Αυτές τις μέρες αναρωτιέμαι για το πνεύμα στην τέχνη. Υπάρχει;
Αυτό που συνηθίζω να βλέπω περισσότερο στα σύγχρονα έργα ζωγραφικής έχει να κάνει με την διάνοια, τη νόηση, τη γνώση, το μυαλό, την άρτια τεχνική, την επιστημονική έρευνα, το ψυχολογικό βάθος, την ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης ιδέας. Το ατόφιο συναίσθημα -και αυτή η αίσθηση της αθωότητας ή αλλιώς της “αγάπης” που μας διδάσκουν τα ζώα και γενικότερα η φύση- δεν υπάρχει πουθενά. Βλέπω, αντίθετα, την καταστροφή και τη βία που μπορεί να εμπεριέχεται σε μία σεξουαλική επαφή, έναν κυνισμό που μπορεί να συνοδεύεται από το αντίστοιχο χιούμορ, μια ειρωνεία, μία διαστρεβλωμένη πολλές φορές φιλοσοφική ιδέα και έννοιες που θα μπορούσαν να έχουν απασχολήσει έναν Φρόυντ σχετικά με τα ένστικτα των ανθρώπων στις μεταξύ τους σχέσεις.
Ναι, μ’ αρέσουν πολλά έργα της σύγχρονης εποχής. Παρατηρούσα πριν μέρες ένα έργο της Stefanie Walter που με συγκίνησε. Η γραφομηχανή μιας άλλης εποχής βρίσκεται φωτισμένη στο κέντρο της σύνθεσης. Κανείς όμως δεν της δίνει σημασία αφού όλοι είναι απορροφημένοι στα κινητά τους. Η γραφομηχανή αυτή μοιάζει να βγάζει την πιο δυνατή, την πιο μεγάλη της κραυγή. Πιστεύω στην εξέλιξη της τεχνολογίας. Εξάλλου ήμουν από τις πρώτες που μετά την γραφομηχανή είχαν laptop. Ούτε καν σταθερό υπολογιστή. Όμως η μυρωδιά από το μελάνι και ο ήχος των πλήκτρων δεν φεύγει εύκολα από το μυαλό μου. Στο έργο, λοιπόν, μπαίνουν δυο γενιές στο ίδιο πλάνο, για να μας κάνουν να αναρωτηθούμε αν θα μείνουμε προσκολλημένοι στο παρελθόν ή αν θα επιδιώξουμε και με την σύγχρονη τεχνολογία να ξεφύγουμε από αυτό που στις εκθέσεις των πανελληνίων ονομάζουν με την ξύλινη τους γλώσσα αποξένωση. Γιατί αν και το έργο δείχνει την χαώδη διαφορά ανάμεσα στις εποχές ακόμα πιστεύω ότι με την σωστή χρήση της τεχνολογίας λύση υπάρχει. Το έργο είναι τεχνικά άψογο αλλά η μυρωδιά της γραφομηχανής δεν υπάρχει πουθενά. Γεγονός που το κάνει να μοιάζει με μία ψυχρή αποτύπωση άλλης μιας ιδέας. Με έντονα νοήματα και προβληματισμούς, αλλά ιδέας. Το συναίσθημα πουθενά.
Έχοντας μεγαλώσει μέσα στο ατελιέ του Δήμου Σκουλάκη λόγω συγγένειας, είχα μάθει να βλέπω μέσα σε ένα πορτρέτο το ίδιο το πνεύμα του δημιουργού καθώς και την ψυχή πολλές φορές του εικονιζόμενου προσώπου. ‘Εχοντας επίσης δει πάρα πολύ ζωγραφική σε μουσεία, πινακοθήκες και αμέτρητες γκαλερί εδώ και στο εξωτερικό, μπορώ να καταλάβω σε έναν ιμπρεσιονιστικό, για παράδειγμα, πίνακα το πνεύμα, την ψυχή της φύσης που θέλει να αποτυπώσει ο καλλιτέχνης. Κάτι παρόμοιο βρίσκω και στα έργα της Σοφίας Δατσέρη που αρέσκεται να ζωγραφίζει ουρανούς, θάλασσες και στάχυα ακόμα και τώρα που για πολλούς ένα τέτοιο θέμα θα μπορούσε να θεωρηθεί κορεσμένο ή μελό. Για μένα όμως δεν είναι. Είναι αυτό που ψάχνω σήμερα και δεν βρίσκω: το συναίσθημα.
Η γενιά μου έχει ζήσει αρκετά γεγονότα, έχει σπουδάσει, έχει ταξιδέψει, ξέρει να πει πολλά για το ένα και για το άλλο, έχει ψαχτεί μόνη της ή με ψυχιάτρους. Το συναίσθημά της όμως το έχει βρει; Κι αν ναι, τι χρειάζεται για να μπορέσει να το εκφράσει; Τελικά, αυτό το συναίσθημα μήπως είναι ταμπού; Μήπως απαγορεύεται να το επικοινωνήσουμε για να μην μας κοροϊδέψουν; Δεν είναι όλα μυαλό και γνώση. Εκεί θέλω να καταλήξω. Και, όπως ο ψυχίατρος μας μαθαίνει να έρθουμε ξανά σε επαφή με το συναίσθημά μας που η εποχή απ’ ότι φαίνεται μας το κόβει νωρίς, ίσως και η επόμενη φάση της ζωγραφικής να είναι η προσπάθεια έκφρασής του χωρίς την διαδικασία εκλογίκευσης.
Stefanie Walter
Last modified: 16/04/2022