Είναι ένας από τους πλέον προβεβλημένους εικαστικούς καλλιτέχνες μας διεθνώς. Έργα του κοσμούν και αναδεικνύουν δημόσιους χώρους και μουσεία σε μεγάλες πόλεις του εξωτερικού. Όμως ο Κώστας Βαρώτσος ανήκει στους καλλιτέχνες εκείνους που επιλέγει να ξεκινά από την Ελλάδα και να επιστρέφει στην Ελλάδα. «Μ’ ενδιαφέρει να μην χάσω την Ελλάδα…» λέει. Την Ελλάδα που καταρρέει, που μοιάζει πανικόβλητη να ζει «τη στιγμή της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι…»
Συναντήσαμε τον Κώστα Βαρώτσο τις μέρες που ολοκλήρωνε το εντυπωσιακό γλυπτό του για την πλατεία του κάστρου στα Γιάννινα. Είχε την αγωνία που έχει ο δημιουργός: Πώς θα το δεχτεί ο κόσμος; Ο ίδιος είχε «παλέψει» πολύ νωρίτερα με το γλυπτό που θα παρουσίαζε. Με κατασταλαγμένη φιλοσοφία, με τεκμηριωμένες θέσεις για τη λειτουργία του γλυπτού στο περιβάλλον, με προτάσεις που τον έκαναν έναν από τους γνωστότερους σύγχρονους γλύπτες παγκοσμίως. Όμως ο δημιουργός αμφιβάλλει πάντα. Ακόμη και όταν το έργο γίνει κτήμα του κόσμου. Για χρόνια μετά την τοποθέτηση του «Δρομέα», λάμβανε γράμματα από εκατοντάδες πολίτες. Οι περισσότεροι ήθελαν να τον συγχαρούν, πολλοί ρωτούσαν για τους συμβολισμούς, για τις τεχνικές, τη λειτουργία τού γλυπτού στο περιβάλλον. Ο Βαρώτσος δεν βλέπει το γλυπτό ως μια ξεκομμένη από το περιβάλλον διαδικασία. Τον αφορά ως σύνθεση στο χώρο. Τον αφορά ως ποιητική σύνθεση. Στη Λευκωσία «ο Ποιητής» για πρώτη φορά, πριν από 30 χρόνια ακριβώς, αποκάλυπτε τις προθέσεις και τη φιλοσοφία του Κώστα Βαρώτσου.
-Η πρώτη επαφή με το έργο σας γίνεται στις αρχές της δεκαετίας του ’80 στην πύλη της Αμμοχώστου με τον «Ποιητή». Ένα γλυπτό που μας συγκίνησε βαθειά όταν το πρωτοείδαμε…
Προσπάθησα τότε για μια ποιητική σύνθεση. Ο ποιητής είναι εύθραυστος, ο ποιητής είναι επικίνδυνος, ο ποιητής είναι εκρηκτικός, ο ποιητής είναι αυτοκτονικός ή είναι και επιθετικός. Γιατί αυτό το γλυπτό, είναι ουσιαστικά μια μάζα, λες και τα γυαλιά έχουν καρφωθεί πάνω του. Είναι καθαρά μια ποιητική γραφή. Εκεί ανακάλυψα το γυαλί…
– Βλέποντας στο διαδίκτυο τα γλυπτά σας που βρίσκονται σε δημόσιους χώρους σε πιο μακρινές γωνιές του πλανήτη, θυμήθηκα μια επίσκεψη μου σ’ ένα δισκάδικο του Αμβούργου. Ζήτησα το τμήμα για μουσικές του Kurt Weill και με περηφάνια ακριβώς δίπλα είδα πως υπήρχε και τμήμα με μουσική Χατζικάκι. Αναλογίζομαι πόσοι νιώθουν μια τέτοια ικανοποίηση της διεθνούς αναγνώρισης!
« Έχω την αίσθηση ότι δεν υπάρχει σωστή γνώση για το πόσοι Έλληνες δουλεύουν στο εξωτερικό και έχουν διεθνή αναγνώριση. Στο Τορίνο σε μια συζήτηση μας για την ελληνική τέχνη, ο Pier Paolo Calzolari αναφέρθηκε στον Ακριθάκη: «Ο Ακριθάκης έχασε την Ελλάδα και η Ελλάδα έχασε τον Ακριθάκη» μου είπε. Ο Ακριθάκης ήταν πολύ μεγάλος καλλιτέχνης που είχε μια αναγνώριση στο εξωτερικό και η παραγωγή του – όπως πολλών άλλων καλλιτεχνών – δεν μπόρεσε να απορροφηθεί από την πολιτισμική διαστρωμάτωση της ελληνικής κοινωνίας. Οπότε τι γίνεται; Το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε τι γίνεται στο εξωτερικό είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα. Σίγουρα σε κείνο το δισκάδικο στη Γερμανία υπήρχαν και άλλοι Έλληνες που δεν τους ξέρουμε καν. Να σου πω ένα όνομα. Δημήτρης Στράτος. Ήταν ένας Έλληνας που έκανε τζαζ – ροκ στην Ιταλία τα χρόνια του ’70. Που περιέργως και παραδόξως δεν πέρασε στην ελληνική σκηνή. Ήταν διάσημος στην Ιταλία. Έκανε μουσική με αμιγώς ελληνικές ρίζες και δούλεψε με μεγάλα ονόματα διεθνώς.
Εγώ ήμουν από τους τυχερούς. Ενώ πιστεύω στο ταξίδι, πιστεύω εξ ίσου στην επιστροφή. Είναι πολύ decadente (παρακμιακή) η επιλογή να φύγεις και να χαθείς μέσα σ’ ένα ξένο πολιτισμό ή σε κάποιους ξένους πολιτισμούς. Ο νομαδισμός έχει νόημα όταν γυρίζεις∙ τότε ολοκληρώνεται το έργο. Αυτή η πίστη μου μ’ έκανε να είμαι παρών στην Ελλάδα, να μένω στην Ελλάδα πεισματικά και από δω να ξεκινάω κάθε φορά να φεύγω έξω. Παρόλο ότι ζω για μεγάλες περιόδους της ζωής μου έξω. Το τραγικό δεν είναι ότι είναι λίγοι αυτοί που δουλεύουν με επιτυχία έξω, το τραγικό είναι ότι είναι πολλοί και δεν τους ξέρουμε. Το χειρότερο είναι ότι δεν έχουμε απορροφήσει όλο αυτό το δυναμικό που υπάρχει στο εξωτερικό.
– Η θέση σας για την επιστροφή είναι ομηρική. Οι ήρωες επιστρέφουν…
«Την πιστεύω. Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν ένας τύπος decadante. Δεν μ’ αρέσει. Πήγε, έφυγε, πήγε όπου πήγε, χάθηκε σε ξένους κόσμους, σε ξένους πολιτισμούς. Δεν ξέρουμε ούτε που θάφτηκε.
-Ο Οδυσσέας επέστρεψε…
«Αυτό το σύμβολο του γυρισμού για μένα είναι σημαντικό. Το νόστιμο ήμαρ. Αυτό που ολοκληρώνει και την ταύτιση σου με ένα πολιτισμό∙ και την κάνει δυνατή. Μ’ ενδιαφέρει να μην χάσω την Ελλάδα…
-Κάπου παρομοιάσατε την Ελλάδα με ένα βάζο που έσπασε…
«Σε μια αστική ελληνική οικογένεια έχουμε το βάζο. Του παππού, του προπάππου. Το καλό βάζο που το δείχνουμε με αγάπη και λέμε «αυτό το έφερε ο παππούς όταν ταξίδεψε στην Κίνα». Το σύμβολο της συνέχειας. Μας έπεσε κι έσπασε. Μας έπεσε η σημαία κι έσπασε. Είναι πολύ σοβαρό αυτό που συνέβη. Όταν σπάει το καλό βάζο της οικογένειας δεν είναι οικονομική η σημασία, είναι η συμβολική αξία, σπάει ο σύνδεσμος ολόκληρος. Είναι μια πολιτισμική αναρρόφηση που γίνεται στην Ελλάδα, μια οικονομική τραγωδία.
– Παρατηρώ πόσο συμμετέχετε με παρεμβάσεις στο διαδίκτυο. Διάβασα πριν από λίγες μέρες ένα αυστηρό σχόλιο σας σε μια κριτική…
«Μ’ αρέσει ο διάλογος, με προκαλεί πολλές φορές. Η έλλειψη ηθικής είναι μια πολύ σημαντική υπόθεση. Και είναι μια διαγώνια υπόθεση. Έννοια της ηθικής δεν είναι όμοια από πολιτισμό σε πολιτισμό και από κατάσταση σε κατάσταση. Είναι πολύ μεγάλο πρόβλημα, υπάρχει μια πολύ μεγάλη σύγχυση μ’ αυτό που λέγεται κριτικός λόγος. Ο κριτικός λόγος τι είναι ουσιαστικά; Είναι η αντίληψη του πραγματικού χρόνου. Να ξέρεις τι γίνεται γύρω – γύρω. Τι γίνεται στην κοινωνία. Τόσο απλό. Για να αντιληφθείς όμως τον πραγματικό χρόνο χρειάζεται μια διαδικασία πάρα πολύ επίπονη και ιδιαίτερη. Η τέχνη έχει αυτό το προνόμιο της αντίληψης του πραγματικού χρόνου. Η κριτική στην Ελλάδα δεν βούτηξε στα βαθειά νερά της τέχνης πραγματικά, για να αντιληφθεί τον πραγματικό χρόνο, για να έχει αυτή μεσολαβητική θέση που την ορίζει ως τέτοια, δηλαδή ως κριτική, ως κριτικό λόγο. Ο κριτικός λόγος είναι ένα μεσολαβητικός ρόλος. Μεσολαβεί μεταξύ του έργου τέχνης και του πλατύ κοινού. Βλέπουμε ότι ο κριτικός λόγος στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ.
-Σημαντικές στιγμές της Τέχνης σημαδεύονται από σημαντικό κριτικό λόγο.
«Ο κριτικός λόγος ξεκίνησε με τη βιομηχανική επανάσταση. Δεν υπήρχε η έννοια του κριτικού τέχνης πριν τη βιομηχανική επανάσταση. Ο πρώτος κριτικός λόγος είναι ο Αραγκόν, ο Μπρετόν. Άνθρωποι που ήταν καλλιτέχνες οι ίδιοι. Που είχαν μια αντίληψη του πραγματικού χρόνου. Άρα τι γίνεται; Ο κριτικός για να μπορέσει να αντιληφθεί, θα πρέπει να πέσει στο κενό και να μπει σε κάποιες διαδικασίες δημιουργικές απαραίτητες για να αντιληφθεί μαζί με τον καλλιτέχνη τι γίνεται γύρω του για να μπορέσει να παίξει το διαμεσολαβητικό ρόλο, αλλιώς δεν γίνεται να το κάνει αυτό. Δηλαδή είμαστε περιτριγυρισμένοι από κάτι κυρίες και κυρίους και κάποια κοριτσάκια και αγοράκια, επειδή τελείωσαν μια σχολή στο εξωτερικό, είναι μεταφραστές ξένων κειμένων. Είναι απίστευτο. Και δημιουργούν πλαίσια εξουσίας.
-Αν υποθέσουμε ότι η τέχνη μεταφέρει την αίσθηση της στιγμής. Πώς υπάρχει στην τωρινή στιγμή του ελληνισμού…
«Είναι κάτι που με σοκάρει τελευταία. Είναι πολύπλοκο. Όταν προσπαθείς να αντιληφθείς τη στιγμή, έχεις την έννοια της ροής και της δυναμικής κάτω από ένα πλαίσιο – θυμίζω το «Δρομέα». Στην τωρινή στιγμή τι συνέβη; Συνέβη μια αναρρόφηση στην ελληνική κοινωνία. Εκεί που υπήρχε μια ταχύτητα, ξαφνικά διεκόπη αυτή η ταχύτητα και υπήρξε μια αναρρόφηση. Δημιουργήθηκε ένα κενό αέρος στην πολιτισμική κατάσταση της Ελλάδας. Με αποτέλεσμα να συμβούν κάποια αναπάντεχα γεγονότα, όπως η διόγκωση της αυτοκριτικής, η αμφισβήτηση δηλαδή του πολιτισμικού μοντέλου έτσι όπως διαμορφώθηκε τα 30 – 40 χρόνια στην Ελλάδα και μια δημιουργία πολιτισμικού κενού. Καταρρέει όλο το σύστημα και είμαστε σαν να βγαίνουμε από πόλεμο.
-Όλοι είμαστε πια θραύσματα από το βάζο του παππού.
«Σαφώς. Ξαφνικά χάσαμε την υπόσταση, χάσαμε το ηθικό μοντέλο. Κατέρρευσαν όλες οι ηθικές αξίες, κατέρρευσε όλο το μοντέλο. Και αυτή τη στιγμή οι συμπεριφορές είναι σπασμωδικές. Οι μισοί κυνηγάνε τους υπεύθυνους, οι άλλοι μισοί προσπαθούν να καταλάβουν ποιος φταίει, οι άλλοι έχουν πέσει σε κατάθλιψη, άλλοι αυτοκτονούν… Έχει χαθεί ο χρόνος. Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται σε μια μη χρονική υπόσταση. Και αυτό είναι τραγικό. Δεν συμβαίνουν σε κράτη τέτοια πράγματα. Ίσως μοιάζει η στιγμή αυτή με την ατομική βόμβα στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, που ξαφνικά κατέρρευσε όλο το σύστημα. Έσκασε η βόμβα και «τούμπαρε» όλο το πράγμα.
-Τα θραύσματα από αυτή την έκρηξη μπορούν να φτιάξουν ένα «Δρομέα» ή θα χαθούν σ’ ένα σωρό χωρίς νόημα;
«Η νεοελληνική ιστορία είναι υπόθεση ενός κράτους που κτίστηκε πάνω σε θραύσματα. Θραύσματα ιστορίας και ουσιαστικά πάνω σε θραύσματα μνημείων. Προσπάθησε αυτά τα θραύσματα να τα ενώσει σε νέα εποχή. Δηλαδή η γέννηση του ελληνικού κράτους αντιπροσώπευε στην ευρωπαϊκή κουλτούρα το αποκορύφωμα της αναγέννησης. Γιατί η αναγέννηση γεννήθηκε ως μεταφορά της αρχαίας ελληνικής σκέψης και φιλοσοφίας στη σύγχρονη εποχή. Με αποκορύφωμα τη βιομηχανική επανάσταση το ελληνικό κράτος ενέπνευσε πολλούς στην Ευρώπη ως κορύφωση αυτής της αναγεννησιακής διαδικασίας. Βέβαια αυτό δεν μας εξηγήθηκε ποτέ εμάς. Οι υπεκφυγές και η απόκρυψη της αναγεννησιακής δυναμικής και της ύπαρξης αυτών των αξιών, μας οδήγησε σε μια σκοτεινή πορεία και μυστηριώδη που μας απομάκρυνε από αυτό που λέγεται αυτογνωσία, ιστορική συνείδηση. Μια ιστορία γεμάτη ψέματα, ιστορία γεμάτη προδοσίες, εμφυλίους, χούντες, κόλαση… Ένα κράτος που δεν μαζευόταν με τίποτε…»
– Ο υποκειμενικός μύθος του καλλιτέχνη, είναι η προσωπική του αυτονομία και η προσωπική του συγκίνηση. Μήπως αυτή η αυτονομία αφαιρεί από την τέχνη την καθοδηγητική δύναμη; Καθότι ο καλλιτέχνης βρίσκεται πια στο δικό του σύμπαν;
«Πρέπει να πούμε αλήθειες. Σ’ αυτή την περιοχή που στήθηκε αυτό το κράτος στις αρχές του 1800, η έννοια της κοσμικής τέχνης δεν υπήρχε. Αυτό δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει σοβαρά. Η πρώτη τέχνη που εμφανίστηκε στην Ελλάδα ως κοσμική τέχνη ήταν οι επισκέπτες που ερχόντουσαν εδώ Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι… Οι περιηγητές. Δεν υπήρχε φωτογραφική μηχανή και κάνανε σκιτσάκια, ακουαρέλες. Τα πρώτα έργα κοσμικής τέχνης ήταν ρεπορταζίστικα. Δεν έχουμε άλλα δείγματα. Δεν υπήρξε γλυπτική. Δεν υπήρχε τίποτε. Υπήρχε η θρησκευτική και λαϊκή τέχνη που ήταν μια άλλη υπόθεση. Άρα δεν υπήρχε και μια συνείδηση αστική. Συνήθως η κοσμική τέχνη είναι συνδεδεμένη με την αστική συνείδηση. Αυτό δημιούργησε μια αδυναμία σε όλη την πορεία της σύγχρονης ελληνικής τέχνης να είναι καθοδηγητική. Διότι δεν είχε ένα πολιτισμικό δεδομένο αποκρυσταλλωμένο. Όταν ο φουτουρισμός ή ο κυβισμός δημιουργήθηκαν είχαν μια πολύ συγκεκριμένη αστική συνείδηση για την αλλαγή της χωροχρονικής υπόστασης της εποχής εκείνης. Οπότε μπόρεσαν να αποκωδικοποιήσουν και να είναι και καθοδηγητικοί και να την εκφράσουν. Στην ελληνική πραγματικότητα η ελληνική τέχνη, ειδικά τα πρώτα εκατό χρόνια, ήταν μεταπρατική. Είχαμε τη σχολή του Μονάχου, τη σχολή του Παρισιού, μετά τη σχολή τη μία και την άλλη, είχαμε εσωτερικό, είχαμε εξωτερικό. Θυμάμαι όταν είχα κάνει το «Δρομέα» κάποιος είχε γράψει «ο καταπληκτικός δρομέας του Βαρώτσου, πανομοιότυπος των Παρισίων». Έπαθα σοκ. Του τηλεφώνησα και του ζήτησα να με πληροφορήσει αν έγινε κάτι παρόμοιο στο Παρίσι και πότε! «Όχι μου λέει, εγώ το ‘πα για καλό για να φανεί ευρωπαϊκό». Δεν μπορούσαν να διανοηθούν ότι μπορούσε να είναι πρωτογενές, διότι είχε δεχθεί η ελληνική κοινωνία ότι είναι ανίκανη να είναι πρωτογενής. Υπήρχαν άνθρωποι σε όλους τους τομείς που δούλευαν πάρα πολύ σ’ αυτό που λέγεται αποκωδικοποίηση του πολιτισμού σε μια άλλη διάσταση. Να λειτουργήσουν αναγεννησιακά. Αλλά αυτό μοιάζει ότι δεν απορροφήθηκε. Αυτές οι προσπάθειες δεν κατάφεραν να αποκωδικοποιηθούν και να ενσωματωθούν στον ίδιο τον πολιτισμό μας. Δεν απορροφήθηκαν τελικά.
-Έχει η τέχνη επαφή με το κοινό ή είναι μια διαδικασία που εξαντλείται στις αίθουσες τέχνης;
«Είναι μια τραγωδία της τέχνης διεθνώς. Δεν είναι μόνο στην Ελλάδα. Ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα που έχουν οι εικαστικές τέχνες είναι ότι δημιουργήθηκε μια αγορά. Η τέχνη δεν έχει καμιά σχέση με την αγορά, άλλο αν ένα έργο έχει μια οικονομική αξία. Αυτή η δύναμη της αγοράς δημιούργησε ένα σύστημα που απομονώθηκε από την ίδια την κοινωνία. Και βλέπεις 500 άτομα να μεταφέρονται από γκαλερί σε γκαλερί, πάντα τα ίδια και να αυτοθαυμάζονται. Κάποτε στη Ρώμη χαριτολογώντας με τον Michelangello Pistolleto και τον Mario Merz κάναμε ένα πείραμα αναγνωσιμότητας. Δεν τους γνώριζε κανείς. Και μιλάμε για δυο καλλιτέχνες μεγάλες φυσιογνωμίες στην πατρίδα τους. Η σύγχρονη τέχνη απομακρύνθηκε από μια κανονική υπόθεση και κατακλέφτηκε από τη μιντιακή διάσταση. Τα μίντια έπαιρναν στοιχεία πάρα πολλά από τις εικαστικές τέχνες και τα χρησιμοποιούσαν. Εκτός από ορισμένες φυσιογνωμίες όπως ο Andy Warhol, ο Joseph Beuys, ο Γιάννης Κουνέλης. Αυτό συνέβη όμως για λόγους οι οποίοι είναι συνδεδεμένοι με τη βιομηχανική επανάσταση, η οποία έδωσε μια αισιοδοξία του αντικειμενικά σωστού το οποίο θα προκύψει μέσω της ανάλυσης, της αναλυτικής σκέψης. Αυτή ήταν η αγγλοσαξονική προσέγγιση η οποία ήταν κυρίαρχη για πάρα πολλά χρόνια. Αυτή η έννοια του αντικειμενικά σωστού οδήγησε στις ιδεολογίες. Η ιδεολογία γκετοποίησε τους ανθρώπους σε πλάσματα ηθικά. Τους οποίους όμως τους απομάκρυνε από την ικανότητα να βρεθούν αντιμέτωποι με τον πραγματικό χώρο. Και είναι και η μεγάλη κρίση που διέρχεται παγκοσμίως ο δυτικός πολιτισμός.
Η μεγάλη συζήτηση που έχουμε σήμερα με συναδέλφους στο εξωτερικό είναι ότι αυτή η έννοια της αντικειμενικής αλήθειας έχει μπει σε κρίση. Δεν λειτουργεί διότι η θεωρία του χάους – τα χαοτικά συστήματα, απέδειξαν ότι για να κάνεις μια πρόβλεψη στα φυσικά φαινόμενα χρειάζεσαι πληροφορίες στη νιοστή δύναμη. Συνειδητοποιούμε ότι η ανάλυση μας απομακρύνει από τον πραγματικό χώρο και μας οδηγεί στην αδυναμία εξέλιξης του πειράματος. Γι αυτό σε πολλά πειράματα προσπαθούν να απομακρύνουν τον επιστήμονα από το πείραμα. Το πείραμα, δηλαδή, να αυτοτροφοδοτείται. Να μην ορίζει ο επιστήμονας το πείραμα, αλλά το πείραμα τον εαυτό του. Για να μπορεί να είναι πραγματικό γεγονός. Στην τέχνη χάθηκε αυτό. Χάθηκε η πραγματική εξέλιξη της πορείας της τέχνης. Κι αυτό συνέβη βιαστικά σ’ αυτό το σοκ που έφερε η βιομηχανική επανάσταση. Η βιομηχανική επανάσταση και η μηχανή μας οδήγησε σ’ αυτή την υπεραισιοδοξία ότι αν αναλύσουμε τα πράγματα θα φθάσουμε εκεί, άρα αυτό είναι σωστό. Αυτό ανατράπηκε σήμερα και γι αυτό έχουμε αυτή την κατάρρευση και αυτή τη συρρίκνωση του πολιτισμού.
Η μεγάλη κρίση είναι η συνειδητοποίηση ότι για να κάνεις μια πρόβλεψη του φυσικού φαινομένου-όπως ανέφερα πριν- οι πληροφορίες που χρειάζεσαι είναι στη νιοστή δύναμη. Άρα πρέπει να λειτουργείς συνθετικά. Τη σύνθεση την είχα αντιληφθεί από το ’80, αλλά υπήρχε μια αισιοδοξία μεταμοντέρνα τότε, νεοκλασική θάλεγα, που γεννιόταν και το dominate των αγγλοσαξόνων μέχρι πρόσφατα ήταν καταλυτικό, δεν άφηνε να περάσει τίποτε. Μιλάμε σήμερα για συνθετικότητα. Ακόμη και στην πολιτική συμβαίνει αυτό. Δεν μπορεί μια αντικειμενικά σωστή ιδεολογία εφαρμοζόμενη στην πραγματικότητα να λειτουργήσει. Το ίδιο με την αρχιτεκτονική. Κάνει το σχέδιο μιας πλατείας, το βλέπει σαν σχέδιο καταπληκτικό, το εφαρμόζει στην πραγματικότητα και αποτυχαίνει. Βλέπε Ομόνοια. Διότι ο πραγματικός χώρος είναι χαοτικός. Δεν ξέρεις πώς θα αντιδράσει, δεν ξέρεις πώς θα λειτουργήσει και τι κινήσεις θα γίνουν εκεί, άρα η κίνηση σου είναι λανθασμένη, άρα το έργο ή η πολιτική πρέπει να προκύπτει. Από τον πραγματικό χώρο. Είναι δηλαδή απαραίτητη η ταύτιση με τον κόσμο. Η Τέχνη θα πρέπει επιτέλους να ξαναβρεί αυτή τη σχέση. Εγώ τη βρήκα. Διότι ξέροντας το πρόβλημα αυτό και βλέποντας την απίστευτη εμπειρία που έχεις κάνοντας δημόσιο έργο – διότι όταν κάνεις δημόσιο έργο ο συνομιλητής σου δεν είναι ο κριτικός της γειτονιάς, είναι ο κόσμος όλος. Θυμάμαι με τον «Δρομέα» μου έστελνε γράμματα ο κόσμος. Το έργο πρέπει να είναι βγαλμένο από το χώρο, να έχει μια πολιτισμική υπόσταση, να έχει δεδομένα πραγματικά. Άρα η κοινωνική προσέγγιση δεν είναι η τοποθέτηση μιας ιδεολογίας στο χώρο όπως κάνανε οι μοντερνιστές. Πήγαινε ο Picasso, ο Calder κοπάναγε μια σιδεριά. Δεν νοιαζόταν για το τι συμβαίνει γύρω – γύρω. Την ίδια σιδεριά τοποθετεί στη Νέα Υόρκη, στην Ινδία στην Ελλάδα κοκ. Παράδειγμα ένα έργο του Calder στη Σιένα, το οποίο δεν λειτουργεί. Αυτό είναι το πρόβλημα του μοντερνισμού όχι μόνο στην τέχνη, αλλά και στην πολιτική, την οικονομία κοκ. Είναι η εννοιολογικοποίηση της πράξης. Στην οικονομία πχ ζούμε τη μεγάλη κρίση. Στην Αμερική η μεγάλη κρίση ήταν η στιγμή που η οικονομία έγινε εννοιολογική, δηλαδή άρχισε να περιγράφει τον εαυτόν της, άρχισε να δημιουργεί οικονομία από την οικονομία και όχι από το προϊόν. Αυτό έγινε και στην Τέχνη. Η έννοια ήταν πιο δυνατή, άρα έχασε την ανθρώπινη διάσταση.
-Την εποχή της πληροφορίας πώς μπορεί πλέον ο άνθρωπος να συνθέσει εύκολα πληροφορίες; Ακόμη και ο καλλιτέχνης πώς θα βγει μέσα από τον καταιγισμό της πληροφορίας;
«Το διαδίκτυο δημιούργησε μια δεύτερη διάσταση. Είναι ένας άλλος χώρος επικοινωνίας. Θυμάμαι τον Έβερτ. Έδωσε μάχη για την ελεύθερη ραδιοφωνία. Μα είναι δυνατόν να μην έχουμε ελεύθερη ραδιοφωνία; έλεγαν τότε. Και τι έγινε; Ξαφνικά η ελεύθερη ραδιοφωνία περικυκλώθηκε και από δημόσια έγινε ραδιοφωνία της οικονομίας, της αγοράς. Ελεύθερη ραδιοφωνία της αγοράς. Στο διαδίκτυο υπάρχει μια μεγάλη ελευθερία που έχω την αίσθηση ότι δεν θα υπάρχει για πολύ ακόμα. Η οικονομία και κέντρα εξουσίας θα προσπαθήσουν να βάλουν χέρι. Φοβάμαι ότι η νέα τάξη πραγμάτων θα προσπαθήσει να ελέγξει και αυτή την υπόθεση. Η επικοινωνία μέσα από την κοινωνική δικτύωση συνδέθηκε και με επαναστατικά γεγονότα.
–Υπάρχει όμως και άποψη για το μεγάλο πείραμα των μυστικών υπηρεσιών με το FaceBook στην αραβική άνοιξη.
«Η «εξουσία» δεν είναι αδιάφορη. Η «εξουσία» σε εισαγωγικά ακριβώς γιατί δεν ξέρουμε ποια είναι η εξουσία σήμερα.
-Είχατε πει για την υπερβολή να υπάρχει υπουργείο Πολιτισμού.
«Ο πολιτισμός είναι κάτι το οποίο γεννιέται πολύ δύσκολα. Όταν πρωτοβγαίνει είναι τόσο ευαίσθητο όσο ένα μπουμπούκι. Τόσο ευάλωτο και πολύ δυνατό – αναπάντεχα δυνατό. Κάποια στιγμή οι απολυταρχικές εξουσίες του Μουσολίνι και του Χίτλερ, δημιούργησαν υπουργεία πολιτισμού».
Ο Μεταξάς είχε πει η Εθνική Κυβέρνηση θα είναι ο μαικήνας της ελληνικής τέχνης!
« Άμα ακούς τέτοια πάει τελείωσε. Ισοπεδώνονται τα πάντα. Άλλωστε το υπουργείο πολιτισμού στην Ελλάδα ιδρύθηκε επί χούντας. Δεν είχε νόημα. Έχει νόημα ως προστατευτική διαδικασία της ιστορίας. Δηλαδή τα αρχαία, τα μουσεία αρχαιοτήτων. Θα μπορούσε να είναι μια γραμματεία». Βλέπω έναν νέο καλλιτέχνη και λέω θα πάει μπροστά και βλέπω άλλον έναν και λέω δεν θα πάει μπροστά. Ξέρεις πόσες φορές έχω κάνει λάθος; Η πολιτεία πρέπει να μείνει εμπνευστής και παρατηρητής της παραγωγής πολιτισμού. Στο ιταλικό κοινοβούλιο κάθε τόσο ορίζουν έναν άνθρωπο του πολιτισμού και των γραμμάτων και οργανώνουν αφιέρωμα στη βουλή. Στέλνουν το μήνυμα: «Εμείς ταυτιζόμαστε ως πολιτισμός με την προσωπικότητα αυτή». Αυτός είναι ο ρόλος της πολιτείας, να εκφράζει τον πολιτισμό και όχι να παράγει».
-Βλέποντας το έργο σας στα Απέννινα, θυμήθηκα μια θέση του Αλέκου Κοντόπουλου για το προμηθεϊκό πάθος του καλλιτέχνη. Βέβαια στο κείμενο του ο Κοντόπουλος το αναφέρει ως απόρροια της θρησκευτικής αποτόνωσης.
«Η σχέση της εκκλησίας με την τέχνη είναι μακρά. Στην Ελλάδα η έλλειψη εξελικτικότητας της μεταβυζαντινής κουλτούρας μας, μάς οδήγησε σε μια στατικότητα. Δώσαμε σημασία στο χώρο παρά στο χρόνο. Αντίθετα απ’ ότι συνέβη στην Ευρώπη. Είμαστε δύο πολιτισμοί οι οποίοι είχαμε τελείως αντίθετες πορείες. Εμείς διογκώνουμε το χώρο με τάση να εκραγούμε ενώ οι άλλοι διογκώνανε το χρόνο με τάση να συρρικνώνονται. Κι έχουμε πρόβλημα και οι δύο. Έτσι μπορούν να εξηγηθούν και ορισμένες συμπεριφορές και στατικότητες της ελληνικής κοινωνίας, της πολιτικής και γενικότερα της δυσκολίας της ελληνικής κοινωνίας να εξελιχθεί. Στην Ελλάδα κάθε εξελικτική διαδικασία είναι τραυματική. Το έργο στα Απέννινα είναι ολιστικό. Πραγματικό. Ουσιαστικά γίνεται μέρος ενός φυσικού φαινομένου. Αυτός δεν είναι ο στόχος; Να ξαπλώσεις στην αγκαλιά της φύσης. Να ξαναβρούμε τη σχέση με τη φύση, διότι οι αστικές κοινωνίες έχουν απομακρυνθεί. Αυτή η απομάκρυνση και η δημιουργία τεχνητού περιβάλλοντος στις πόλεις – όπου τα παιδιά νομίζουν ότι οι αγελάδες βγαίνουν από ένα δένδρο που λέγεται αγελαδιά- είναι ένα από τα μεγάλα δεδομένα που ανέτρεψαν και την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους. Μιλάμε σήμερα για μια τεράστια προσπάθεια του ανθρώπου να εξελίξει το είδος του και να το εξελίξει τεχνολογικά. Στη δεκαετία τού ’80 υπήρχε μεγάλος διάλογος για τη βιογενετική. Αντίθετα από τους Τζεφ Κούνς, Ντάμι Χιρστ, Μουνιός, Κομπέρ που μιλούσαν για τη γενετική αντιπρότεινα τότε τον «Ποιητή» που ήταν διαφορετικό πράγμα, ήταν σύνθεση της δύναμης, σημασία της δύναμης, σημασία της ενέργειας, σημασία των πρωταρχικών αξιών, των προαναγεννησιακών, των αξιών του μεσαίωνα.
Πιστεύω ότι ο μεσαίωνας δεν έχει εκτιμηθεί όσο θα έπρεπε. Διότι η μεσαιωνική ιστορία είχε γραφτεί από τους νικητές. Οπότε χάθηκαν πολύ σημαντικές αξίες του μεσαίωνα. Σήμερα στην Ευρώπη βλέπουν με μεγάλη προσοχή ερευνητές και ιστορικοί τον μεσαίωνα, προσπαθώντας να κατανοήσουμε που έγινε το λάθος. Αυτή η συνθετική και πραγματική διάσταση του πολιτισμού πρέπει να επαναπροσδιοριστεί.
-Βλέπω καθημερινά τις κολώνες της ΔΕΗ να αλλοιώνουν την εικόνα στη γέφυρα του Καλατράβα στου Κατεχάκη. Και γενικότερα μια μεγαλόπρεπη κατασκευή σε ένα περιβάλλον εγκατάλειψης και παρακμής. Όπου κρέμονται ακόμη και τα σβηστά φωτάκια των Χριστουγέννων.
«Ο Καλατράβα είναι ευρωπαίος, αναγεννησιακός, έχει ο ίδιος μια διαστρωμάτωση πολιτισμική, τις ρίζες του τις έχει στον Γκαουντί. Από τη μεγάλη αρχιτεκτονική των αραβουργημάτων. Είναι αραβικά αυτά που κάνει ο Καλατράβα. Αλλά τα έχει βασίσει αυτά στην αγγλοσαξονική αναλυτική σκέψη. Τί κάνει ο Καλατράβα; Ήρθε εδώ δεν ενδιαφέρθηκε να δει τι γίνεται γύρω – γύρω, να λάβει υπόψη το περιβάλλον. Μπαμ κοπάνησε τη γέφυρα.
-Με τη λογική των μοντερνιστών…
« Βεβαίως. Υπάρχει κι ένα άλλο θέμα με τους αρχιτέκτονες. Λειτουργούν πάνω στην οικονομία. Δεν τους ενδιαφέρει ο πολιτισμός που δρουν. Τους ενδιαφέρει η οικονομία που θα δημιουργήσει το κτίριο. Όχι τα χρήματα που θα πάρουν οι ίδιοι, αλλά είναι city statesman. Πχ το μουσείο της Ακρόπολης. Δεν τους νοιάζει τι θα εκτεθεί. Να γίνει το καταπληκτικό πράγμα που θα τραβήξει τουρισμό, θα αλλάξει την οικονομία της περιοχής, θα βοηθήσει την ανάπτυξη της αγοράς. Όλοι θα πάνε να το δουν. Έγινε η βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Όλοι πάνε γι αυτό το πράγμα. Από το αεροδρόμιο κατευθείαν στη βιβλιοθήκη και πάλι πίσω στο αεροπλάνο και φεύγουν. Δημιουργούν city projects. Είναι μια λανθασμένη προσέγγιση και της αρχιτεκτονικής –κατά τη γνώμη μου- που περιγράφει τον εαυτόν της, δεν κοιτάει τι υπάρχει γύρω – γύρω. Ενώ το βουνό στα Απέννινα είναι ακριβώς το αντίθεο. Είμαστε μια μειοψηφία στην Ευρώπη που προτείνουμε αυτά τα πράγματα. Τσακωνόμαστε συχνά με τους άλλους, υπάρχει διαμάχη. Βρέθηκα σε δύσκολες στιγμές στην Ευρώπη και στην Αμερική να συζητώ, γιατί αυτά είναι βασισμένα πάνω σ’ αυτό που λέγεται συμπεριφορά σε επίπεδο πραγματικό. Είναι πολιτικό το θέμα. Δεν είναι μόνο φορμαλιστικό. Δεν είναι μόνο εκεί το θέμα.
Η ψυχή και η πέτρα της Ηπείρου
Το «Κυπαρίσσι», είναι το πιο πρόσφατο γλυπτό του Κώστα Βαρώτσου (Ιανουάριος 2013) και τοποθετήθηκε προσφάτως στην πλατεία, μέσα στο κάστρο των Ιωαννίνων. Η πλατεία μετονομάστηκε σε πλατεία Μίνωα Μάτσα, στη μνήμη του οποίου φιλοτεχνήθηκε και το γλυπτό.Το έργο είναι δωρεά της οικογένειας Μάκη Μάτσα. Το γλυπτό του Βαρώτσου εναρμονίζεται πλήρως όχι μόνο με τον περιβάλλοντα χώρο του κάστρου, αλλά και γενικότερα με τη γη της Ηπείρου. Ένα έργο δεμένο με την ηπειρώτικη πέτρα, αλλά και την ηπειρώτικη ψυχή.
Ωδή στη μεταναστεύουσα ανθρωπότητα
Πριν από ένα χρόνο ακριβώς ( 29 Ιανουαρίου 2012) στο Οτράντο της Ιταλίας, έγιναν τα εγκαίνια ενός μνημείου που φιλοτέχνησε ο Κώστας Βαρώτσος και συζητήθηκε ευρύτατα στη γειτονική χώρα αλλά και γενικότερα σε κύκλους εικαστικών καλλιτεχνών και θεωρητικών της Ευρώπης. Είναι η «Απόβαση, ένα έργο για τη μεταναστεύουσα ανθρωπότητα». Το Μάρτιο του 1997 πολεμικό πλοίο της Ιταλίας εμβόλισε το αλβανικό πλοίο LaterIRades που μετέφερε παράνομα στην Ιταλία Αλβανούς οικονομικούς μετανάστες. Στα παγωμένα νερά του Οτράντο πνίγηκαν εκείνη τη νύχτα 81 ψυχές, οι περισσότεροι (61) γυναίκες και μικρά παιδιά. Η περιφέρεια του Λέτσε για να τιμήσει τους ανθρώπους που χάθηκαν ταξιδεύοντας προς το όνειρο της ελευθερίας, ανέθεσε στον Κώστα Βαρώτσο την ανέγερση μνημείου. Ο Έλληνας καλλιτέχνης αναζήτησε, βρήκε το κουφάρι του μοιραίου πλοίου και παρενέβη με μια συμβολική, συγκινητική όσο και εντυπωσιακή κατασκευή.
http://www.costasvarotsos.gr/
Last modified: 18/01/2019