Η τέχνη δεν δεσμεύεται από θεωρίες που συνήθως αυτοαναιρούνται. Και δεν ερμηνεύεται με λόγια…
Θα μπορούσαμε να τον χαρακτηρίσουμε υπαιθριστή, τοπιογράφο, έναν ζωγράφο που αποκωδικοποιεί το φως σε σχέση με το τοπίο, με τον εξωτερικό χώρο. Απλώνει τους μουσαμάδες του στην αμμουδιά, σ’ ένα χωράφι. Δημιουργεί το δικό του «αλώνι» των παραμυθιών κι εκεί παλεύει με το φως, με τα τοπία, με τις θάλασσες. Ο Δημήτρης Κούκος είναι ένας δουλευτής της τέχνης. Από πέντε χρονών ζει με χρώματα και καβαλέτα. Ζει για τη μαγεία των χρωμάτων, για τη μαγεία της δημιουργίας, για τη μαγεία της τελευταίας πινελιάς. Αρνείται το εργαστήριο. Επιλέγει την απλωσιά της υπαίθρου. Κι όπως δουλεύει εκεί κάτω από το φως του ήλιου, το πάθος της δημιουργίας τον συνεπαίρνει και λειτουργεί μόνο με τις αισθήσεις. «Αισθάνομαι» λέει «τους ήχους, τις μυρουδιές, τον αέρα». Κι αυτό το πάθος, το πάθος της δημιουργίας προσπάθησε για χρόνια, με θρησκευτική αφοσίωση να το μεταδώσει στους φοιτητές του στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Ο Δημήτρης Κούκος είναι δάσκαλος με όλη τη σημασία της λέξης… Και οι δάσκαλοι δεν κρίνονται από τους τίτλους…
-
Συζητώντας για τη δουλειά σου με κάποιο φίλο, μού είπε ότι στο έργο σου έχεις δικούς σου κρυμμένους κωδικούς. Πιστεύεις ότι ο θεατής βλέποντας το έργο σου αναζητά κρυμμένα μυστικά;
Κρυμμένα μυστικά από την ψυχή του, γιατί τα χρώματα αυτά είναι λιγάκι κοινά σε όλους. Τα βρίσκουμε στη φύση, τα βρίσκουμε στο διάβα μας όταν περπατάμε, όταν σκεφτόμαστε… Ακόμη και στα όνειρά μας μπορούμε να τα δούμε τα χρώματα. Προσπαθώ να αποτυπώσω μερικά πράγματα, αλλά πιο πολύ μού βγαίνουν πράγματα που τα ‘χω μέσα μου. Έχω έναν αυτοέλεγχο, μια οργάνωση, αλλά πιο πολύ με ενδιαφέρει να έχω τη δική μου βιωματική δουλειά. Πώς αισθάνομαι τη φύση εγώ, πώς αισθάνομαι το φως, θέλω να βλέπω πώς περνά το φως, πού σκαλώνει το φώς! Πώς αλλάζει το σχέδιο με το φως. Και πως το φως -όπως έχω μάθει από τους δασκάλους κι όπως έχω επιβεβαιώσει κι εγώ βλέποντας τη φύση- είναι ένα χρώμα προς το ψυχρό.
-
Η φύση δίνει πλούσια και ποικίλη θέαση. Είναι γεμάτη από μικρόκοσμους, μικροεπεισόδια που ο καλλιτέχνης αφαιρεί και απορρίπτει, αλλά πάντα θα μένουν κάποια για να εκφρασθεί μια φυσική αλήθεια. Πώς επιλέγεις αυτά τα μικροεπεισόδια που φωτίζεις και μεγεθύνεις;
Ο καθένας έχει ένα διαφορετικό ταμπεραμέντο. Είμαστε ξεχωριστοί. Είναι μια γοητευτική διαδρομή αυτή, να δουλεύεις μέσα από το φως. Μερικές φορές είναι αδιανόητο μερικοί άνθρωποι να μη βλέπουν έξω. Να μη βλέπουν τη φύση. Να μην παρατηρούν τη φύση. Εν τάξει είσαι βορειοευρωπαίος που δεν έχεις πολύ ήλιο, πολύ φως και προσπαθείς με τα δικά σου εσωτερικά ερεθίσματα να γιγαντώσεις, να κάνεις μια δική σου διαδρομή. Εδώ όλα είναι απλόχερα. Βγαίνεις έξω κι αν έχεις ένα μικρό χάρισμα μπορείς να κάνεις αριστουργήματα. Είμαστε ευτυχείς οι Έλληνες που έχουμε αυτό το φως, αυτή τη θάλασσα, αυτά τα ωραία βουνά αυτά τα ωραία χρώματα. Ζούμε σ’ ένα γοητευτικό όνειρο. Αλλά μερικοί δεν το καταλαβαίνουν, κλείνονται μέσα, κλείνονται στα εργαστήρια. Το είχα κάνει κι εγώ στην αρχή. Είχα τους δικούς μου κώδικες, τα πράγματα γύρω μου τις πολυκατοικίες, είχα την ταράτσα που έβλεπα τα Τουρκοβούνια. Τα γοητευτικά. Τα έχω ζωγραφίσει πάρα πολλές φορές. Πολλά θέματα έχω ζωγραφίσει πάρα πολλές φορές και μ’ ενδιέφερε γιατί μέσα από εκεί, όταν δουλεύεις πάρα πολλές φορές ένα αντικείμενο, αρχίζεις και βγάζεις συμπεράσματα και αρχίζεις και προεκτείνεις. Και βγάζεις δρόμους και αυτούς τους δρόμους πρέπει να τους ακολουθείς.
Οι νέοι βιάζονται πάρα πολύ δεν έχουν τα κουράγια που είχαμε εμείς παλιά. Να χανόμαστε μέσα σ’ αυτό που κάνουμε. Θέλουν γρήγορα αποτελέσματα και βρίσκουν σαν μια λύση το μέσον. Το μέσον είναι ο τρόπος. Αλλάζει ο τρόπος αλλάζει η γραφή. Δεν είναι τίποτα. Εμείς τι κάνουμε; Πρέπει να καλλιεργήσουμε τον εσωτερικό μας κόσμο και να οργανώσουμε και να εκπαιδευτούμε πάρα πολύ καλά. Αυτό θέλει βέβαια πάθος. Όσο παθιάζεσαι τόσο πάει καλά. Μια και αναφέρθηκα στους νέους θα ‘θελα να πω πως δεν πρέπει να υπάρχει μέρα που να μην κάνουν κάτι. Έστω κι ένα σχεδιάκι. Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη. Το ένα έργο κολλάει πάνω στο άλλο και έτσι διαμορφώνεται και γίνεται όλη αυτή η ιστορία.
-
Κάποιες στιγμές μοιάζεις να αρνείσαι τη συνομιλία με το αντικείμενο, το χώρο, το τοπίο που έχεις απέναντί σου. Φαίνεται σαν να επιλέγεις ένα δικό σου χειμαρρώδη μονόλογο.
Έχω δουλέψει πάρα πολύ με συνθήκες ποικιλότροπες και με πόνο και με αγάπη και με χαρά και με λύπη. Αλλά όταν έχω τη δουλειά μου – όχι πως τα ξεχνάω όλα- νιώθω πάρα πολύ δυνατός. Εκεί εκφράζομαι. Εκφράζω το καθετί έστω το ένα χρώμα δίπλα στο άλλο και όλο μαζί. Και σιγά σιγά αρχίζει και μεγαλώνει αυτό. Αυτό είναι για μένα μια γοητεία. Η στιγμή που κάτι αρχίζει και βγαίνει. Αυτά τα πράγματα δεν βγαίνουν πάντα, είναι στιγμές που βγαίνουν και είναι λίγες οι στιγμές αυτές. Αν δουλεύεις πολύ και με περίσσιο πάθος τότε κάτι βγαίνει… Κι όταν έχεις και από το Θεό κάποια βοήθεια ακόμα πιο πολύ βέβαια. Υπάρχουν αυτοί που έχουν από το Θεό πάρα πολλά πράγματα και δεν έχουν πάθος. Δεν τους βγαίνει. Απλώς έχουν μια ευκολία για να κάνουν μια περιγραφή, να είναι ωραία – μια φωτογραφία- και να μην είναι τίποτα. Να μην έχει δράση, να μην έχει φωτιστεί, να μην έχει δύναμη. Μ’ ενδιαφέρει να υπάρχει μια δύναμη μέσα. Ένα χρώμα δίπλα στο άλλο και πώς να συνταιριαστεί μέσα στο χώρο. Τι είναι σχέδιο; Σχέδιο είναι η σωστή κατανομή των σχημάτων και των χρωμάτων στο χώρο. Τα μεγέθη μέσα στο χώρο. Αυτό είναι σχέδιο. Πώς μπορείς να βρεις δύο τρία μεγέθη μέσα στο χώρο και να στέκονται. Να στέκονται σωστά. Αυτό όμως δεν διδάσκεται πουθενά. Το ‘χεις ή δεν το ‘χεις. Πολλοί έχουν μοχθήσει για να βρούνε και πολλές φορές βρίσκουνε κάποια πράγματα. Σκέψου, λοιπόν, κι αυτούς που έχουν κάποιο ταλέντο.
Τι είναι το ταλέντο; Ταλέντο είναι η ορμή που έχεις, το πάθος που έχεις… Είναι και μερικοί που είναι πολύ χαρισματικοί. Και είναι πολλοί στην Ελλάδα. Δεν ξέρω το κλίμα είναι; Η ιδιοσυγκρασία μας; Είμαστε μια πολύ δυνατή φυλή. Έξω ξεχωρίζαμε πάντα. Στη γλυπτική, στη ζωγραφική. Πηγαίναμε με καλή παιδεία από τη σχολή. Έχουμε ένα πολύ σημαντικό προτέρημα προς τους άλλους. Κάποτε έγραψα στον Μόραλη ένα γράμμα και του έλεγα «αυτοί εδώ αρχίζουν όλοι από τον Πικάσο χωρίς να σχεδιάζουν καν». Κάνουν πράγματα που είναι φανφάρα. Είναι εντυπωσιακά. Όπως έλεγε ο δάσκαλος μας ο Παππάς «πρέπει να σκάψεις πολύ βαθειά για να βρεις το θησαυρό». Και να μην κάνεις πετυχημένα έργα. Δεν είμαστε μηχανές να κάνουμε πετυχημένα έργα. Θα κάνουμε και κακά έργα, θα κάνουμε και μέτρια έργα. θα βγει όμως αυτό, αυτό που είναι το δικαιολογημένο.
Από πέντε χρονών ο πατέρας μου είχε πάρει χρώματα και καβαλέτο. Είμαι πολύ ευτυχισμένος που δουλεύω για περισσότερα από 60 χρόνια αυτό το πράγμα. Μ΄αρέσει αυτό το συνταίριασμα των χρωμάτων. Θέλω και τα νέα παιδιά να νιώθουν έτσι. Βγαίνουμε έξω μαζί. Ενθουσιάζονται με το έξω οι περισσότεροι. Βέβαια είναι και οι εσωστρεφείς. Έχουν μάθει με μια άλλη ενέργεια να διαχειρίζονται και να ερμηνεύουν μερικά πράγματα. Αλλά κι αυτοί σιγά σιγά χαμογελάνε μέσα στη φύση. Η φύση είναι αυτή που μας δίνει ζωή. Και είναι πολύ σημαντικό αυτό. Εγώ όταν είμαι στη φύση, φθάνω στο σημείο να μη την βλέπω καθόλου, αλλά να την αισθάνομαι. Αισθάνομαι τους ήχους, τις μυρουδιές, τον αέρα. Πιο πολύ ώρα κάνω να πετρώσω το μουσαμά μου κάτω να μην μου τον πάρει ο αέρας, παρά όταν ζωγραφίζω. Ζωγραφίζω πολύ γρήγορα για να βγει μια ένταση. Γιατί αυτό με ενδιαφέρει. Να βγάλω την ένταση να βγάλω τη δύναμη. Αλλιώς δεν αξίζει κιόλας, να κάνω κάτι περιγραφικό και να αρχίσω να τα υποστηρίζω με λόγια. Αυτό που κάνω είναι πολύ μικρό και πολύ ταπεινό, αλλά αισθάνομαι ευτυχισμένος.
-
Έχεις περάσει πολύ χρόνο από τη ζωή σου στη Ρόδο και στην Αίγινα.
Η Ρόδος με ενδιαφέρει πάρα πολύ, μού πάει πολύ αυτό το ροζ μοβέ που έχει. Έχει μια ένταση. Είναι πολύ ερωτικό νησί. Έχει μια άλλη διάσταση. Εκεί πέρα ενώνονται πολιτισμοί. Υπάρχει το Ισλάμ από τη μία, Ιωαννίτες ιππότες από την άλλη, υπάρχει η Δύση. Ακόμη κι αυτός ο τουρισμός μου δίνει μια ένταση. Και η καθαρότητα αυτού του νησιού. Έχει πολύ ωραία τοπία, πολύ ωραία κάστρα. Είναι ένας κόσμος μαγικός. Τα βρίσκεις όλα. Από το κάστρο της Κρητηνίας ως το κάστρο της Λίνδου. Πάνω από 40 χρόνια έζησα τη Ρόδο. Αλλά και στην Αίγινα. Με φιλοξενούσε ο δάσκαλος μου ο Νικολάου. Είχα νοικιάσει κι ένα σπίτι. Είχα επίσης επαφή με το δάσκαλό μου το Μόραλη που είχε σπίτι εκεί. Υπήρχαν οι μεγάλες επισκέψεις από τον Ελύτη μέχρι τον Τσαρούχη. Από τους ανθρώπους αυτούς πήρα πάρα πολλά. Από τις συζητήσεις τους, από τις ωραίες στιγμές, από τους τσακωμούς. Τους ωραίους τσακωμούς. Από τα ωραία τα φεγγάρια, που εμείς με τον Νικολάου προτιμούσαμε… Μιλάγανε για τέχνη και εγώ άκουγα. Πιο πολύ άκουγα. Μ’ αρέσει να ακούω ανθρώπους που έχουν βιώσει πάρα πολλά πράγματα κι έχουν πολλά να σου πούνε. Τα άκουγα με σεβασμό. Κάπου δέκα χρόνια πέρασα στην Αίγινα. Με εξήγησε και ο Νικολάου στην αρχή πως η κάθετη και η οριζόντια είναι πολύ σημαντικά στοιχεία στη δουλειά και δούλεψα με ξεκάθαρες φόρμες, αλλά πάντα από το φυσικό. Εκεί βρήκα κάποια άλλα πράγματα που δεν τα είχα αισθανθεί άλλη φορά. Ήταν ένα τόπος με μια σφραγίδα. Ένας κωδικός που με πήγε πάρα πολύ καλά. Και στη δουλειά μου γενικά. Και βοήθησα και τα παιδιά στη σχολή μ’ αυτά. Και γίνονταν πολύ ωραίες ασκήσεις που μου έδινε χαρά γιατί έκανα καλά τη δουλειά μου. Κι έτσι γεμίζω πάλι. Πρέπει να γεμίζεις και να αδειάζεις . Αλλά πρέπει να καταλαβαίνεις πότες αδειάζει για να γυρίζεις πάλι πίσω.
-
Το φως δεσπόζει στη δουλειά σου. Αυτό το χωρίς σύνορα φως σε παρασέρνει μερικές φορές; Νομίζεις ότι το έργο σου ξεχύνεται από το μουσαμά σαν να αναζητά την πηγή του ατέρμονου φωτός.
Το φως είναι γύρω μου. Μ΄αρέσει να διαλύω τη φιγούρα. Θέλω να δω πώς αυτά τα μεγέθη θα σταθούν μέσα στο χώρο μου. Αυτό είναι το σχέδιο. Πώς θα κατανεμηθούν στο χώρο μέσα. Τα μεγέθη αυτά που θα βρω μέσα από τη φύση ή μέσα από μια εσωτερική ανάγκη. Κάποια στιγμή μπορεί να βλέπω πέντε φόρμες και να την κάνω μία να την κάνω τρεις. Να βγαίνουν κάποιες άλλες φόρμες που τις έχω μέσα μου και βγαίνουν. Δεν βγαίνουν τυχαία αυτά. Βγαίνουν μέσα από τη δουλειά. Όποιος δεν έχει μάθει να δουλεύει δεν τα καταλαβαίνει αυτά τα πράγματα. Τα καταλαβαίνουν μόνο αυτοί που έχουν δουλέψει πολύ κι έχουν αισθανθεί τι θα πει δουλειά. Η δουλειά είναι πάρα πολύ σημαντικό πράγμα. Δεν είναι να σκεφτούμε κάτι ωραίο και να πούμε θα βάλω αυτό, θα βάλω εκείνο, το πέτυχα. Δεν είναι έτσι. Βγαίνεις μέσα από μια εργασία άλλη. Που βγαίνει μέσα από τη δουλειά. Είναι μια εργασία ανεξήγητη, δεν μπορεί να ερμηνευτεί με λόγια. Η τέχνη δεν δεσμεύεται από θεωρίες που συνήθως αυτοαναιρούνται. Έχει δικό της δρόμο. Και δεν ερμηνεύεται με λόγια. Η τέχνη ερμηνεύεται μόνο με τέχνη. Είναι πράγματα που είναι πάρα πολύ σημαντικά και είναι σημαντικό εξίσου να τα ξέρει ο δάσκαλος να τα δίνει στα παιδιά. Στα παιδιά προσπαθούμε να κερδίσουν χρόνο. Δεν μπορούμε να μπούμε στο περιεχόμενό τους. Ο καθένας έχει το δικό του παρεχόμενο. Ούτε να κατευθύνεις τα παιδιά. Η μαγεία είναι να κάνουν τα λάθη τους. Από τα λάθη τους μαθαίνουν. Δεν γίνεται να μην κάνεις λάθος. Δεν γίνεται να μην κάνεις δικαιολογημένα έργα. Υπάρχουν δικαιολογημένα έργα, υπάρχουν και μη δικαιολογημένα. Δεν υπάρχει λάθος, είναι απλώς μια εξέλιξη.
-
Θεωρείς ότι το έργο σου είναι αυτονομημένο ή το κάθε έργο σου βγαίνει και ψάχνει τα άλλα του κομμάτια! Βλέπουμε το παζλ της ζωής σου ή το προσωπικό σου αλφάβητο;
Βγαίνουνε στιγμές. Κάποια στιγμή βγαίνουνε σειρές. Είναι θέμα αν σε πάει ο χώρος αν είσαι στην κατάλληλη στιγμή, αν υπάρχουν οι συγκυρίες που μπορεί να συνθέσουν κάποια κατάσταση. Είναι ανεξήγητα αυτά τα πράγμα. Όταν δουλεύεις κάποιες μέρες θα βγάλεις μια σειρά. Ο χρόνος δεν μετράει. Μπορεί να κάνεις ένα έργο και να σε πάρει δύο μέρες μπορεί να κάνεις ένα έργο για δέκα λεπτά. Έχω κάνει ένα έργο τρία μέτρα σε ένα τέταρτο. Δουλεύω γρήγορα. Το σβήνω το ξαναδουλεύω, αλλά όταν μου βγαίνει το καταλαβαίνω. Όπως έλεγε ο μακαρίτης ο Καπράλος «χτυπάει το καμπανάκι». Είναι μερικοί που είναι πολύ προικισμένοι, αλλά πολλοί από αυτούς τους προικισμένους δεν έχουν πάθος. Βρίσκουν κωδικούς που είναι λιγάκι έξυπνοι. Δεν θέλουν να παιδευτούν, να ταλαιπωρηθούν. Δεν είναι ταλαιπωρία είναι χαρά. Βλέπεις ένα κόκκινο φουστάνι, μια κυρία μ’ ένα κόκκινο φουστάνι όπως το λέει ο Πικάσο. Αυτό το φουστάνι μπορεί να γίνει μπλε και να πάει ο ουρανός μέσα και το κόκκινο να βγει κάπου αλλού. Εκεί είναι ότι έχεις επικοινωνήσει με μια άλλη διάσταση, που δεν την ελέγχεις με το μυαλό παρά μόνο με τις αισθήσεις. Κι αυτή είναι όλη γοητεία του πράγματος. Είναι λίγοι αυτοί που το έχουν καταφέρει ή λίγοι το έχουν νιώσει. Δεν είμαστε γκουρού, αλλά εμβαθύνεις πάρα πολύ σ’ αυτό. Ούτε πρέπει να κάνεις έξυπνα έργα. Το σημαντικό είναι πώς θα πεις ένα πράγμα. Κάποια στιγμή θα σου βγούνε τρόποι. Αν είσαι χαρισματικός θα σου βγούνε ακόμη περισσότεροι τρόποι ή κάποιες άλλες διαστάσεις που ούτε καν γνώριζες πώς μπορεί να είναι.
Σκέψου πόσο κόντρα είμαστε μ’ αυτή τη ζωγραφική που γίνεται με ένα ρεαλισμό, χωρίς να υπάρχει βάθος. Υπάρχει βέβαια ρεαλισμός που έχει από κάτω πράγματα που αυτά τα γιγαντώνει και τα βγάζει. Δεν έχει σημασία αν είναι ρεαλισμός, δεν μ’ αρέσει όμως μια απλή απεικόνιση που δεν έχει τίποτα, που να είναι μια φωτογραφία. Δεν μπορείς να κάνεις ότι θέλουν οι άλλοι. Είναι ιερή η σχέση με το έργο. Αν θες να παίξεις, να κοροϊδέψεις εντάξει υπάρχουν πάρα πολλοί τσαρλατάνοι, υπάρχουν πάρα πολλοί κλόουν γύρω μας που κάνουν διάφορα. Δεν μ’ ενδιαφέρουν αυτοί οι άνθρωποι. Ούτε μ’ ενδιαφέρει μια ρετσέτα για να πούνε «α! αυτός είναι αναγνωρίσιμος». Εμένα μ’ ενδιαφέρει να βγαίνει κάτι από μέσα μου και να το κάνω εγώ κέφι. Να γεμίζω εγώ ο ίδιος. Κι αυτό το έχω καταφέρει νομίζω. Κάνω αυτό που βλέπω, το ένα χρώμα δίπλα στο άλλο – με τις αρχές του εξπρεσιονισμού- τι παθαίνει από το φως το αντικείμενο, πώς διαλύεται πώς μια φόρμα κολλά μαζί με την άλλη, πώς αυτά τα πράγματα μπορούν να γίνουν ένα. Πώς μπορώ να τα διαχειριστώ μέσα στο τελάρο. Είναι μια μαγεία. Εκτός αν αρχίσεις και προσθέτεις και αυτό και κείνο και το άλλο. Τότε μιλάμε για διακοσμητικά στοιχεία. Είναι άλλο πράγμα. Είναι πιο σημαντικό ένα λουλουδάκι, μια απλή περιγραφή – ένα κλαδάκι του Τσαρούχη– παρά μια μεγαλεπήβολη σύνθεση και να μην είναι τίποτα. Μια κατασκευή που να’ ναι στον αέρα.
-
Μόνος σου απέναντι στο τοπίο, μπορεί να είσαι ένας ερημίτης που συνομιλεί μόνο με τη φύση ή η αναμέτρησή σου με το τοπίο βγάζει από την ψυχή σου το ερημίτη;
Αλίμονο… Αν δεν βγει αυτό που πραγματικά είσαι δεν αξίζει. Γίνεσαι ερημίτης όταν έχεις δουλέψει πάρα πολύ, όταν έχεις τις κατάλληλες συνθήκες. Πάντα έφευγα και δούλευα μόνος μου, δούλευα τρεις – τέσσερις ώρες και γύριζα. Πήγαινα εκεί που δεν είχε πολύ κόσμο ή πίσω από αυτούς που κολυμπάγανε και έκανα φιγούρες. Με ενδιέφερε η κίνηση, με ενδιέφερε η δράση. Αλλά ήθελα να ‘μαι και μόνος μου, δεν μπορούσα να έχω άλλους δίπλα μου. Δεν μπορώ να με βλέπουν, δεν μπορώ. Δεν μπορώ να ζω χωρίς να δουλεύω. Έχω τις κακές μου άμα δεν δουλεύω. Δεν είναι ψυχοθεραπεία, είναι μια ανάγκη.
-
Θα έλεγες ότι κάποια έργα σου είναι προσωπική σου εξομολόγηση ή λύτρωση;
Βέβαια. Και με μια ικανοποίηση πάρα πολύ μεγάλη όταν σου βγαίνει κάτι. Λίγες φορές βέβαια βγαίνει αλλά όταν συμβαίνει το νιώθεις. Και είναι πολύ δύσκολο να το εκθέσεις. Θα το αγοράσουν. Πάνε και παίρνουν αυτό ακριβώς. Αν ένα τέτοιο έργο τύχει και δεν πουληθεί το κρύβω. Αυτά της ψυχής είναι πάρα πολύ λίγα. Δηλαδή όταν αισθάνεσαι ότι σου βγήκε κάτι πολύ έντονα. Είναι βέβαια και οι καταστάσεις που συντρέχουν στο αποτέλεσμα. Όταν αισθάνεσαι καλά, όταν είσαι ευτυχισμένος ή περνάς σε μια άλλη διάσταση νιώθεις κάποια χαρά που την ταυτίζεις με το έργο που κάνεις.
-
Βλέπω σε πολλά έργα σου κόκκους άμμου, πετραδάκια…
Δεν τα προσέχω. Πατώ πάνω σε έργα. Το νιώθω σαν ανάγκη. Μερικές φορές δεν έφτανα κιόλας. Πολλές φορές φυσάει. Μερικά πετραδάκια πάνε πάνω κολλάνε. Εντάξει. Είναι φυσιολογικό. Εφόσον δουλεύεις στη φύση… Μερικές φορές κολλάνε κλαράκια…
-
Δεν δίνει μια άλλη διάσταση. Μια μεταφυσική παρέμβαση μιας και μπήκαν μόνα τους στο έργο;
Εγώ το βλέπω σαν μια φυσιολογική κατάσταση. Αν κι αυτό που λες μπορεί να γίνει ολόκληρη διατριβή. Ούτε το επιδιώκω να γίνει. Δίνουν μια διάσταση, δίνουν κάτι. Εσείς που είστε απ’ έξω μπορείτε να δείτε πιο πολλά πράγματα. Εμείς όμως που λέμε πως είμαστε δημιουργοί, είμαστε σαν να κάνουμε παιδιά. Συνέχεια να γεννάς. Σαν να είσαι ένας μικρός- μικρός, ελάχιστος θεός.
-
Μιλάς για δασκάλους σου και αναφέρεσαι σε ονόματα θρύλους στο χώρο. Θυμάμαι όταν σε γνώρισα είχες έρθει σε μια έκθεση του Κώστα Ανδρέου συντροφιά με τον Μόραλη.
Ναι, ναι. Ήμασταν νέοι τότε…
-
Πιο νέοι…
Έχεις δίκαιο πιο νέοι… Οι δάσκαλοι μου ήταν ο Νικολάου και ο Μόραλης. Ο Νικολάου μου είπε την αλήθεια γι αυτό που γίνεται. Όταν έπεφτα σε μανιέρα που -κι αυτό είναι πολύ κοινό να γίνει- μου το έλεγε αμέσως. Από τον Μόραλη έχω μάθει πάρα πολλά. Όπως σημαντικός σταθμός στην πορεία μου ήταν και ο Δημήτρης Μυταράς. Ο Μόραλης με βοήθησε να παρουσιάσω πολλές εκθέσεις. Είναι πολύ ωραίο να δείχνεις τη δουλειά σου και να βλέπεις ένα κοινό να σε λέει τη γνώμη του. Ας είναι και αρνητική. Αλλά είναι πολύ ωραίο να τα βλέπεις τα έργα σου.
Last modified: 13/10/2020