«…Κυνηγός παράπλευρων αντικειμένων εγκαταλελειμμένων στη φθορά
και αφιερωμένων στη θυσία, τους δίνει μια δεύτερη σιωπηλή ζωή,
χωρίς επιτηδεύσεις, υπερβολές και πεπρωμένο.
Ο Κορνήλιος Γραμμένος αναστυλώνει ένα νόημα που ειρωνικά συνδιαλέγεται με το αρχικό,
καταλήγοντας σε υλικά, αλλά αμιγώς ποιητικά, όντα – βασιλιάδες και βασίλισσες, μάσκες,
ιππότες, άλιενς – με τη δική τους μυστηριώδη μυθολογία και τελεολογία, τιμώντας έτσι
το υπαρξιακό μάθημα που – σα σωστός καλλιτέχνης- δεν αποδίδει παρά στη γιαγιά του ‘’
ο Θεός έφτιαξε τον Αδάμ από πηλό και του φύσηξε ψυχή και ζωή’’».
- Περιδιαβαίνοντας την έκθεση σας και βλέποντας τα περισσότερα από τα έργα σας να δίνουν μια νέα διάσταση και χρησιμότητα σε υλικά παραμελημένα ή και εγκαταλειμμένα, σκέφτομαι πως ταπεινά και θανόντα υλικά ζουν σε μια μετενσάρκωση.
Αυτό ήταν η καλλιτεχνική μου δύναμη από τα πρώτα μου χρόνια που άρχισα να σπουδάζω την τέχνη. Ήξερα τι να κάνω μετά από επεξεργασία σε ένα υλικό που ήταν resto, απομεινάρι. Συνήθως ήταν ξύλο ή σίδερο, υλικά με τα οποία έχω μεγάλη οικειότητα. Όταν σχεδιάζω από την αρχή ένα σιδερένιο ή ένα ξύλινο έργο, το υλικό μου μιλάει και έτσι του απαντώ. Τώρα αν είναι μετενσάρκωση ποιών πραγμάτων αυτά τα αφήνω στους παρατηρητές των έργων.
- Διαβάζω για μια δεύτερη σιωπηλή ζωή που δίνετε στα έργα σας ζωντανεύοντας υλικά που έχουν ήδη «ολοκληρώσει την αποστολή τους». Νομίζω ότι η δεύτερη ζωή των υλικών κάθε άλλο παρά σιωπηλή είναι. Είναι εμφατική. Αυτοί οι τοίχοι κρύβουν μηνύματα, σύμβολα, μας ζητούν να κινητοποιήσουμε τη σκέψη μας. Ενώ στην πρώτη τους άψυχη ζωή ήταν απλώς χρηστικά.
Αυτός δεν είναι ο σκοπός της τέχνης; Η κραυγαλέα τέχνη δεν ζητά από σένα τίποτε γιατί κραυγάζει και συνήθως ακούς γιατί η κραυγή ακούγεται -αλλά μετά γυρίζεις την πλάτη συνειδητά ή ασυνείδητα. Η τέχνη ήταν πάντα σιωπηλή και ποτέ δεν έβγαινε σε πρώτο πλάνο, έπρεπε εσύ να πας να τη βρεις. Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις στην παγκόσμια ιστορία της τέχνης.
- Πιστεύετε ότι φυσάτε στα έργα σας ζωή και ψυχή∙ ή το αφήνετε να το κάνει ο θεατής. Κάπου ένιωσα την πρόκληση να το κάνω αποσυμβολίζοντας το.
Πρέπει να το κάνω εγώ πρώτα. Μετά εσείς. Γίνεται από τη στιγμή που αποκτώ αυτή τη σχέση μαζί του. Η δική μου ενέργεια και η πίστη σ’ αυτό που κάνω είναι το εμφύσημα της ζωής. Αυτό είναι. Μπορούνε τρεις άνθρωποι να κόψουν με τη σέγα ένα ξύλο. Τρεις άνθρωποι να βουτήξουν το πινέλο μέσα στο κόκκινο του καδμίου και να ζωγραφίσουν. Ο καθένας θα έχει μια διαφορετική ενέργεια που θα αποτυπώνεται πάνω στο αντικείμενο. Αυτό άλλωστε είναι και η αρχή της ζωγραφικής. Δηλαδή αν δείτε έναν Μοράντι δίπλα σε έναν Πόλοκ και δίπλα στον Πόλοκ έναν Χουάν Γκρις, θα δείτε ακριβώς την ενέργειά που εμφύσησε καθένας από τους τρεις επάνω στον καμβά του ή στο γλυπτό του. Για μένα είναι θεμελιώδες αυτό.
- Πιστεύω ότι τουλάχιστον στην έκθεση αυτή κάποιοι από τους επισκέπτες έδωσαν ψυχή στα έργα. Τουλάχιστον όσοι ήθελαν να «δουν»…
Για μένα ήταν μια αποκάλυψη. Η θετική ενέργεια, ας πούμε αυτό που εξέπεμπαν τα έργα ήρθε στο θεατή και ο θεατής το έκανε multi split τη γύρισε πίσω την ενέργεια, στα έργα κατ’ εξοχή, στο χώρο και στους διπλανούς του. Άλλη φορά δεν έχω αισθανθεί έτσι σε έκθεση μου. Ίσως την πρώτη φορά που έδειξα τα Σάρματα στην γκαλερί 3. Στην έκθεση αυτή είναι για μένα συγκλονιστικό το πώς τα έργα μεταφέρονται από τον τοίχο μέχρι το θεατή και επιστρέφουν δια μέσου του θεατή πάλι στον τοίχο.
- Τι θα θέλατε να δείτε στην τωρινή τέχνη;
Θα ήθελα να υπάρχουν πιο πολλά έργα που να έχουν σκιά. Να έχουν όγκο. Νομίζω ότι είναι εύκολο. Δεν υπονοώ τίποτε. Ό,τι λέω είναι αυτό που είναι. Την τελευταία φορά που ήταν εδώ ο Κουνέλης, στη γκαλερί Bernier, τον ρώτησαν για τη σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και είπε ότι μετά τη βιομηχανική επανάσταση, που ο άνθρωπος σταμάτησε πια να κατασκευάζει, να φτιάχνει με τα χέρια του τα απλά πράγματα της καθημερινότητας του ή και γενικότερα του επαγγέλματος του ή του νοικοκυριού του, υπάρχει πρόβλημα. Ήταν κάτι που είχα στο μυαλό μου πολλά χρόνια. Αυτό ακριβώς είναι που θα ήθελα να δω πιο πολύ τώρα. Θα ήθελα να δω τα έργα ipsum factum, θα ήθελα να δω και τη materia και όλα αυτού καθ’ εαυτού. Δεν είμαι artepoveristas γιατί ανήκει σε άλλη γενιά, τα ‘βλεπα μικρός αυτά, μ’ άρεσαν πολύ, δεν ταυτίζομαι.
- Σε μια διαλυμένη Ελλάδα με άπειρες ψυχές και σώματα καταστραμμένα σκέφτεστε μια σύνθεση;
Όλα τα έργα της έκθεσης είναι Ελλάδα. Τα 44 έργα είναι νομίζω αυτό που εγώ ζω μένοντας στο κέντρο της πόλης. Είμαστε και το times in Κοlοnaκι, Πινόκιο ή βγαίνω για ψώνια 3 φορές τη μέρα, είμαστε ο χορός του Ζαλόγγου, είμαστε οι μακέτες του μουσείου σύγχρονης τέχνης, ο μαχητής, ο γείτονας με το κράνος στη διαδήλωση, τα καρδιακά προβλήματα (τρίπλεξ), η δούρεια τριήρης.
- Ο απελπισμένος;
Εγώ δεν είμαι απελπισμένος. Έχω πέσει μέσα στην κολυμβήθρα της μη απελπισίας. Είμαι απελπισμένος πολλές φορές την ημέρα κι έρχεται μετά η «αποαπελπισία». «Αποαπελπίζομαι» με την επόμενη κίνηση που θα κάνω, και που θα είναι κάτι θετικό απέναντι στην καθημερινότητα μου. Βλέπουμε γύρω μας ανθρώπους που βρίσκονται σε πάρα πολύ δύσκολη θέση. Από καιρό δεν έβλεπαν που πάνε. Έπαιζαν με δυο ηλεκτροφόρα καλώδια, κάποια στιγμή έκαναν επαφή και ήρθε η ηλεκτροπληξία, η απελπισία. Είναι καλό για τον καλλιτέχνη να προβλέπει λίγο, όσο κι αν λέμε ότι το έργο είναι απρόβλεπτο και δεν ξέρω τι θα κάνω. Εμείς οι μοντέρνοι, πάντα ξέρουμε από την αρχή τι θα κάνουμε, ξέρουμε και πού θα πάμε. Σίγουρα δεχόμαστε εκπλήξεις από τις αλλαγές που γεννά το ίδιο το προτσές που φτιάχνω το έργο, το δημιουργώ – γιατί η δημιουργία είναι πάντα ανοιχτή σε όλα- αλλά λίγο πολύ ξέρουμε που θα πάμε, γιατί γνωρίζουμε και τη γλώσσα.
- Αυτή η φαινομενική ευδαιμονία που εξέπεσε, πόσο επηρεάζει την καλλιτεχνική έκφραση; Ο Αντόρνο είχε πει «Το να γράψεις ένα ποίημα μετά το Άουσβιτς είναι βάρβαρο». Βέβαια η θέση αυτή αναθεωρήθηκε από τον ίδιο αργότερα. Το να συλλάβεις ένα έργο μετά την ευδαιμονία; Η τέχνη έχει να πει; Θα είναι μνήμες, θα είναι οδύνη, θα είναι πρόταση, θα είναι παρηγορία;
Αυτό που λέμε μοντέρνα τέχνη, δηλαδή μετά τον Σεζάν, είναι η τέχνη που ήταν πριν κατά τη διάρκεια και μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, το ίδιο και με το Β΄ μεγάλο πόλεμο. Το ότι τώρα ζούμε σε μια κατάσταση ενός φρικτού ηλεκτρονικού, από απόσταση, πολέμου είναι πάλι πραγματικότητα και νομίζω ότι δεν μπορούμε να απαντήσουμε σ’ αυτό. Θα δούμε τι έργα θα βγάλει. Τώρα είμαστε μέσα σ’ αυτόν τον πόλεμο, η αποτίμηση θα γίνει μετά.
- Έγραψε κάποτε ο Χατζηδάκις ότι τα μεγάλα έργα ανακαλύπτονται. Ο Καντίνσκι, ο Μοντριάν ακόμη περισσότερο ο Σεζάν, πέρασαν μεγάλο μέρος της πορείας τους στην παγκόσμια αδιαφορία. Κάποια στιγμή ανακαλύφθηκαν. Από την άλλη κάποιο καλλιτεχνικό έργο που συζητήθηκε πολύ στην εποχή του τελικά πέρασε στη λήθη. Είναι αυτό που φοβίζει έναν καλλιτέχνη; Υπάρχουν συνταγές διαιώνισης της φήμης του έργου ενός καλλιτέχνη;
Κοιτάξτε, αυτή η global αποδοχή δεν υπήρχε τότε. Ίσως να τα κατάφερε ο Πικάσο. Δεν μπορούμε να το ξέρουμε αυτό. Ευτυχώς δεν έχω χτυπήσει καθόλου ταβάνι επιτυχίας σε κανέναν επίπεδο ούτε οικονομικό ούτε διασημότητας, οπότε είμαι ήσυχος στο κρεβάτι μου.
- Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν συνταγές επιτυχίας μακράς διαρκείας;
Βεβαίως. Ο Τζον Λένον έλεγε ότι όταν επιλέγουμε στο δίσκο τα 12 κομμάτια, προβλέπουμε τα δυο – τρία που θα γίνουν επιτυχίες. Ποτέ δεν γίνονται επιτυχίες οι προβλέψεις. Επιτυχίες γίνονται άλλα κομμάτια. Γιατί ο κόσμος άλλα «πιάνει» και αποδέχεται. Κι αυτό είναι η αλήθεια. Και όπως συμβούλευε ο αείμνηστος Λένον πρέπει να έχουμε τρία- τέσσερα όχι τόσο καλά για να βγουν μπροστά τα φαβορί.
- Επειδή η έκθεση «Σκουλπτούρα emfatica» είναι ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες∙ και επειδή ζήσατε στη Γερμανία στα καλύτερα του Γιόζεφ Μπόις, πέστε μου: να είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης ερμηνευτής του έργου του ή να αφήνει στους άλλους – κοινό και ιστορικούς- να το ερμηνεύσουν…
Δεν είμαι ερμηνευτής του έργου μου και νομίζω πως μόνο ο Μπόις ήταν ερμηνευτής της δουλειάς του. Ο Μπόις ήταν φοβερά εξωστρεφής. Μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο η Γερμανία βρέθηκε στη θέση που βρέθηκε, είχε υπογράψει ένα είδος μνημονίου με τους συμμάχους (Άγγλους, Γάλλους, Αμερικάνους, Ρώσους). Οπότε ο Μπόις ήταν ένα κομμάτι της κοινωνικής αποενοχοποίησης, βοηθήθηκε παρά πολύ. Ήταν ένας σημαντικός καλλιτέχνης. Με το που πέθανε τελείωσε το έργο του.
- Το Κάσελ δεν ήταν μια κίνηση ελπίδας για την τέχνη και για το μέλλον της;
Το Κάσελ έκανε πάρα πολύ δυνατές εκθέσεις. Ανταγωνίστηκε τη Μπιενάλε της Βενετίας, ίσως με πιο αρτίστικους όρους, ίσως γιατί δεν υπήρξαν κράτη. Υπήρξαν προσωπικότητες στο Κάσελ, δεν συμμετείχαν χώρες, αλλά καλλιτέχνες – ονόματα. Αυτό έδινε δύναμη. Τους καλλιτέχνες δεν τους επέλεγαν επιτροπές. Ο κάθε επιμελητής έπαιρνες την ευθύνη.
- Ναι αλλά κατά την άποψή σας με το θάνατό του τελείωσε και το έργο του;
Και ο Μπόις και ο Γουόρχολ. Αυτοί ήταν πάρα πολύ μεγάλοι. Σε όλα τα επίπεδα. Δύναμης, οικονομικά κοκ. Με το θάνατό τους πέρα από το marketization δεν υπάρχουν.
- Ήταν τελείως διαφορετικοί καλλιτέχνες
Ναι αλλά ήταν δυνατά ονόματα.
- Τώρα όμως κάποιες περιοδεύουσες εκθέσεις του Γουόρχολ κάνουν πάταγο. Για τη Σαγκάη και άλλες πόλεις της Άπω Ανατολής είναι τεράστια γεγονότα.
Λογικό είναι. Τώρα ανακαλύπτουν πράγματα αυτοί οι λαοί. Το tide, το Camel δεν νομίζω ότι το 1969, το 74 ή το 76 θα μπορούσαν να εμφανισθούν εκεί και να έχουν χειροκρότημα.
- Ο Ai WeiWei είναι ακόμη υπό απαγόρευση… Τέχνη για την τέχνη και αυτοϊκανοποίηση; Το να φωτογραφίζεις έναν άστεγο φωτίζοντας για τρεις ώρες και μερικές φορές καθοδηγώντας τον είναι τέχνη; Αυτό που βγαίνει είναι άποψη σοκαριστική ή αυτοϊκανοποίηση και αυτοπαραμύθιασμα;
Είναι μιμητισμός. Νομίζω ότι έχουν καβαλήσει μια συνταγή, ένα φορμά που έχει υπάρξει πριν από 15-20 χρόνια και νομίζουν ότι θα βάλουν το πόδι στο main stream της τέχνης. Δεν με αφορά αυτό.
- Και μιας και προηγουμένως αναφερθήκαμε στην Ελλάδα του σήμερα, με τι υλικά θα μπορούσε να γίνει ένα έργο που θα ονομασθεί «μνημείο εκπεσόντος Έλληνα» ή «μνημείο αγνώστου Έλληνα».
Έχω κάνει το μνημείο. Είναι το «Κουράγιο». Ο χυτοσίδηρος, το πέλμα και το πόδι στημένο όρθιο με παπούτσι και σάρκα. Πρέπει να σηκωθούμε στη μορφή αυτή. Δεν νομίζω ότι πρέπει να χτυπάμε κάθε μέρα τον εαυτό μας στον ώμο, μπροστά στον καθρέφτη και λέμε τι ωραίος που είμαι. Κάτι που το κάναμε για χρόνια, αλλά ούτε και να φτυνόμαστε μπροστά στον καθρέφτη. Μέτρον Άριστον. Χρειάζεται να είμαστε ειλικρινείς στις πράξεις μας, αλλά για να γίνει αυτό πρέπει να είμαστε ειλικρινείς και με τις σκέψεις μας. Η σκέψη προηγείται. Ο Σάμιουελ Μπέκετ δίνει τη δική του ηρωίδα να χάνεται στο χώμα και την κάθε στιγμή που το χώμα ρουφά τη Γουίνυ πιο βαθειά, αυτή θυμάται τις ευτυχισμένες μέρες. Δεν πρέπει να αφήσουμε το χώμα να μας καταπιεί αναλογιζόμενοι το παρελθόν.
Δεν έχουμε φτιάξει μουσείο σύγχρονης τέχνης. Χρησιμοποιούμε το παλιό κτίριο του Φιξ. Μια πολύ ωραία ιδέα. Από τη δεκαετία του 80 και μετά παντού στον κόσμο γίνονται πάρα πολλά μουσεία για τη σύγχρονη τέχνη. Στην Ελλάδα δημιουργούνται μουσεία λαδιού, τούβλου, κεραμοποιίας, νομίζω ότι δεν πρέπει να υπάρχει άλλη χώρα με τόσα πολλά μουσεία. Να σας θυμίζω το μουσείο του Μενχενγκλάντμπαχ, στη Στουτγάρδη, στη Ρώμη το Maxxi, που το έφτιαξε η Ζάχα Χαντίντ. Όταν το επισκέφτηκα έμεινα μέσα 6-7 ώρες. Όλος ο κόσμος που μπήκε το τελευταίο πράγμα που κοίταζε ήταν τα έργα. Λιγοστά και πολύ αμήχανα βαλμένα. Κτίρια που δεν ξέρεις πώς και που να βάλεις τα έργα. Και επανέρχομαι στον Μπόις ο οποίος είχε πει ότι ο καλύτερος χώρος για ένα μουσείο σύγχρονης τέχνης είναι ένας βιομηχανικός χώρος με λίγο φως από πάνω και παντού κλειστούς τοίχους. Εννοούσε το κουτί, στο οποίο θα υπάρχει βιομηχανικό δάπεδο, τοίχοι άσπροι, λίγο sky light για να έχουμε φως. Αυτός είναι ο χώρος που μπορεί να βάλει κανείς την τωρινή τέχνη. Ήταν δική του η δουλειά και βόλευε, αλλά εγώ στο χώρο αυτό θα έβλεπα έναν Ματίς, έναν Μανέ και έναν Γουόρχολ και έναν Μπόις και ένα Δασκαλάκη και ένα Γραμμένο. Όλη αυτή η ιστορία ξεκίνησε από το Μουσείο Γκουγκενχάιμ της Νέας Υόρκης που ήταν ένα ευφυολόγημα του Φρανκ Λόιντ Ράιτ, ο κοχλίας, πολύ ενδιαφέρον σαν κτίσμα, αλλά εκεί τα έργα δεν ξέρεις που να τα βάλεις πια. Οπότε είναι ένα θέμα όταν κάνει κανείς ένα μουσείο τι ακριβώς πρεσβεύει το marketization του μουσείου, δηλαδή να πηγαίνει κόσμος να πληρώνει να υπάρχουν έσοδα στο μουσείο να ισοσκελίζεται οικονομικά επειδή βλέπουμε στην Ευρώπη οι κρατικές επιχορηγήσεις παύουν στα μουσεία; Γιατί να μην κάνουμε ένα μουσείο που να είναι flat, πολύ φτηνό, και να βάλουμε μέσα στην ακριβή τέχνη και κάνουμε το ανάποδο;
Δεν είμαστε εναντίον των μουσείων. Όλοι φιλοδοξούμε να δούμε κάποτε τη δουλειά μας σε μουσείο. Η μια μακέτα της έκθεσης είναι δαιδαλώδης. Οι τοίχοι και οι οροφές πάνω είναι σύγχρονη αρχιτεκτονική, στραβοπλαγιαστή, είναι μεγαλύτερη η βαρύτητα στο κτίσμα από το περιεχόμενο. Οπότε έχω κάθε δικαίωμα να το σαρκάσω και να το ειρωνεύομαι. Στη δεύτερη μακέτα είναι και το βιομηχανικό μέσα. Με τη ράμπα και φυσικά αυτό το λίγο σιρίτι τσίρκο και ταυτόχρονα Lock point για το μάτι, να βλέπεις όλα αυτά να βγαίνουνε που είναι για να κάνουμε κάτι να πάει ο κόσμος.
Μνημείο στο Κουράγιο
L’Apparat se la lettre. Χαρούμενη επιστήμη «περνώντας το γεφυράκι». Τελευταίες ηρωικές πράξεις στο αεροπλάνο. Με την ευχή του τυπογράφου κεντημένη. Φοβού την επιμόλυνση του τραπεζίτη και τον νεκρό στο σημειοφυλακείο. Οι προβολείς σου με τυφλώνουν. Από το μονοπάτι του βουνού, με το γυμνό μου πόδι, φθάνω.
Μακέτα για ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Το σημείωμα στην είσοδο γράφει: No drinks, food, ice creams and colds please. Children, dogs and mad grannies wellcome.
Μακέτα για ένα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Was it consolation or despair the advocate was aiming for? Πρόκειται για ένα διαλάλημα. Η μεγέθυνση της Disneyland. Η διάχυση στην Άγρια Δύση. Η ευστροφία των Ντάλτονς. Όλα για το υπερφυσικό παιδί που σε κάθε περίπτωση ενθουσιάζεται να ανακαλύπτει από την αρχή το παλιό του παιχνίδι – τον εαυτό του – σαν αυτοαναφορική φωτογραφία, ένα με το τοπίο παντού.
Triplex
Μοιάζει με καρδιά. «Η διάμετρος της αορτής μιας φάλαινας είναι μεγαλύτερη από τον κύριο αγωγό του εργοστασίου ύδρευσης στη Γέφυρα του Λονδίνου και το νερό που βουίζει, καθώς περνάει μέσα από τον αγωγό αυτό, είναι κατώτερο σε ορμή και ταχύτητα από το αίμα που ξεχύνεται από την καρδιά της φάλαινας» {Η θεολογία του Πέιλι}.
Τα κείμενα του καταλόγου γράφουν η Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη, ο Νικόλαος Χρηστάκης και η Πατρίτσια Γερακοπούλου που πλέκει ένα δικό της κείμενο κάτω από τον τίτλο κάθε έργου. Μια πολύ πρωτότυπη και αξιόλογη δουλειά που δίνει αφορμές για περισσότερα από ένα κοιτάγμα σε κάθε έργο.
- Μια συζήτηση με αφορμή την έκθεση του Κορνήλιου Γραμμένου σκουλπτούρα emfatica
στη γκαλερί Έκφραση γιάννα γραμματοπούλου
Last modified: 04/04/2021