«Διάλογος» αυτογνωσίας μπροστά στο πορτρέτο ενός ζώου
Γνωριστήκαμε με το Γιώργο Φερέτο πριν από 13 χρόνια στην Art Act. Παρουσίαζε μια δουλειά του η ψυχή της οποίας υπήρχε και στην πρόσφατη έκθεση του «Μέσα από το βλέμμα του ζώου» (Gallery artshot Sophia Gaitani). Ήταν φιγούρες ψαριών που σε παρέσυραν σ’ ένα χώρο μαγείας. Μια σειρά έργων που κέντριζαν συναισθήματα του θεατή. Στην πρόσφατη έκθεση είδαμε πορτρέτα ζώων που ουσιαστικά μας καλούσαν να συνομιλήσουμε με τη συνείδηση μας καθώς ο δρόμος τους οδηγούσε στο θυσιαστήριο.
-
«Ο Φερέτος δημιούργησε ένα δικό του βιότοπο» μου είπε μια φίλη που είδε την πρόσφατη έκθεση σου. Τα ζώα που ζωγραφίζεις τα έχεις φαντασθεί -μετά από κάποια χρόνια- ως εξαφανισμένο είδος σε μουσείο φυσικής ιστορίας;
Ενδιαφέρουσα η συγκεκριμένη ερμηνεία. Η τέχνη άλλωστε, διαπραγματεύεται αφηρημένες έννοιες. Πρόθεσή μου βέβαια, ήταν μια περισσότερο ψυχολογική-μεταφυσική προσέγγιση των ζώων.
-
Βλέποντας κατάματα τα έργα σου σκέφτεσαι ότι τα ζώα μιλάνε με τα μάτια. Αυτή η αίσθηση είναι πολλή ηχηρή στη δουλειά σου. Θα μπορούσε να υπάρχει ένα ανθρώπινο πορτρέτο στην έκθεση σου;
Έχω την αίσθηση ότι το ανθρώπινο στοιχείο εμπεριέχεται στα πορτρέτα των ζώων. Πρόθεσή μου είναι ο θεατής να ταυτιστεί με τα ζώα και να εκκινήσει έναν εικαστικό διάλογο αυτογνωσίας ανθρώπου-ζώου, παρατηρητή-εκθέματος, μέσα από το δικό μου αφήγημα.
-
Οι φωτοσκιάσεις, το κάρβουνο που χρησιμοποιείς μου δημιουργούν ένα περιβάλλον σιωπής, ένα περιβάλλον μεταφυσικό, παρόλο που οι φιγούρες μάς είναι γνωστές και οικείες. Προφανώς οι εικόνες των ζώων σε συνοδεύουν από τα παιδικά σου χρόνια. Πώς οδηγείσαι στην αρχική σύλληψη των έργων και πώς είναι όλη η διαδικασία;
Αφόρμηση της συγκεκριμένης θεματολογίας, αποτέλεσε ένα ποίημα του Α. Εμπειρίκου, «Του Αιγάγρου». Η επαφή μου με τα οικόσιτα ζώα ήταν άμεσα βιωματική. Εμπεριείχε την εκτροφή των ζώων και τη σφαγή τους-θυσία. Η έννοια της θυσίας λοιπόν, άσκησε καταλυτική επιρροή σε αυτή τη σειρά των έργων μου.
-
Από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι τις μέρες μας τα ζώα κατέχουν ξεχωριστή θέση στην προτίμηση των δημιουργών. Ποιους ή ποιον θα μπορούσες να αναφέρεις ως επιρροή σου;
Προκειμένου να δημιουργήσω τα έργα μου, δεν χρησιμοποίησα κάποια συγκεκριμένη πηγή. Ως έναυσμα, λειτούργησε η αρχαία ελληνική μυθολογία, ο χριστιανισμός, η λαογραφία, καθώς και αρχαίες θρησκείες. Η έννοια της θυσίας εξάλλου, εμπεριέχεται και στην ανθρώπινη υπόσταση. Επιθυμώ ο θεατής, αντικρίζοντας τα έργα μου, να προβληματιστεί, να εκκινήσει μια εσωτερική αναζήτηση της αυτοπραγμάτωσης και τέλος να θέσει στον εαυτό του το ερώτημα εάν ταυτίζεται με την εικόνα.
-
Ποια είναι η αίσθηση σου μετά την επαφή με τους επισκέπτες – θεατές των έργων σου;
Γενικότερα, η ανταπόκριση του κοινού ήταν θετική και οικεία με το θέμα. Θεωρώ ότι ο εικαστικός τρόπος με τον οποίο παρουσίασα τα ζώα-πορτρέτα, δημιούργησε μία μεταφυσική διάστασή τους (ζώα-φαντάσματα).
-
Η επόμενη θεματογραφία σου; Γιατί όπως γνωρίζουμε έχεις ασχοληθεί με ποικίλες δραστηριότητες πάντα στο χώρο της τέχνης.
Προς το παρόν, είμαι σε μία εσωτερική αναζήτηση ως προς τη συνέχεια της δουλειάς μου.
Ανδρέας Εμπειρίκος
Του αιγάγρου
Πήδηξε ο αίγαγρος και στάθηκε σε μια ψηλή κορφή. Στητός και ρουθουνίζοντας κοιτάζει τον κάμπο και αφουγκράζεται πριν άλλο σκίρτημα σε άλλη κορφή τον πάη. Τα μάτια του λάμπουν σαν κρύσταλλα και μοιάζουν με μάτια αετού, ή ανθρώπου που μέγας οίστρος τον κατέχει. Το τρίχωμά του είναι στιλπνό και ανάμεσα στα πισινά του πόδια, πίσω και κάτω απ’ το κεντρί του, το μέγα σήμαντρον της απολύτου ορθοδοξίας ταλαντευόμενον σε κάθε σάλεμά του, βαριά και μεγαλόπρεπα κουνιέται.
Κάτω εκτείνεται ο κάμπος με τα λερά μαγνάδια του και τις βαρειές καδένες.
Ο αίγαγρος κοιτάζει και αφουγκράζεται. Από τον κάμπο ανεβαίνει μία μυριόστομη κραυγή ανθρώπων πνευστιώντων.
«Αίγαγρε! Αίγαγρε! Έλα σε μας για να χαρής και να μας σώσης».Ο αίγαγρος κοιτάζει και αφουγκράζεται. Όμως δεν νοιάζεται καθόλου για όλου του κάτω κόσμου την βοή και την αντάρα. Στέκει στητός στα πόδια του, και όλο μυρίζει τον αέρα, σηκώνοντας τα χείλη του σαν σε στιγμές οχείας.
«Αίγαγρε! Αίγαγρε! Έλα σε μας για να ευφρανθής και να μας σώσης. Θα σε λατρέψουμε ως Θεό. Θα κτίσουμε ναούς για σένα. Θάσαι ο τράγος ο χρυσός! Και ακόμη θα σου προσφέρουμε πλούσια ταγή και όλα τα πιο ακριβά μανάρια μας… Για δες!»
Και λέγοντας οι άνθρωποι του κάμπου έσπρωχναν προς το βουνό ένα κοπάδι από μικρές κατσίκες σπάνιες, από ράτσα.
Ο Αίγαγρος στέκει ακίνητος και οσμίζεται ακόμη τον αέρα. Έπειτα, ξαφνικά, υψώνει το κεφάλι του και αφήνει μέγα βέλασμα, που αντηχεί επάνω και πέρα απ’ τα φαράγγια σαν γέλιο λαγαρό, και μονομιάς, με πήδημα γοργό, σαν βέλος θεόρατο ή σαν διάττων, ακόμη πιο ψηλά πετιέται.
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε! Γιατί να σου φαντάξουν τα λόγια του κάμπου και οι φωνές του; Γιατί να προτιμήσης του κάμπου τα κατσίκια; Έχεις ό,τι χρειάζεσαι εδώ και για βοσκή και για οχείες και κάτι παρά πάνω, κάτι που, μα τον Θεό, δεν ήκμασε ποτέ κάτω στους κάμπους – έχεις εδώ την Λευτεριά!
Τα κρύσταλλα που μαζώχθηκαν και φτιάξαν τον Κρυστάλλη, ο Διονύσιος Σολωμός ο Μουσηγέτης, ο Ανδρέας ο πρωτόκλητος και πρωτοψάλτης Κάλβος, ο Περικλής Γιαννόπουλος που ελληνικά τα ήθελε όλα κ’ έκρυβε μέσα του, βαθιά, μια φλογερή ψυχή Σαβοναρόλα, ο μέγας ταγός ο Δελφικός, ο Αρχάγγελος Σικελιανός που έπλασε το Πάσχα των Ελλήνων και ανάστησε (Πάσχα και αυτό) τον Πάνα, ο εκ του Ευξείνου ποιητής ο Βάρναλης ο Κώστας , αι βάτοι αι φλεγόμεναι, ο Νίκος Εγγονόπουλος και ο Νικήτας Ράντος, ο Οδυσσεύς Ελύτης, που την ψυχή του βάφτισε στα ιωνικά νερά του Ελληνικού Αρχιπελάγους, ο εκ Λευκάδος ποιητής, αυγερινός και αποσπερίτης, ο Νάνος Βαλαωρίτης, αυτοί και λίγοι άλλοι, αυτοί που πήραν τα βουνά, να μην τους φάη ο κάμπος, δοξολογούν τον οίστρο σου και το πυκνό σου σπέρμα, γιε του Πανός και μιας ζαρκάδας Αφροδίτης.
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε, που δεν αγαπάς τους κάμπους ! Τι να τους κάνης: Ο ήλιος εδώ, κάθε πρωί, σηκώνεται ανάμεσα στα κέρατά σου! Στα μάτια σου λάμπουν οι αστραπές του Ιεχωβά και ο ίμερος ο άσβηστος του Δία, κάθε φορά που σπέρνεις εδώ, στα θηλυκά σου, την ένδοξη και απέθαντη γενιά σου!
Γεια και χαρά σου, Αίγαγρε, που δεν θα πας στους κάμπους! Γεια και χαρά σου, που πατάς τα νυχοπόδαρά σου στων απορρώγων κορυφών τα πιο υψηλά Ωσαννά!
Είπα και ελάλησα, Αίγαγρε, και αμαρτίαν ουκ έχω.Γλυφάδα, 12.7.1960
Από τη συλλογή Οκτάνα, Αθήνα, Ίκαρος, 1980,
Last modified: 20/07/2023