Και ας καταργηθούν οι ώρες… Και ας μην υπάρξουν χάρτες ξανά… Η Τέχνη παραμένει το μόνο καταφύγιο.
Είναι η ιστορία μιας Συνάντησης. Ήξεραν ότι θα γνωριζόντουσαν και ας μην είχαν ποτέ κοιταχτεί. Άφηναν τα συμπαντικά φαινόμενα να ενορχηστρώσουν την ανείπωτη συμφωνία τους. Τόσον καιρό περίμεναν αυτοί οι δύο πρωταγωνιστές του Απίθανου. Του πρωτάκουστου: ο καλλιτέχνης και το ανατρεπτικό έργο, απρόσμενο έμβλημα της ψυχής του. Εκείνος και η πιο βαθιά έκφραση της ειλικρίνειάς του. Και βρέθηκαν. Επιτέλους…
- «Η δουλειά μου άλλαξε πολύ αλλά μπορώ να πω ότι είναι ουσιαστικά αληθινή. Είχα την ανάγκη να κοιτάξω αλλού. Να ξεχάσουμε αυτά που ξέρουμε. Να έρθουν νέες εικόνες τις οποίες όμως θα αναγνώριζα. Σαν έναν άγνωστο που περιμένεις, και όταν τον δεις είναι τόσο γνώριμος, λες και τον ξέρεις από πάντα. Όσο περιμένουμε αυτό που λείπει και δεν το συναντάμε, υποφέρουμε. Αλλά, όταν εμφανιστεί, είναι λύτρωση και πλημμυριζόμαστε από αισθήματα ένωσης».
Πού βρίσκεται το πουθενά; Εκεί θέλω να πάω. Οι απαντήσεις σας μπερδεμένες… Και οι γνώμες σας διίστανται για το πού ξεκινούν τα μονοπάτια που καταλήγουν εκεί. Το “πουθενά” όπου θέλω να πάω. Όχι το “τίποτα”, το πουθενά. Μακριά… Πολύ μακριά από Εδώ.
- «Είχα σχεδόν δέκα χρόνια να εκθέσω στην Αθήνα. Ταξίδεψα, δούλεψα στο εξωτερικό, είδα μουσεία, γνώρισα ανθρώπους… Όλα επέδρασαν πάνω μου. Μέσα μας κατοικούν πράγματα θαμμένα. Ανασκαφές κάνω».
Ανασκαφές. Πνευματικές, συναισθηματικές…
Στα καινούρια έργα του Ρήνα, τα αλλόκοτα τοπία ίσως να ήταν βυθισμένα σ’ έναν ανήκουστο ωκεανό… Και να αναδύθηκαν όπως ξυπνάει ένα μυθικό θηρίο από έναν ζωογόνο ύπνο. Ίσως κάποιες τοτεμικές σιλουέτες, μερικά περιγράμματα, λίγες σκιές να εμφανίστηκαν σιγά σιγά, όπως στάζουν «βιωματικά εκχυλίσματα» από τους πόρους της επιδερμίδας – πανοπλίας ενός υπερευαίσθητου δημιουργού. Και όπως φουντώνουν οι υπαρξιακές συγκινήσεις μιας ηλεκτρισμένης καρδιάς.
Πού βρίσκεται το πουθενά; Σ’ έναν απίθανο τόπο. Και αυτή η ελκυστική αβεβαιότητα αγκαλιάζει τα σημεία αναφοράς του ανθρώπινου χρόνου. Πώς να εντοπισθεί αυτό που δεν υπάρχει; Με τι να συνορεύει και πού να ενταχθεί, εφόσον το πουθενά απορρίπτει κάθε είδους τοπικής ή χρονικής δέσμευσης; Το πουθενά, μια ουτοπία; Όχι. Ένα ιδανικό σύμπαν στο οποίο εισχωρώ μ’ ένα άλμα έξω από το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Και πέρα από το Εδώ και το Εκεί. Με τρόπο και με χάρη, βρίσκομαι στο πουθενά παντού.
- «Η κατάργηση της φιγούρας σε αυτή την ενότητα προέκυψε από την ανάγκη να δημιουργήσω τοπία που να μην σχετίζονται με την παρέμβαση του Ανθρώπου. Πώς να ήταν ένα τοπίο πριν την ανθρώπινη παρουσία; Ή μετά; Απουσιάζει συνεπώς και ο Χρόνος ο οποίος είναι δικό μας κατασκεύασμα».
Μου μιλάτε, και στην δική σας γλώσσα “ουτοπικό” σημαίνει “αδύνατο”. Λέτε: “χίμαιρα”, “αυταπάτη”, “παραμύθι”… Για σας, η ουτοπία είναι μια πομπώδης έκφραση της φαντασίας, το αντίθετο της Πραγματικότητας. Ακατόρθωτη. Μα εγώ γνωρίζω τον Βαγγέλη. Και σας απαντώ ότι η διαφυγή από την κακομοιριά είναι που γεννά τις ουτοπίες. Η προσφυγή σε μια φανταστική και ελαφρώς ρομαντική διάσταση απλώς τις χρωματίζει. Μια διάσταση ονείρου και όχι αυταπάτης. “Φανταστικό” δεν σημαίνει “αδύνατο”. Και το όνειρο δεν είναι χίμαιρα.
Χαμογελώ: εκεί όπου ο “ανασκαφέας” σμιλεύει το όραμα του, η ουτοπία εισδύει ανεπαίσθητα στην Πραγματικότητα, εμπνέοντας της μια μετουσίωση. Η ιδιωτική εμπειρία του Βαγγέλη θα αποκτήσει σύντομα το πρόσωπο μιας δημόσιας εικαστικής έκφανσης. Στο εργαστήρι των θαυμάτων, ξεκινά τώρα μια περιπέτεια της ψυχής και του σώματος. Μια επικίνδυνη και συχνά επώδυνη Οδύσσεια που, παραδόξως, γίνεται αντίδοτο στο άγχος και στην πίεση. Και αυτή η ενεργή προσδοκία, κόντρα στην πλήξη του δεδομένου, είναι αρκετή για να δικαιολογήσει την πνευματική δοκιμασία και να επικυρώσει τον καρπό της.
- «Προσγειώνω, συμπιέζω τον εαυτό μου. Τον πατάω κάτω για να ξανασηκωθώ. Έχω την αγωνία μήπως έφυγε το ταλέντο. Μήπως τέλειωσε το μπουκαλάκι και δεν θα βγαίνει άλλο. Αυτή είναι η πρώτη φάση. Η δεύτερη είναι μια φάση αντίδρασης: η ανάγκη μιας διαφορετικής γλώσσας που να μου επιτρέπει να μιλήσω δυνατά, φωναχτά. Και να βρω μια ελπίδα».
Τα πινέλα στέκονται έτοιμα για ένα οδοιπορικό υπέρβασης, στο μεταίχμιο πραγματικότητας και μύθου. “Ακονισμένα” για την αναζήτηση ενός πρωτόγνωρου τόπου, μιας γνήσιας ηπείρου, πουθενά παντού. Ο δημιουργικός πυρετός απογειώνει το όραμα. Ανθίζει η πίστη ξανά. Ακμάζει η ποίηση. Οι χειρονομίες τρέχουν στον μουσαμά σχεδόν σαν διογκωμένη αυτόματη γραφή.
- «Κάθε ξεκίνημα είναι μια ερωτική πράξη. Το άσπρο τελάρο είναι σαν μαγνήτης αλλά και σαν αγνός έρωτας που φοβάσαι να χαλάσεις».
Και ο Βαγγέλης προτρέπει το ασυνείδητο να αγκαλιάσει το τυχαίο. Αλλά η αποτύπωση αυτής της αλχημείας αφήνει ίχνη συμβολικά, απέριττα και ισχυρά.
- «Η εικαστική γλώσσα πρέπει να είναι απλή και δυνατή για να κατανοηθεί καλύτερα. Για αυτό η εντύπωση μετρά και όχι η περιγραφή. Για να πεις την αλήθεια και να προσεγγίσεις την ζωή πιο ειλικρινά, χρειάζεσαι απλά, άμεσα λόγια».
Ονειροπόλος καλλιτέχνης; Ή μήπως καλύτερα τολμηρός, γενναίος και αφοσιωμένος “ανασκαφέας” που –μέσω της σινικής μελάνης, του λαδιού, του ακρυλικού, της ακουαρέλας ή του πεντελικού μαρμάρου– πλάθει τα μοτίβα και τα πρότυπα του οράματός του; Που επεκτείνει και συγκεκριμενοποιεί το εκφραστικό του βασίλειο, προσδιορίζοντας το τυχαίο και δαμάζοντας το ασυνείδητο; Βλέπετε; Η ουτοπία στηρίζεται στην λογική! Ο υψιπέτης Βαγγέλης Ρήνας εισάγει τις φόρμες και τα σχήματα μιας θαρραλέας και πρωτότυπης καλλιτεχνικής κατάθεσης. Πρωτόγονες μορφές – βράχια σε αποχρώσεις και υφές που θυμίζουν κόκκινο πηλό… Εντυπώσεις αρχαϊκών, ινδιάνικων, αφρικανικών πολιτισμών… Συλλογική μεσογειακή μνήμη… Δεν είμαστε πουθενά, είμαστε παντού.
- «Ανακάλυψα την σινική μελάνη και τις άπειρες δυνατότητές της, χρησιμοποιώντας την κάπως ανορθόδοξα πάνω σε λάδια και ακρυλικά. Φτιάχνω στρώματα και μετά τα ξύνω. Η αίσθηση της στάχτης και του καμένου βγαίνει από την ιδιαίτερη ένταση της σινικής μελάνης».
Δεχόμενος την φθορά αλλά μαχόμενος για να την αντιστρέψει, ο Ρήνας συνθέτει μια μνημειακή ωδή – φόρο τιμής στην ανθρωπινή δίψα για απόδραση από τη μέγγενη του συνηθισμένου και του τετελεσμένου. Στον καινοτόμο και συναρπαστικό δρόμο της ανατροπής, ο Βαγγέλης αφήνει σπίθες που βυθίζονται μέσα σε αναζωπυρωμένες καρδιές. Το εμψυχωτικό όραμά του και η στοχαστική ουτοπία μου -το πουθενά παντού- ως άχρονες περιοχές αγγίζουν κατά κάποιον τρόπο μια εικονική αιωνιότητα. Μια “αιωρούμενη μονιμότητα” που ακυρώνει το άγχος της παρακμής και της πτώσης του ανθρώπινου κόσμου.
Ναι… Εγώ, στους βράχους του Βαγγέλη ίσως μπορώ ν’ ακουμπήσω, για να μην πέσω και χτυπήσω στο προβλέψιμο. Και εσείς που λέγατε για χίμαιρες και αυταπάτες, ας μυηθείτε για αρχή στην γοητεία ενός πιο οικείου θεάματος: ενός βουνού-προσώπου, του οποίου τα ίχνη –πριν σβηστούν οριστικά– μαρτυρούν το πέρασμα της ανθρωπότητας. Μήπως αυτοί οι οραματισμοί και οι ουτοπισμοί δεν βρίσκονται τελικά μπροστά σας, στα συγκλονιστικά έργα του Ρήνα; Μήπως δεν αποτελούν και αυτές οι εικόνες μέρος της Πραγματικότητας; Δεν αποδεικνύουν με καθηλωτική μαεστρία ότι στο δημιουργικό σύμπαν, όλα συναντιούνται και δένουν; Το θαύμα της ζωής και το θαύμα της τέχνης;
Και ας καταργηθούν οι ώρες… Και ας μην υπάρξουν χάρτες ξανά…
- Η έκθεση του Βαγγέλη Ρήνα «Παρουσίες…» στη γκαλερί ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ διαρκεί ως τις 28 Μαΐου.
- Ευχαριστούμε για την κεφάτη φωτογράφιση τη Βασιλική Μαθιουδάκη
Last modified: 12/05/2016