αγωνιούμε για την εξέλιξη του έργου μας. Η κάθε διάκριση είναι ένας λόγος για περισσότερη δουλειά και άντληση ενέργειας για τη συνέχεια.
Last modified: 12/06/2015