Είναι ο χρόνος που λέει πάντα την αλήθεια κι αποδεικνύει το εφήμερο ή όχι κάθε επιτυχίας, μ’ αυτή τη ρεαλιστική άποψη η Δήμητρα Λιμνιάτη ξεκίνησε την «περιπέτειά» της στη διαδικτυακή αγορά τέχνης. Στη συνέντευξή της αναλύει τους στόχους και τις προσδοκίες της από μια τέτοια φιλόδοξη αλλά και τολμηρή προσπάθεια. Τα μηνύματα είναι ελπιδοφόρα, αλλά η κρίση δεν παύει να είναι μια απειλή…
Βλέπω στο βιογραφικό σου ότι έχεις σπουδάσει Ιστορία- Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Πότε γεννήθηκε η ιδέα σου για μια on line art gallery και πότε έγινε πραγματικότητα;
Παρακολουθώντας από χρόνια την δουλειά των νέων εικαστικών καλλιτεχνών μας, διαπίστωσα ότι πραγματικά αξιόλογοι και πολλά υποσχόμενοι καλλιτέχνες κάνουν την εμφάνισή σους ήδη από τις εκθέσεις των αποφοίτων των Σχολών Καλών Τεχνών. Το μεγαλύτερο ίσως πρόβλημα που αντιμετωπίζουν είναι η παρουσίαση και η διάδοση του έργου τους. Έτσι, η αγάπη και το ενδιαφέρον μου για τις εικαστικές τέχνες και τους δημιουργούς τους, μου έδωσε το έναυσμα να δημιουργήσω ένα διαδικτυακό χώρο, ο οποίος θα συμβάλει στην παρουσίαση νέων και παλαιότερων καλλιτεχνών και τη διάδοση του έργου τους. Όσον αφορά τη δημιουργία της, κατά ένα περίεργο τρόπο όλα ξαφνικά μπήκαν σε μία πορεία μόνα τους.
Με ποιους καλλιτέχνες συνεργάζεσαι; Και με ποιο τρόπο;
Αυτή τη στιγμή στη DL Fine Arts Gallery φιλοξενούνται έργα είκοσι δημιουργών. Ανάμεσά τους οι καλλιτέχνες Αδριανός, Βασίλης Πέρρος, Παύλος, Κυριάκος Μορταράκος, Μαριάννα Κατσουλίδη, Francesco Moretti, Νατάσα Γκάνα και Άννα Τσαλάγκα. Πρόκειται για επιλεγμένες προσεκτικά παρουσίες γνωστών νέων και παλαιότερων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, βραβευμένων, που έχουν αφήσει το στίγμα τους σε Ελλάδα και εξωτερικό και οι οποίοι διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη γραφή τους. Αναφορικά με τον τρόπο δραστηριοποίησης της DL Fine Arts Gallery, αυτός συνδυάζει την οργάνωση, παραγωγή και υποστήριξη εικαστικών δράσεων στην Ελλάδα (ευελπιστώ σύντομα και στο εξωτερικό) για την πώληση έργων τέχνης με την έκθεση, προώθηση και πώληση έργων καλλιτεχνών με σύγχρονα μέσα προβολής, αξιοποιώντας την πλατφόρμα του internet.
Δεν συνεργάζεσαι μόνο με γκαλερί αλλά και με εστιατόρια. Πες μας γι’ αυτή σου την εμπειρία.
Αδιαμφισβήτητου όντος πως τα Μουσεία και οι Πινακοθήκες συνεισφέρουν αρκετά στην παιδαγωγική διαδικασία και την όλη συγκρότηση του εικαστικού σκηνικού, είναι εξίσου βέβαιο πως διαμορφώνουν ισορροπίες με την επιλογή των συνεργατών τους, αλλά και με το πρόγραμμα των εκθέσεων και τα ονόματα των καλλιτεχνών που εντάσσονται σε αυτές. Καίριος είναι βέβαια ο ρόλος και των δημοσιογράφων περί τα εικαστικά και των ιστορικών και θεωρητικών της τέχνης που κρίνουν το έργο των επιμελητών. Όμως, τις τελευταίες δεκαετίες άρχισαν να δραστηριοποιούνται γκαλερί μίας διαφορετικής σύλληψης που παρείχαν την ευκαιρία σε μία νέα γενιά καλλιτεχνών να εκφρασθεί εν αντιθέσει με τις παλιότερες γκαλερί που λειτουργούσαν με τη λογική της επετηρίδος. Μία αντίστοιχα νέα τάση στην αγορά τέχνης είναι και το να παρουσιάζονται και πωλούνται έργα τέχνης μέσα από καταξιωμένα εστιατόρια, τάση που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η υψηλή γαστρονομία συναντάται με την καλλιτεχνική δημιουργία, συγκροτώντας μία ολοκληρωμένη αισθητικά εμπειρία. Αυτό που εγώ αποκόμισα είναι, επιπλέον, η ευχαρίστηση του να προσεγγίζεις με αυτόν τον τρόπο μία νέα πελατειακή βάση.
Ποιες οι απόψεις σου για το εικαστικό γίγνεσθαι σε μια περίοδο κρίσης όπως η σημερινή; Έχουν μέλλον οι διαδικτυακές γκαλερί στην Ελλάδα; Και αν ναι, γιατί;
Τα τελευταία χρόνια η Τέχνη προβάλλεται ως απρόσιτη και δυσνόητη, με συνέπεια να μειώνεται το μεσαίο αγοραστικό κοινό. Το να ποντάρεις ωστόσο μόνο στους συλλέκτες σε μία τόσο μικρή αγορά φανερώνει τουλάχιστον έλλειψη διορατικότητας. Αντίθετα, ένα επιχειρηματικό πλάνο βασιζόμενο στην έννοια της απλής πολυτέλειας και αποδεσμευόμενο από τα κλισέ στερεότυπα για το »φιλόμουσο» κοινό μπορεί να μοιάζει με δυνητικά ζημιογόνο απόφαση αλλά τελικά να ευοδωθεί ως καινούρια καριέρα. Εξυπακούεται ότι η ιδέα σου πρέπει να κομίζει κάτι νέο κι όχι γλαύκαν εις Αθήνας ώστε να δύνασαι να επιβιώσεις εμπορικά. Σχετικά με το αν έχουν μέλλον οι διαδικτυακές γκαλλερί στη χώρα μας, κρίνοντας από την έως τώρα ανταπόκριση στη δική μου προσπάθεια και από το εξωτερικό, τολμώ να πω ότι δε θα ζήσω το χειρότερο σενάριο αλλά για να μην γινόμαστε υπερφίαλοι, δεν ξεχνώ ότι είναι ο χρόνος που λέει πάντα την αλήθεια κι αποδεικνύει το εφήμερο ή όχι κάθε επιτυχίας.
Last modified: 20/12/2017