Ο Βαγγέλης Θεοδωρίδης, αν και βρίσκεται σε διαρκή αναζήτηση ο ίδιος, αυτό που ορίζει την ταυτότητά του είναι το ξύλο. Το καίει, το σκαλίζει, του προσθέτει άλλα ξύλα, του βάζει παστέλ, ξυλομπογιές, πλαστικά και κυρίως λάδια. Χωρίς να είναι κολλάζ, δανείζεται στοιχεία του, και δημιουργεί υφές. Ο καμβάς τον περιορίζει. Ενώ με το φυσικό υλικό που έχει επιλέξει αφήνεται σαν παιδί και «παίζει». «Αφήνω πολλές φορές το ίδιο το φυσικό υλικό να με πηγαίνει», όπως λέει. «Κρατάω ό,τι τυχαίο μου προσφέρει, το ρόζο του, το σπάσιμό του, και το πηγαίνω όπου εγώ θέλω».
Στην πρώτη του θεματική ενότητα, ασχολήθηκε με την καταγραφή βιωμάτων από ταξίδια. Κράταγε τη φόρμα και απλοποιούσε το χρώμα. Ο δρόμος, οι σκάλες ήταν τα σημεία – κλειδιά που διαμόρφωναν την ταξιδιωτική του ατμόσφαιρα. Ενώ έντονο ήταν και το στοιχείο του νερού: η ροή και ο συμβολισμός του νερού μέσα από αστικά αντικείμενα (π.χ. Η βρύση).
Στη συνέχεια επέλεγε καταστάσεις: ένα ζώο, ένα παντζάρι γινόντουσαν η αφορμή για τις ιστορίες του. «Δουλεύω βάση ιστοριών», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Θέλω ο θεατής να δει την ιστορία. Δίνω το πρώτο ερέθισμα για να την ολοκληρώσει ο ίδιος, γι΄αυτό και πολλές φορές γράφω πάνω στο ξύλο και μάλιστα ανορθόγραφα. Είναι ένα τρικ για να συγκεντρωθεί ο θεατής στο έργο». Δίνοντας βάση στη φόρμα και στην εικόνα, κρατάει κάποια περιγραφικά στοιχεία για να τον καθοδηγήσει. Οι ιστορίες είναι αφηγηματικές με μεγάλη δόση ειρωνείας όσο αποτυπώνονται καθημερινές μη ρεαλιστικές εικόνες.
Στο μεταβατικό του στάδιο, χρησιμοποιεί όλο και περισσότερα ρεαλιστικά στοιχεία: ένας ελέφαντας, ένας κροκόδειλος, μια μπανιέρα. Με αφορμή μια λέξη περιεργάζεται θέματα ψυχολογικά και μεταφυσικά. Ο ίδιος τα ονομάζει «σοβαρά». Για να φτάσει στην τελευταία του δουλειά όπου κυριαρχεί ο ρεαλισμός. «Πρεσβεύω ένα δόγμα», όπως λέει. «Ο καλλιτέχνης πρέπει να ξέρει τα πάντα: από ρεαλισμό μέχρι αφαίρεση».
Έτσι γεννιούνται πορτρέτα παιδιών, μια ζωγραφική ρεαλιστική που την παντρεύει με την τεχνική του, κρατώντας την ταυτότητά του. Το ξύλο μετατρέπεται σε καμβά όπου αποτυπώνονται βιώματα, ενώ ταυτόχρονα εξερευνά τις τρεις διαστάσεις. Βίωμα δεν είναι παρά η εμπειρία που αποκτάς ζώντας. Είναι αυτά που αντιμετωπίζεις όσο είσαι μικρός και που σε ακολουθούν και στην μετέπειτα πορεία σου. Σε έργο του διακρίνουμε ένα παιδί που λατρεύει το γήπεδο. Αυτή τη γραμμή έχει πάρει από το σπίτι του και αυτήν θα μεταφέρει και στα παιδιά του. Σε άλλο έργο του μια νεαρή κοπέλα βρίσκεται ανάμεσα στα σύνεργα του αγαπημένου της κολλάζ. Δεν είναι παρά η καταγραφή του τι μας αρέσει σαν παιδί και πως μπορούμε να προχωρήσουμε με αυτό το συγκεκριμένο βίωμα. Ο Βαγγέλης Θεοδωρίδης χρησιμοποιεί την τεχνική της «σειράς». Αυτό παρουσιάζει ένα κύριο ενδιαφέρον: παρέχει τη δυνατότητα στο ζωγράφο να μας διηγηθεί μια ολόκληρη ιστορία της οποίας η αρχή βρίσκεται στο πρώτο έργο του από ξύλο. Ο καλλιτέχνης εξελίσσεται και μαζί του και ο θεατής. Χρησιμοποιεί τις ίδιες περίπου διαστάσεις, τα ίδια μοτίβα, έτσι ώστε να επικεντρωθεί ο θεατής στο θέμα αλλά και για να έχει και ο ίδιος μια πυξίδα. Οργανώνει το ζωγραφικό του χώρο με αφετηρία μια ιδέα, μια σκέψη, μια εικόνα της καθημερινότητας, την οποία προσπαθεί να αναπτύξει μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, άλλοτε με χιούμορ και άλλοτε με βάθος ψυχής. Το κάθε έργο μπορεί να ειδωθεί και χωριστά από τα υπόλοιπα, αλλά όταν τοποθετούνται όλοι οι πίνακες της σειράς μαζί τότε έχουμε ένα ενιαίο σύνολο, μια ολοκληρωμένη εικόνα της δουλειάς και της εξέλιξης του καλλιτέχνη. Πρόκειται για μια ζωγραφική με απόλυτη ισορροπία ανάμεσα στη φόρμα και στο χρώμα που θέτει καίρια ερωτήματα σχετικά με την ανθρώπινη ταυτότητα. Μια δουλειά στην οποία ενδιαφέρει περισσότερο η αναζήτηση παρά το αποτέλεσμα.
Last modified: 02/09/2014