Γιάννης Αδαμάκης

Γιάννης Αδαμάκης: Είναι προτιμότερο ο καλλιτέχνης να εξαπατά τον εαυτό του, παρά να σέρνεται πίσω από συμβουλές

Γιάννης Τζιμούρτας
Δημοσιογράφος

Είμαι  της  άποψης,  πως  ο  δημιουργός  πρέπει  να  είναι  πρώτα  άνθρωπος  και  μετά  δημιουργός …

Οι νύχτες των ανθρώπων αλλάζουν. Γίνονται πιο φωτεινές, τα σκοτάδια αποκτούν φως. Οι νύχτες μας κινδυνεύουν. Αυτές  όμως είναι οι νύχτες που απασχολούν τους κοσμολόγους και τους αστροφυσικούς. Η δικιά μας νύχτα είναι διαφορετική. Έχει το δικό της παράδοξο και τη δική της μαγεία. Ο Γιάννης Αδαμάκης σ’ αυτή τη νύχτα περιπλανήθηκε κι αυτή τη νύχτα ζωγράφισε. Τους ανθρώπους της, την ατμόσφαιρά της. Ο Γιάννης περιπλανήθηκε και χάθηκε μέσα στο πλήθος των ανθρώπων που δεν βλέπουν τη νύχτα σαν σκοτάδι αλλά κομμάτι της ζωής τους. Με την έκθεση του στη γκαλερί Ζουμπουλάκη ο Γιάννης Αδαμάκης μας προκαλεί να «βρούμε» τη δική μας νύχτα, συστήνοντάς μας τη νύχτα τη δική του.

  • Πριν από 137 χρόνια ο  Έντουαρντ Μανέ μας έδωσε τον υπέροχο πίνακα από τις θρυλικές παριζιάνικες νύχτες. Ένα έργο που χάρισε την «αθανασία» στο «Μπαρ Φολί Μπερζέρ» και τη Σουζόν, την μπαρ γούμαν την έκανε σύμβολο της μοναχικής γυναίκας που «κερνά ποτά και αγάπη». Γιάννη σκέφτομαι ότι με την έκθεση «Nocturnes» υπέγραψες μια ξεχωριστή και διαχρονική εικόνα για τις αθηναϊκές νύχτες.

Θα ήταν υπερβολικό απ’ τη μεριά μου να πω κάτι τέτοιο. Προσπάθησα να καταγράψω κάποιες εικόνες που έζησα. Στην πορεία βέβαια βγήκαν πράγματα που ίσως ο θεατής δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει. Άλλωστε δεν ήταν η πρόθεση μου να γίνω απόλυτα αντιληπτός. Η κάθε εικόνα εν τέλει κρύβει τα δικά της μυστικά. Μυστικά που έχουν να κάνουν με περασμένες στιγμές αλλά και με τη σημερινή-επίκαιρη προσέγγιση τους. Αυτό που πραγματικά έχει σημασία, είναι η αίσθηση που αποκομίζει κανείς, ανασκαλεύοντας τις δικές του εμπειρίες.

  • Το έχεις πει, το έχεις γράψει ότι είναι η νύχτα ένας «χωροχρόνος» που σε συγκινεί. Όσα βλέπουμε στους τοίχους της γκαλερί Ζουμπουλάκη, είναι προσωπικές ιστορίες του Γιάννη Αδαμάκη ή του κάθε Γιάννη, που του αρέσει η περιπλάνηση στο μαγικό κόσμο της νύχτας.

Γράφει κάποια στιγμή ο Νίκος Καρούζος: «Η νύχτα με συμφέρει». Η νύχτα λοιπόν με προκαλεί. Με αγκαλιάζει. Με προστατεύει.  Η νύχτα με σκεπάζει. Ας ψάξει λοιπόν κανείς να βρει τη δική του νύχτα.

  • Στον κατάλογο της έκθεσης έχεις δύο φωτογραφίες τού πατέρα σου σε ταβέρνες του Πειραιά με την παρέα του. Παρατηρώ ότι διασκεδάζει με ένα δικό του τρόπο, ήρεμος μοιάζει να απολαμβάνει περισσότερο τη συντροφιά από τον περίγυρο. Κάποιος θα έλεγε ότι είναι ένας παρατηρητής…  Οι δικές σου νύχτες πώς είναι;

Τον πατέρα μου στην ουσία δεν τον γνώρισα. Μα ούτε κι εκείνος με γνώρισε. Είναι κρίμα, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Ήταν ναυτικός. Ξένος στο σπίτι. Ποτέ δεν «έμαθε να περπατά πάνω στη γη σωστά», όπως λέει ο Καββαδίας. Μερικές φορές προσπαθώ να ανιχνεύσω, μέσα από παλιές φωτογραφίες, ποιος πραγματικά ήταν. Θέλω δεν  θέλω πάντως, αισθάνομαι πως τον κουβαλώ μέσα μου, σαν μια απροσδιόριστη παρουσία.

  • Σε μερικά έργα σου αναγνωρίζουμε κάποιους καλλιτέχνες (όπως τον Πορτοκάλογλου, τον Αργύρη Μπακιρτζή). Υπάρχει κάποιος λόγος;

Είναι φίλοι. Περισσότερο ο Νίκος. Έχουμε βρεθεί πολλές φορές. Έχουμε πει διάφορα. Έχουμε κιόλας συνεργαστεί στη «Δίψα». Με τον Αργύρη δεν βλεπόμαστε συχνά. Πάντως πέρα απ’ την προσωπική σχέση, υπήρξα πολλές φορές θεατής στις παραστάσεις τους. Έτσι, όταν δούλευα τα συγκεκριμένα έργα, προσπάθησα  να αποστασιοποιηθώ από μια τυχόν  υποκειμενική προσέγγιση. Τελικά ανακάλυψα πως κάτι τέτοιο ήταν  αρκετά δύσκολο.

  • Στους χώρους που επέλεξες να ζωγραφίσεις τους είχες επιλέξει ή προέκυψαν από τη νυχτερινή έξοδο και περιπλάνηση με τη συντροφιά σου;

Πρέπει εδώ να πω, πως το σημειωματάριο μου είναι η φωτογραφική μου μηχανή. Οι εικόνες που καταγράφει είναι στην πράξη τα ερεθίσματα για τις ζωγραφικές μου περιπλανήσεις. Άλλες φορές πάντως ξεκινώ από μια σκέψη, την οποία πασχίζω να μεταφέρω εικαστικά, περιπλανώμενος ανάμεσα στα αρχεία μου.

  • Σε μια από τις συζητήσεις σου με τον Κώστα Καζαμιάκη στον Ιανό, είχες πει για τον Γκογκέν ότι ήταν ζηλωτής της ζωής και της τέχνης. Αυτός ο συνδυασμός μπορεί να γεννήσει μια σειρά όπως το Nocturnes;

Είμαι της άποψης, πως ο δημιουργός πρέπει να είναι πρώτα άνθρωπος και μετά δημιουργός. Πρέπει λοιπόν να ψάχνει κανείς μέσα του, για να βρει τι έχει να αφηγηθεί. Διαφορετικά η προσέγγιση του γίνεται στενά φορμαλιστική.

  • Ο Ντελακρουά (το άκουσα σε παλαιότερη αναφορά σου) είχε πει «Είδα τους πίνακες του Κόνσταμπλ. Αυτός ο Κόνσταμπλ μου κάνει πολύ καλό». Εσένα ως Γιάννη Αδαμάκη ποιος καλλιτέχνης σου κάνει καλό;

Είναι πολλοί. Ανάμεσα τους ο Γιάννης Σπυρόπουλος, ο Antoni Tapies, o Peter Blake, o Anselm Kiefer, o Robert Rauschenberg αλλά και ο Nikolai Fechin. Είναι κι άλλοι που σίγουρα ξεχνώ αυτή τη στιγμή. Είναι και αρκετοί νεώτεροι. Πολλοί είναι φίλοι μου, ενώ άλλους έχω ανακαλύψει στο διαδίκτυο.

  • Μας είχες θυμίσει κάποτε τη φράση του Ρενουάρ «Δεν είναι οι θεωρίες που κάνουν το καλό ζωγραφικό έργο…». Τι είναι λοιπόν αυτό που χαρακτηρίζει ένα καλό ζωγραφικό έργο;

Όταν είσαι νέος σπουδαστής, αναγκαστικά μπαίνεις σε μια διαδικασία εκλογίκευσης. Είναι ένας τρόπος να μάθεις πράγματα. Αλλοίμονο όμως αν συνεχίσεις να λειτουργείς έτσι κι όταν τελικά βρεις τον δρόμο σου. Το αποτέλεσμα θα είναι στην καλύτερη περίπτωση διακοσμητικό – «εύκολο». Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα «προφανούς» εικαστικής προσέγγισης είναι η παγίδα της δεξιοτεχνίας. Πολλοί εγκλωβίστηκαν στα δίχτυα της, χωρίς να καταφέρουν ποτέ να γίνουν καλλιτέχνες. Αυτό που έχει σημασία είναι η αλήθεια του έργου σου. Μια αλήθεια που προκύπτει από μια βαθειά, εσωτερική διαδρομή.

  • Προσωπικά μου αρέσει όπως «αφήνεις» το χρώμα να κυλήσει πάνω στα έργα σου. Δίνει μια υπέροχη αίσθηση κίνησης στο έργο.

Το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό είναι αποτέλεσμα μιας ζωγραφικής πορείας δεκαετιών. Δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς από πού ξεκινάει αλλά και να προβλέψω με σιγουριά που θα καταλήξει. Θάλεγα πως, εν πάση περιπτώσει, εμπλουτίζει το τυχόν δραματικό στοιχείο του έργου.

Γιάννης Αδαμάκης – Γιάννης Τζιμούρτας μιλάνε για τις νύχτες

  • Η θεματογραφία της τωρινής σου έκθεσης είναι για κάποιους αρκετά οικεία. Έτυχε να ακούσεις μια «ανάγνωση» που δεν την σκέφτηκες για έργο σου πριν, κατά και μετά τη δημιουργία του; Μια τέτοια κατάσταση πόσο σε επηρεάζει;

Αποφεύγω να ακούω απόψεις και σκέψεις άλλων στη διάρκεια της προετοιμασίας μιας έκθεσης. Είναι σημαντικό για τον δημιουργό να στέκεται στα πόδια του. Δεν μπορεί διαφορετικά να παράξει έργο. Είναι προτιμότερο να εξαπατά τον εαυτό του, παρά να σέρνεται πίσω από συμβουλές και νουθεσίες άλλων, ακόμη και από εκείνες που ίσως όντως εκτιμά.

Last modified: 12/03/2019