Μια συζήτηση με την ιστορικός τέχνης και ανεξάρτητη επιμελήτρια δρ. Εύα Κέκου, με αφορμή την έκθεση The Condition of (Im)-Possibility: The Invaders που παρουσιάστηκε στο Κέντρο Τεχνών δήμου Αθηναίων.
-
Ο τίτλος της έκθεσης δημιουργεί σκέψεις και απορίες, μπορείτε να μας αναλύσετε τη σημασία του;
Ο τίτλος είναι σίγουρα κάπως αινιγματικός. Σκόπιμα μοιάζει με μαθηματική παράσταση, ώστε να σηματοδοτήσει τη σχέση του θέματος με την επιστήμη των μαθηματικών, αλλά ταυτόχρονα είναι και ένα λογοπαίγνιο. Αμφισβητείται η «α-πιθανότητα», υπονοώντας πως όλα μπορεί να είναι πιθανά. Στα αγγλικά ίσως το λογοπαίγνιο λειτουργεί καλύτερα, δείχνοντας πως το impossible μπορεί να διαβαστεί και ως I’m possible. Το ερμηνευτικό πρίσμα και η μορφή αλλάζει το νόημα.
-
Μιλήστε μας για το σκεπτικό της έκθεσης. Ποια ήταν η αφετηρία, πώς ξεκίνησε η ιδέα της έκθεσης;
Ο προβληματισμός για επίκαιρα ζητήματα, και για κοινωνικοπολιτικά θέματα εν γένει, είναι βασικός πυλώνας όλων των εγχειρημάτων μου. Και σε προηγούμενες εκθέσεις μου, όπως το Exchange Risk, το 2015, ή το Point Zero: Restart το 2016, ασχολήθηκα με αντίστοιχες θεματικές. Στην ουσία, η παρατήρηση του κοινωνικού γίγνεσθαι και η απόπειρα ερμηνείας του, ή έστω ενός σχολιασμού είναι το βασικό κίνητρο. Αυτή τη φορά, το ερέθισμα ήταν η αίσθηση της αβεβαιότητας που κυριαρχεί, κυρίως μετά το βίωμα της πανδημίας, αλλά και άλλων βίαιων περιστατικών που μοιάζει να μονοπωλούν την επικαιρότητα. Πώς στέκεται κανείς απέναντι σε όλα αυτά;
-
Στο επιμελητικό σας κείμενο αναφέρεστε εκτεταμένα στα μαθηματικά. Ποια είναι η σχέση τους με την τέχνη και με ποιο τρόπο λειτουργούν σημειολογικά ως ένα στοιχείο που δημιουργεί μια εικαστική εξίσωση;
Η σχέση των μαθηματικών με τις εικαστικές τέχνες δεν είναι καινούρια. Είτε πάρουμε τον τομέα της γεωμετρίας, είτε τις πιο αφηρημένες αλγεβρικές εκφράσεις των μαθηματικών, έχουν εμπνεύσει και καθοδηγήσει καλλιτέχνες σε όλη την ιστορία της τέχνης, θα λέγαμε. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, επικεντρώθηκα στην έννοια των πιθανοτήτων, όσον αφορά το θεωρητικό κομμάτι, και πώς όλα τα πεδία των επιστημών και των τεχνών προσπαθούν να ερμηνεύσουν το απρόβλεπτο. Αλλά εκτός από αυτό, υπάρχουν και στοιχεία στο στήσιμο της έκθεσης που λειτουργούν με τρόπο μαθηματικό, όπως το οπτικό βάρος, που είναι μια μορφή εξίσωσης. Αυτά είναι γνωστά ήδη από την εποχή του Κλεε, που δίνει παραδείγματα δυναμικών ισορροπιών με βάση τις μαθηματικές εξισώσεις. Η σύνθεση, είτε μιλάμε για ένα έργο, είτε για μια επιμέλεια, είναι μια εξίσωση, όπου προσπαθείς να ισορροπήσεις διαφορετικής βαρύτητας αξίες (με τη στενή, μαθηματική έννοια, δεν το εννοώ ιεραρχικά) με δυναμικό τρόπο. Και βέβαια, ας μην ξεχνάμε τη θέση που έχουν τα μαθηματικά ως σύμβολα, στη γλώσσα, στην οπτική επικοινωνία, στη σκέψη μας. Προσθέτουμε, διαιρούμε, εξισώνουμε, οξύνουμε ή αμβλύνουμε, κάνουμε κύκλους, χρησιμοποιούμε την τετράγωνη λογική. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζουμε σχήματα και τους αποδίδουμε έννοιες, όπως, π.χ. στον κώδικα οδικής κυκλοφορίας. Βλέποντας ένα τρίγωνο σκεφτόμαστε αμέσως πως κάτι χρειάζεται προσοχή και στη συνέχεια βλέπουμε τι είναι αυτό. Εν γένει, πρσπαθώ να δημιυργησω μια σχέση αντιστιξης ανάμεσα σε μια επιστημη θετικη, κανονιστικη αλλά και τα εικαστικα ως μια αντιρροπη δύναμη με ολη τη δυναμική που έχουν να απευθύνυν ανοιχτού τύπου ερωτήματα με νέα δυναμική.
-
Τελικά επιτυγχάνει αλήθεια η έκθεση αυτή εν προκειμένω ή η τέχνη εν γένει να δώσει ακραιφνείς λύσεις όπως οι θετικές επιστήμες;
Δεν είμαι βέβαιη πως μπορεί να γίνει μια τέτοια διχοτόμηση. Οι θετικές επιστήμες, αν και διεκδικούν μια αντικειμενικότητα και μια βεβαιότητα για την «αλήθεια» μέσα από εμπειρικές παρατηρήσεις ή θεωρητικά σχήματα, στην πραγματικότητα δεν είναι κι αυτές παρά ανθρώπινες συγκροτήσεις, εργαλεία για την ερμηνεία του κόσμου. Συνεπώς εξαρτώνται άμεσα από το κοινωνικό, ιστορικό, επιστημολογικό, ακόμα και το πολιτικό συγκείμενο. Οι αντιλήψεις μας, ως κοινωνία, αντανακλώνται πάνω στην ερμηνεία μας για τη φύση, το χρόνο, την ύλη, τη λογική… Ακόμα και η αριθμητική είναι μια εφεύρεση. Άλλωστε, βλέπουμε συνεχώς θεωρίες που αποτελούσαν βεβαιότητες να καταρρίπτονται. Αυτή είναι και η φύση της επιστήμης, να είναι ανοιχτή στο νέο. Επομένως, και η τέχνη μας βοηθά να ερμηνεύσουμε, να κατανοήσουμε και να βρούμε νόημα, όπως ακριβώς και οι θετικές, και οι ανθρωπιστικές-κοινωνικές επιστήμες. Η διεπιστημονικότητα είναι ζητούμενο, και η έκθεσή μας προσπαθεί ακριβώς αυτό: να κάνει αυτόν το συγκερασμό και να δείξει την ολότητα του πολιτισμού χωρίς να τον χωρίζει σε αυστηρά «κουτάκια».
-
Πώς επιλέξατε τον εκθεσιακό χώρο; Γιατί θεωρείτε το Κέντρο Τεχνών ως πλέον κατάλληλο χώρο για την πραγματοποίηση της έκθεσης;
Το Κέντρο Τεχνών είναι ένας πολύ αναγνωρίσιμος χώρος, είναι πολύ κεντρικά με εύκολη πρόσβαση σε όλους, και με ένα υπέροχο περιβάλλον εξωτερικά. Αυτό βοήθησε πολύ και στην επισκεψιμότητα, καθώς ακομα και περαστικοί που έκαναν περίπατο στο Πάρκο Ελευθερίας επισκέπτονταν την έκθεση.Μας ενδιαφέρει ένα μη υποψιασμένο κοινο να έρθει κοντα στη Τέχνη. Ευτυχώς βοήθησε και ο καιρός προς αυτό. Οπότε η πρόσβαση με το μετρό και το Πάρκο Ελευθερίας ήταν δύο σημαντικά πλεονεκτήματα. Πέρα όμως από αυτό, είναι ένας χώρος με ιστορική αξία και βαρύτητα, και, ακόμη κι αν η έκθεση δε συνδέεται άμεσα με ιστορικά θέματα, το ζήτημα της εισβολής και της σύγκρουσης βοηθήθηκε από το παρελθόν του χώρου (πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ). Τέλος, η ίδια η μορφή του εσωτερικού του κτιρίου είναι πολύ βοηθητική ως προς τη διάρθρωση ενός εκθεσιακού αφηγήματος, με τη στενόμακρη κάτοψή του. Όχι ότι αυτό δεν παρουσιάζει προκλήσεις ως προς την τοποθέτηση των έργων, κυρίως αυτών μεγαλύτερης κλίμακας, αλλά μας βοήθησε να χωρίσουμε το σκεπτικό της έκθεσης σε τομείς, μέσα από τους τρεις «θαλάμους» που απαρτίζουν το χώρο.
-
Πώς επιλέξατε τα έργα για να συνθέσετε το αφήγημα της έκθεσής σας;
Η επιλογή των έργων είναι ένας συνδυασμός αποφάσεων και συγκυριών. Είδα τις δουλειές από αρκετούς καλλιτέχνες, από τους οποίους κάποιοι βρίσκονταν ήδη στους κύκλους μου και γνώριζα τη δουλειά τους, ενώ με άλλους συνεργάστηκα για πρώτη φορά. Το βασικό κριτήριο είναι να ταιριάζει η θεματολογία του έργου με το σκεπτικό της έκθεσης, και σε δεύτερο επίπεδο να συμφωνεί και αισθητικά-μορφολογικά. Το σύνολο των έργων κατέληξε να είναι αρκετά ετερόκλητο, με πολλά διαφορετικά μέσα και αισθητικές αντιλήψεις, αλλά αυτό ακριβώς ανταποκρίνεται στη πολύπλευρη και σύνθετη θεματική μας και ήταν το ζητούμενο. Επιπλέον, υπογράμμισε ακόμη περισσότερο την έννοια των ανοιχτών ενδεχομένων, της συνθήκης του απείρου και των πολλαπλών ερμηνειών ενός «ταξινομημένου χάους». Φυσικά, η παγίδα αυτής της γραμμής θα ήταν να πέσουμε σε ένα anything goes, δηλαδή μια άκριτη συμπερίληψη αταίριαστων πραγμάτων, μόνο και μόνο επειδή το θέμα της έκθεσης δίνει μια κάποια ελαστικότητα. Πιστεύω πως αποφύγαμε με επιτυχία την παγίδα αυτή, και η βασική μας ασπίδα απέναντί της ήταν το στήσιμο των έργων, που δημιούργησε συνδέσεις ακόμη και σε έργα που εκ πρώτης όψεως θα έμοιαζαν ασύμβατα. Άλλοτε μέσω της ανάδειξης των όμοιων στοιχείων, και άλλοτε μέσω της αντίθεσης, της αντίστιξης, του διαλόγου, ακόμα και της αντιπαράθεσης, δημιουργήθηκαν σχέσεις μεταξύ των έργων, με τρόπο που κανένα να μην περισσεύει, και ταυτόχρονα να μη λείπει κάτι από το αφήγημα.
-
Ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε στην πραγματοποίηση της έκθεσης;
Δυσκολίες και προκλήσεις πάντα υπάρχουν! Το βασικό ήταν η έλλειψη χρηματοδότησης, που έκανε τις ενέργειες να κινούνται αργά και με δυσκολία. Ευτυχώς είχαμε την παροχή του χώρου χωρίς κόστος, όπως επίσης και ορισμένες χορηγίες, κυρίως σε είδος, που μας διευκόλυναν πολύ. Το στήσιμο μιας έκθεσης φαίνεται απλή διαδικασία, αλλά στην πραγματικότητα η προετοιμασία ξεκινά μήνες πριν. Η συνεργασία με το Δήμο Αθηναίων βοήθησε στην επίλυση αρκετών πρακτικών ζητημάτων, όπως επίσης και η εργασία της ομάδας μου. Βέβαια, οι βοηθοί μου βρίσκονταν λόγω υποχρεώσεών τους εκτός Αθηνών τον περισσότερο καιρό, και αυτό ορισμένες φορές δυσχέραινε την πορεία μας. Γενικά, κάθε συνεργασία, είτε πρόκειται για θεσμούς, είτε για συνεργάτες, είτε για καλλιτέχνες, χρειάζεται υπομονή, ευελιξία, δουλειά και συμβιβασμούς. Ευτυχώς, τέλος καλό, όλα καλά.
-
Ποια στοιχεία διάδρασης και εντυπώσεων του κοινού θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
Η υποδοχή του κοινού υπήρξε θερμή, με επισκεψιμότητα μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, δεδομένου και της πολύ σύντομης διάρκειας της έκθεσης. Εισπράξαμε πολύ ενδιαφέρουσες στάσεις, τόσο από το γενικό κοινό όσο και από πιο εξειδικευμένους ανθρώπους του χώρου, όπως συναδέλφους ιστορικούς και θεωρητικούς της τέχνης, επιμελητές, εικαστικούς κ.λπ. Μου άρεσε που το κοινό μας παρουσίαζε μεγάλη ποικιλότητα, σχεδόν τόσο πολλή όσο και τα έργα της έκθεσης! Τα σχόλια και οι εντυπώσεις ήταν πολύ θετικά, έχουμε κρατήσει και ένα βιβλίο επισκεπτών, ως αναμνηστικό. Θεωρώ πως έπαιξε ρόλο στην ενεργοποίηση του κοινού και η επιτελεστική δράση (performance) των εγκαινίων, του Δημοσθένη Αγραφιώτη, ο οποίος έβαλε το κοινό σε σκέψη μέσα από τη συμμετοχή του στη δημιουργία ενός συλλογικού έργου. Διενεργήσαμε επίσης και αρκετές ξεναγήσεις, και με τη συμμετοχή των καλλιτεχνών μας. Μας άρεσε πολύ που άνθρωποι από πολλές ηλικίες, επαγγελματικούς κλάδους, μορφωτικά επίπεδα, ακόμα και χώρες, βρήκαν κάτι ενδιαφέρον στην έκθεση, αυτό είναι μια πραγματικά πολύ μεγάλη ικανοποίηση. Δώσαμε άλλωστε, κι εμείς και οι καλλιτέχνες, την ενθάρρυνση του ανοιχτού διαλόγου, οπότε πιστεύω πως αυτό βοήθησε το κοινό μας να εκφραστεί. Ακούσαμε πολλά και ιδιαίτερα θετικά σχόλια και ήταν μια μεγάλη επιβράβευση για τους μήνες επίπονης αλλά και επίμονης πολλές φορές συνεργασίας για εμένα και τη μικρή ομάδα μου φοιτητών που βοήθησαν σε οργανωτικά θέματα της έκθεσης αλλά και μια ευχαρίστηση για τους εξαιρετικούς καλλιτέχνες που μας εμπιστεύτηκαν.
-
Στη συνέντευξη αυτή, είναι παρούσα και η συνεργάτιδα-βοηθός σας, Φωτεινή Δαλκαβούκη. Μας είπατε ότι συνεργαστήκατε μαζί της τους τελευταίους πέντε μήνες. Ας μας μιλήσει επίσης για την εμπειρία της από τα στάδια της υλοποίησης και ολοκλήρωσης της έκθεσης.
Ήταν μια φοβερά χρήσιμη εμπειρία. Είμαι φοιτήτρια, πλέον τελειόφοιτη, στο ΠΜΣ της Επιμέλειας Εκθέσεων της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, και η συνεργασία με την κ. Κέκου ήταν η καλύτερη «πρακτική» που θα μπορούσα να σκεφτώ. Μπόρεσα να εφαρμόσω γνώσεις, τόσο από το μεταπτυχιακό μου όσο και από προηγούμενες αντίστοιχες εμπειρίες, και επίσης έμαθα πολλά νέα πράγματα, είδα από κοντά, και κυρίως από μέσα, όλη τη διαδικασία μιας έκθεσης από την αρχή μέχρι το τέλος. Όσα μαθήματα κι αν κάνει κανείς, όση θεωρητική κατάρτιση κι αν συγκεντρώσει, η δουλειά στο πεδίο είναι αναντικατάστατη, και ειδικά σε ασχολίες όπως αυτή της επιμέλειας. Ενώ το θεωρητικό υπόβαθρο είναι απαραίτητο, δε γίνεται κανείς επιμελητής μόνο διαβάζοντας. Άλλωστε, είναι ένα εξ ορισμού διεπιστημονικό αντικείμενο, για το οποίο πρέπει να έχει κανείς γνώσεις από ποικίλα πεδία, και ταυτόχρονα το διάβασμα δεν είναι ποτέ αρκετό. Δικτυώθηκα, έμαθα πρακτικές δεξιότητες, τεχνικές διαχείρισης καταστάσεων, και πόσα άλλα πράγματα που σίγουρα μου διαφεύγουν. Μακάρι να μπορούσαν όλα τα νέα παιδιά να μπορούσαν να περάσουν από κάτι αντίστοιχο. Σου ανοίγει τα μάτια.
-
Ποιος αντιλαμβάνεστε ότι είναι ο αντίκτυπος της έκθεσης στο εικαστικό τοπίο για το 2024;
Απολογιστικά, θεωρώ ότι είναι μια σημαντική έκθεση. Και με βάση την επισκεψιμότητα, αλλά και με τα δημοσιεύματα και τις τοποθετήσεις ειδικών, δεν πέρασε απαρατήρητη, και αυτό οφείλεται, φυσικά στα έργα των καλλιτεχνών, αλλά και στη λογική συνέπεια του επιμελητικού σκεπτικού. Ο πυρήνας της έκθεσης είναι η θεωρητική της τοποθέτηση σε σχέση με το αναπάντεχο και με την αδυναμία μας να προβλέψουμε. Παράλληλα, η έννοια των άπειρων πιθανοτήτων ανοίγει και το δρόμο για απόλυτη εικαστική ελευθερία και πειραματισμό, και αυτό αποδεικνύεται από την ποικιλότητα των έργων, που όμως συνιστούν ένα συνεκτικό σύνολο. Επομένως, πιστεύω ότι, χωρίς να κραυγάζει την πρωτοτυπία της, είναι μία έκθεση που ρίσκαρε, καινοτόμησε και ίσως δώσει το έναυσμα για περισσότερο πειραματισμό και συνύπαρξη ετερόκλητων στοιχείων. Τέλος, είναι σημαντικό το ότι αναδεικνύει νέους ανθρώπους του χώρου, αλλά επανασυστήνει και πιο εδραιωμένους.
-
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας;
Αν και θεωρώ ότι είναι μια έκθεση επιτυχημένη, δεν πιστεύω ότι έχει κλείσει όλα τα θέματά της και «τέλος». Επομένως θα ακολουθήσουν και άλλες εκθέσεις που στοχάζονται πάνω σε κοινωνικά θέματα, στην πολιτική, και επίσης, πάνω σε μια προσφιλή μου θεματική, τον αστικό χώρο. Με ενδιαφέρει επίσης να κάνω ξανά κάτι διεπιστημονικό, που να άπτεται διαφορετικών πεδίων. Μπορώ να πω πως αυτή η έκθεση έχει ανοίξει ακόμα περισσότερα ερωτήματα, τα οποία θα επιχειρήσω να απαντήσω επιμελητικά σε επόμενα στάδια. Υπάρχει και η ιδέα μιας ημερίδας τον Ιούνιο που με αφορμή την έκθεση έχει στόχο να συζητήσει παρόμοια θέματα και να επαναπροσεγγίσει διεπιστημονικά τη σχέση τέχνης και επιστήμης.
*Η αρχική εικόνα είναι της Χλόης Ακριθάκη
Last modified: 05/06/2024