Τέμπο
Ντάμπα ντάμπα ντου. Οι βόλτες στην πόλη σαν μια τζαζ μουσική. Τα βήματα στους δρόμους σαν ρυθμός. Άνθρωποι-νότες περιφέρονται σε οδούς-πεντάγραμμα. Άθελά τους συνθέτουν διαφορετικές γκάμες: η γκάμα των βιαστικών, η γκάμα των μικρών κεφαλιών ή ακόμα και εκείνη των ατσούμπαλων.
Ντάμπα ντάμπα ντου. Στη διάρκεια ενός τραγουδιού, το βλέμμα του Κώστα Παπανικολάου μέσα από τα σκιστά του μάτια σαρώνει το πάντα γύρω. Χίλια στιγμιότυπα αποθηκεύονται στη δημιουργική του μνήμη. Αόρατα φλας «φωνάζουν» πόσο άριστα πρωταγωνιστούμε μέσα στην άγνοιά μας, στα καθαρά χρώματα του απρόβλεπτου σκηνικού μας. Του αρέσουμε. Μας παρατηρεί. Όπως παρακολουθεί και αυτόν τον τύπο που σε μια Λεωφόρο χάνεται και πάλι εμφανίζεται: «Βγαίνει η μύτη του από το δέντρο! Σε λίγο θα βγει ολόκληρος!». Ο Κώστας μ’ αυτά διασκεδάζει: «Κοίτα έναν αστείο με τις ρίγες της φόρμας του που «μπαίνουν» μέσα σ’ έναν κορμό!».
Μέσω αυτού του οπτικού κυνηγητού, η πραγματικότητα παίρνει για το ζωγραφικό του πνεύμα το πρόσωπο ενός φευγαλέου παζλ επιφανειών και γραμμών με ενδιαφέρουσες προοπτικές, αλλόκοτα ή χιουμοριστικά νοήματα. Ένα χέρι «κομμένο» στα δύο οπό την ισχυρή κάθετη γραμμή μιας κολόνας της ΔΕΗ, ένας λαιμός- κύλινδρος δίπλα σε μια πλάτη τετράγωνη, μια μύτη που «μπαίνει» σ’ ένα ξένο αυτί γίνονται τα εικαστικά σήματα μιας ιδιαίτερης σύλληψης της καθημερινότητας. Και εμείς, ανυποψίαστοι κομπάρσοι ενός αγώνα Φόρμουλα 1 για την αρπαγή καμπυλών, καθέτων και γωνιών, οργανώνουμε χωρίς προσπάθεια εικαστικές συνθέσεις με μοβ-γκρι σκιές που κοντράρουν το ωμό κίτρινο ενός περιπτέρου ή το γυαλιστερό πράσινο ενός κάδου σκουπιδιών. Χτενίσματα, ντυσίματα, χέρια, πόδια, κεφάλια διαφόρων μεγεθών, διαφόρων ειδών. Ηλικίες, ζωές. Μέταλλα, ξύλα, υφάσματα, πλαστικά, τσιμέντα.
Σχήματα και υφές παίζουν μπρα ντε φερ. Και όλα τα χρώματα ενός εξαρθρωμένου ουράνιου τόξου τετραγωνίζονται, τριγωνίζονται, στρογγυλεύονται, «γεωμετρικοποιούνται» για την εναρμόνισή τους σ’ ένα ξύλινο τελάρο. Αχ, Αθήνα, αυθόρμητο και φουριόζο πάρτι! Αυτοσχεδιάζεις κάθε μέρα την παράστασή σου. Με τις κραυγές σου, τους ανήσυχους δρόμους σου. Με το μεγάλο προβολέα που σε φωτίζει σαν να ήσουν βεντέτα: με τον ήλιο σου!
«Τελευταία, όταν βγαίνω, νιώθω σαν να περπατάω στα έργα μου και ήδη φτιάχνομαι για να τα κάνω. Σαν να με ρουφάνε. Είναι ωραία αίσθηση» λέει ο Κώστας. Και συνεχίζει: «Τα θέματα που δουλεύω τώρα με βοηθάνε να βρω την καθαρή έννοια αυτού που ζωγραφίζω. Δηλαδή, οι κόντρες, οι επιφάνειες με φόντο την πόλη, στη δουλειά μου, δεν έχουν καμία σχέση με κάποια ατμοσφαιρική ζωγραφική. Ψάχνω να βρω, όσο πιο αληθινά, τι γίνεται. Να βγάλω την πιο καθαρή αίσθηση που νιώθω από αυτά».
Ντάμπα ντάμπα ντου, χορεύουμε, Κώστα, στον ρυθμό που υπαγορεύουν τα πλακάκια των πεζοδρόμων σου. Η ψυχική σου άσκηση, η ζωγραφική σου μελέτη συνοδεύει με απέραντη χάρη, στον πίνακα, τη συγκροτημένη έκφραση των συναισθημάτων σου. Πόσο ανεπαίσθητα έλυσες την ένταση ανάμεσα στη λογική και στην καρδιά! Το όμορφο ταξίδι σου «από το μέσα προς τα έξω», σαν χορογραφία της μνήμης και των αισθήσεων, δίνει ένα χαρούμενο τέμπο στο αστικό περιβάλλον που συνεχώς παρεξηγούμε. Στο προσωπικό σου ζωγραφικό πεδίο εισβάλαμε τελικά και εμείς. Το έργο -αυτό το συμβολικό χέρι που μας καλεί σαν γέφυρα για να συνδέσει τον έναν με τους πολλούς- έκανε τη δουλειά του. Σαν εικαστική απάντηση εκεί όπου τα λόγια μπερδεύονται και γίνονται περιττά, μας «πέταξε» στην ανάγνωση του ποιητικά Ωραίου στον σύγχρονο κόσμο μας, πέρα από τη φαινομενικά αδιάφορη καθημερινότητά του. Ταξινομώντας τα αισθήματά σου στην αναζήτηση μιας εικαστικής μεθόδου, έβαλες τάξη και στο μυαλό μας, δίνοντας ψυχή και νόημα στη ρουτίνα. Είναι γενναιόδωρο και πολύτιμο δώρο αυτό. Με φινέτσα, συνηθισμένες λεωφόροι μετατράπηκαν σε συγκινησιακούς δρόμους. Και το μπανάλ σε φώτιση.
Ε, λοιπόν, Κώστα, χάρισέ μας και άλλες εικόνες, για να μάθουμε πόσους θησαυρούς κρύβουν οι απλές μας στιγμές, όταν ταπεινοί και χωρίς μάσκες ξεχνιόμαστε στη στάση ενός λεωφορείου ή στο καφενείο.
Χάρισέ μας τες τώρα που θέλουμε να ξαναβρούμε τους βαθύτερούς μας εαυτούς. Εκείνους που ήσυχοι από κάθε ματαιοδοξία προσφέρουν απλόχερα την αυθεντική τους φύση και όλη τους την καρδιά.
Χάρισέ μας τους μπλε ουρανούς σου πάνω στη χρωματιστή σου πόλη. Γιατί εμείς αυτή την πόλη τη βλέπαμε στ’ ασπρόμαυρα.
Χάρισέ μας τες. Χάρισέ μου τες, να τις δω πάλι και πάλι.
Πες μου το διακριτικό σου ποίημα. Πες μου το δικό σου τζαζ τραγούδι. Πες μου πώς να τραγουδώ.
Μαρίνα Κανακάκη,
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος.
Καισαριανή, 2005.
Με τίτλο «Ανα-φρομή» παρουσιάζεται στο χώρο Φωκίωνος Νέγρη 16 η νέα ατομική έκθεση του ΚΩΣΤΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
Last modified: 17/11/2016