«Η Τζοκόντα, το στερεότυπο του έργου τέχνης γενικά, καθώς και οποιουδήποτε ορατού αντικειμένου, εμφανίζεται σαν την κατεξοχήν εικόνα ή, ακόμα, σαν το πιο εύκολα αναγνωρίσιμο αντικείμενο. Και σχετικά με αυτήν την υπερβολή θα έπρεπε να αναρωτιόμαστε σήμερα…» Jean Margat, «Ο μύθος της Τζοκόντα». Σκέψεις πάνω στον πλέον εμβληματικό πίνακα όλων των εποχών, εκδόσεις Favre, Παρίσι, 1997.
Η Τζοκόντα αποτελεί ιδιοκτησία του Γαλλικού Κράτους και εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου στο Παρίσι. Πρόκειται για ένα πορτρέτο του Λεονάρντο ντα Βίντσι το οποίο λέγεται ότι αναμφίβολα είναι ζωγραφισμένο στη Φλωρεντία, μεταξύ 1503 και 1506, και ότι απεικονίζει τη Λίζα Γκεραντίνι, σύζυγο ενός εμπόρου από τη Βενετία.
Η χρήση της Τζοκόντα και των αναπαραγωγών της – τη γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά – είναι μία μοναδική και ιδιαίτερα κυνική περίπτωση εκμετάλλευσης της διασημότητας του αριστουργήματος.
Μπορούμε να παραθέσουμε ορισμένα πολύ σημαντικά για την ιστορία της τέχνης έργα: Η μερική έκλειψη της Μόνα Λίζα (1914) του Καζιμίρ Μάλεβιτς, το περίφημο LHOOQ του Μαρσέλ Ντισάν (1919) -ή αλλιώς Η Τζοκόντα με μουστάκια-, έπειτα, Η Τζοκόντα με τα κλειδιά (1930) του Φερνάν Λεζέ, Η Μόνα Λίζα (1958) του Ρόμπερτ Ρόσεμπεργκ και, τέλος, οι δύο περίφημες μεταξοτυπίες του Γουόρχολ Η Μόνα Λίζα (επιχρωματισμένη) και Τριάντα είναι καλύτερες από μία (1963).
Γνωστές είναι και οι αναφορές στο όνομα και την εικόνα της στο χώρο της λογοτεχνίας ( Gay Fau, «Το χαμόγελο της Τζοκόντα», 1961) καθώς και της μουσικής ( Jay Livingston & Ray Evans, «Mona Lisa», 1950).
Από τις αρχές του 20ου αιώνα, ο Ενρί Φοσιγιόν θέτει το πρόβλημα της Τζοκόντα και των αποδόσεών της, μιλώντας για προνομιούχο εικόνα της κοινής κουλτούρας και για σύμβολο του γενικού πολιτισμού. Είναι γεγονός ότι κατά τη διάρκεια όλου του 20ου αιώνα, μέσω της «Τζοκοντοκλαστίας» ανακαλούμε την πιο ολοκληρωμένη πολλαπλότητα τεχνικών και καλλιτεχνικών διαβημάτων και συνειδητοποιούμε πως η Τζοκόντα έχει μετατραπεί στο κατεξοχήν στερεότυπο έργου τέχνης. Όσο για τη φήμη του πίνακα, αυξάνεται μετά την κλοπή του στις 21 Αυγούστου του 1911.
Το 1919, ο Μαρσέλ Ντισάν, στο έργο του με τίτλο LHOOQ προσθέτει περιπαικτικά γένι και μουστάκι για να καυτηριάσει τη λειτουργία του έργου τέχνης ως μοναδικού και πολύτιμου μουσειακού είδους. «Η Τζοκόντα είναι τόσο διάσημη και τόσο αγαπητή σε όλον τον κόσμο που δεν μπορούσα παρά να υποκύψω στον πειρασμό και να την χρησιμοποιήσω για να προκαλέσω σκάνδαλο», δήλωνε.
Σήμερα, η Μόνα Λίζα θεωρείται το πιο διάσημο έργο ζωγραφικής. Μάλιστα η NASA επέλεξε να στείλει μέσω λέιζερ σε σεληνιακό δορυφόρο την εικόνα της. Στο διαδίκτυο, υπάρχουν αρκετές ιστοσελίδες μέσω των οποίων ο καταναλωτής μπορεί να παραγγείλει προϊόντα συνδεδεμένα με την εικόνα της αυτή. Ενώ τα τουριστικά σουβενίρ με το χαμόγελό της κάνουν θραύση. Και σκέφτομαι: Κάποτε, η ιστορία της Μόνα Λίζα περιβαλλόταν από μυστήριο, ιστορίες συνωμοσίας και φαντασία. Τώρα;
Αριστερά «Η Τζοκόντα με τα κλειδιά» (1930) του Φερνάν Λεζέ, στη μέση «Η μερική έκλειψη της Μόνα Λίζα» (1914) του Καζιμίρ Μάλεβιτς, δεξιά «LHOOQ» (1919) του Μαρσέλ Ντισάν. Επάνω «Η Μόνα Λίζα» (1958) του Ρόμπερτ Ρόσεμπεργκ
Last modified: 24/12/2017