Η αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος, παρουσίασε τον περασμένο Οκτώβριο τη δεύτερη έκθεση της εικαστικής χρονιάς με τίτλο Σύγχρονες Δυστοπίες στην οποία συμμετείχαν οι εικαστικοί Χαλκίδη Βίβιαν και Παπαγεωργίου Αμήλια.
Η Αμήλια Παπαγεωργίου, Ελβετίδα ζωγράφος Αγγλοελληνικής καταγωγής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1957. Η πρώτη της επαφή με την τέχνη υπήρξε όταν σε ηλικία 11 ετών μετακόμισε στην Αγγλία για να φοιτήσει στο Arts Educational School, Tring Park. Έπειτα, συνέχισε με σπουδές στην Ecole des Beaux-Arts. Η καλλιγραφία και ο χορός επηρέασαν το έργο της και συνέβαλαν στην εξέλιξη του εικαστικού της ύφους.
Είχα την ευκαιρία να γνωρίσω για πρώτη φορά τη Βίβιαν Χαλκίδη όταν εκείνη παρουσίαζε την πτυχιακή της εργασία στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Αμέσως, εισερχόμενη στην αίθουσα του Γ’ Εργαστηρίου όπου παρουσίαζε την δουλειά της, ένιωσα ενδιαφέρον να ακούσω την ίδια να μου μιλάει για τα διαμελισμένα σώματα που έμοιαζαν σε μια πρώτη οπτική προσέγγιση να μην έχουν φύλο. Ένα δεύτερο στοιχείο που χαρακτηρίζει τη δουλειά της είναι ο ιδιαίτερος συνδυασμός δύο τεχνικών∙ της χαρακτικής και της ζωγραφικής. Η εικαστικός Βίβιαν Χαλκίδη, γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται. Αποφοίτησε με άριστα από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών (2009-2014) όπου σπούδασε ζωγραφική με καθηγητές τους Γιάννη Ψυχοπαίδη, Μάριο Σπηλιόπουλο, Ερατώ Χατζησάββα και χαρακτική με καθηγήτρια τη Βασιλική Τσαλαματά. Παράλληλα στην ΑΣΚΤ έχει διδαχθεί γλυπτική και σκηνογραφία. Επιπλέον, κατέχει μεταπτυχιακό τίτλο Διεθνούς Μάρκετινγκ από το Πανεπιστήριο Strathclyde της Γλασκόβης, καθώς και πτυχίο Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων από το Πανεπιστήμιο Πειραιά.
Αφορμή για την κοινή αυτή παρουσίαση υπήρξε το κοινό κέντρο της προβληματικής που αναπτύσσουν και οι δύο εικαστικοί στη δουλειά τους∙ ο άνθρωπος και η τρέχουσα συγκυρία.
Λίγο πριν η έκθεση ολοκληρώσει τον κύκλο της, η Βίβιαν Χαλκίδη και η Αμήλια Παπαγεωργίου μιλούν για τις Σύγχρονες Δυστοπίες και πώς ο καλλιτέχνης μπορεί να συμβάλει στην έξοδο από αυτές.
Ο τίτλος της έκθεσης, Σύγχρονες Δυστοπίες, κερδίζει αμέσως το ενδιαφέρον του επισκέπτη. Τι σας οδήγησε να καταλήξετε σε αυτή την επιλογή;
Βίβιαν: Οι σύγχρονες δυστοπίες θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι συνθήκες τις οποίες βιώνουμε σήμερα. Η δυστοπία, αντίθετα από την ουτοπία, αναφέρεται σε έναν τόπο που χαρακτηρίζεται από υποβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσης, έναν κόσμο απόλυτης δυστυχίας, όπου επικρατούν αρνητικά θεωρούμενα κοινωνικά ή πολιτικά συστήματα. Οι εκφάνσεις της δυστοπίας του σήμερα, βρίσκονται σε όλα τα επίπεδα∙ στον ατομικισμό που διαβρώνει κάθε υγιή διάσταση της προσωπικότητας του ατόμου, στην ευημερία των λίγων εις βάρος των πολλών, στην γιγάντωση του ρατσισμού, της μισαλλοδοξίας, της ανισότητας, της αναξιοκρατίας, στην απομάκρυνση της εργασίας από την προσωπική δημιουργία και στην ταύτισή της μόνο με την επιβίωση, κ.λπ.
Σαν καλλιτέχνες δε μπορούμε να μείνουμε αποστασιοποιημένοι από τα σύγχρονα κοινωνικοπολιτικά φαινόμενα που χαρακτηρίζουν την εποχή μας, που στην προκειμένη περίπτωση είναι η οικονομική και κατ’ επέκταση ανθρωπιστική κρίση.
Αμήλια: Τόσο εγώ όσο και η Βίβιαν επιθυμούσαμε ο τίτλος της έκθεσης να μπορεί να εκφράσει αλλά και να δώσει στον θεατή να καταλάβει τη δουλειά που θα παρουσιάζαμε. Παρόλο που η καθεμιά μας χρησιμοποιεί τη δική της εικαστική γλώσσα, εντοπίσαμε ότι υπάρχουν σημεία σύγκλησης. Ένα από αυτά υπήρξε και η κοινή μας επιθυμία να εκφράσουμε τις λεπτές αποχρώσεις τις ανθρώπινης ψυχής και τις εσωτερικές συγκρούσεις που βιώνουν οι άνθρωποι σήμερα. Αισθανθήκαμε πως ο τίτλος αυτός θα μπορούσε να στεγάσει αυτή την επιθυμία.
Βίβιαν, ένα από τα χαρακτηριστικά της δουλειάς σου είναι το «πάντρεμα» της ζωγραφικής με την χαρακτική. Πώς προέκυψε αυτή η επιλογή;
Ήταν μια καθαρά συνειδητή επιλογή και ανάγκη που προέκυψε ως φυσικό επακόλουθο της μέχρι τότε εικαστικής μου πορείας, η οποία ήταν καθαρά ζωγραφική αλλά με κάποια στοιχεία τυπωμάτων στο μουσαμά. Η σύζευξη της ζωγραφικής με τη χαρακτική ευδοκίμησε μέσω πειραματισμού και έρευνας των παραδοσιακών μεθόδων της χαρακτικής -όπως είναι η οξυγραφία- καθώς και της εφαρμογής καινοτόμων μεθόδων, όπως η μέθοδος Carburundum και Collagraph.
Η πρώτη μου επαφή με τη χαρακτική ήταν σαν ένα συναρπαστικό ταξίδι, που ήθελα να παρατείνω και να εντρυφήσω ακόμα βαθύτερα χρησιμοποιώντας νέα μέσα, συνδυάζοντας τα με τη ζωγραφική πινελιά, προκειμένου να διευρύνω τα μέσα της εικαστικής μου γλώσσας και να προτείνω μια νέα οπτική. Οι ποιότητες που γεννιούνται στην επιφάνεια του χαρτιού μέσω της χαρακτικής είναι μοναδικές∙ το γεγονός αυτό με γοήτευσε και με βοήθησε να χρησιμοποιήσω τη χαρακτική ως μέσο για να δημιουργήσω μοναδικά έργα και όχι πολλαπλά αντίτυπα.
Στην ουσία οι μορφές μου γεννιούνται και αναδύονται μέσα από την ανάγλυφη χαρακτική επιφάνεια.
Η παλέτα σου αποτελείται κυρίως από ψυχρά χρώματα.
Η παλέτα μου δε θα έλεγα ότι είναι ακριβός ψυχρή, έχει και θερμές αποχρώσεις, ναι μεν χρησιμοποιώ κάποιες ώχρες, αλλά επίσης περικλείω αποχρώσεις του καφέ με υποψία κόκκινου, raw umber (ωμή όμπρα), sepia, sienna κ.λπ. Γενικά τα χρώματά μου υποδηλώνουν μια έντονη σωματικότητα και υλικότητα. Συνάδουν δηλαδή με τη θεματολογία που αναπτύσσω, η οποία αφορά απτούς και ρεαλιστικούς προβληματισμούς.
Στα έργα «Χωρίς ταυτότητα» και «Χειραγώγηση» προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση η επιλογή σου να παρουσιάσεις γυμνά σώματα με προεκτάσεις μηχανών. Θα ήθελα να μας μιλήσεις για αυτή την επιλογή.
Όταν στην τέχνη απογυμνώνεται ένα σώμα, είναι σα να πετάει τις συμβατικές μάσκες και βρίσκεται ενώπιο του θεατή στην ολότητά του. Είναι πιο ανθρώπινο, ευάλωτο, αληθινό. Τα σώματα των μορφών μου δεν είναι ιδανικά, αλλά παραμορφωμένα, αποδομημένα, ατελή. Κάποια εξ’ αυτών έχουν μηχανικά μέρη ως προέκταση των άκρων τους, αλλά όχι τόσο με την έννοια της τεχνολογίας, όσο με τον περιορισμό στην επιλογή της κίνησης και του ελιγμού. Τα μηχανικά μέρη που έχουν επιλεγεί είναι μπουλόνια, διακόπτες, κ.λπ. τα οποία έχουν μόνο μια διπλή επιλογή «on-off». Με αυτό τον τρόπο καταδεικνύεται ότι έχει αφαιρεθεί από το ανθρώπινο ον το δικαίωμα της βούλησης και της πολλαπλότητας στην επιλογή. Το άτομο, στέκεται λοιπόν άβουλο, παθητικό, αδύναμο να εκφραστεί και να αντιδράσει απέναντι σε ότι το δυσαρεστεί. Κύρια πηγή αυτή της δυσαρέσκειας, είναι στοιχεία του ασθενικού και στείρου περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει.
Παρατηρώντας τα έργα σου, βλέπουμε έντονη την παρουσία τόσο γυναικείων όσο και αντρικών σωμάτων. Θα ήθελα να σταθώ στο έργο «Καταπιεσμένη μαχητικότητα» και να σε ρωτήσω κατά πόσο πρόκειται για μια αναφορά στο κοινωνικό φύλο η επιλογή του τίτλου σε σχέση με την απεικόνιση της γυναικείας φιγούρας.
Σίγουρα το γυναικείο φύλο έχει πληγεί περισσότερο από την κρίση, όσον αφορά το δικαίωμα στην εργασία, γιατί δυστυχώς υπάρχει μεροληψία ως προς το αν η γυναίκα μπορεί να τελέσει το ίδιο καλά την ίδια εργασία με έναν άντρα, παράλληλα με τους άλλους ρόλους που καλείται να αναλάβει. Έτσι σήμερα, που η ανεργία μαστίζει, παρατηρούμε ότι η γυναίκα πιο δύσκολα προσλαμβάνεται, διατηρεί τη θέση της ή προβιβάζεται. Βέβαια το φαινόμενο της ανεργίας και κατά συνέπεια της πληγείσας αξιοπρέπειας, επεκτείνεται και στα δυο φύλα.
Στο συγκεκριμένο έργο τυχαία έχει επιλεγεί μια γυναικεία φιγούρα, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι και αντρική, όπως στα έργα «Δίπολο», «Χειραγώγηση ΙΙ», «Χωρίς Ταυτότητα» κ.λπ. Γενικά στη δουλειά μου με απασχολεί ο άνθρωπος ως οντότητα, ανεξαρτήτως φύλου. Τον τοποθετώ στο κέντρο, εκεί που δικαιωματικά ανήκει. Θα μπορούσα να πω ότι η δουλειά μου είναι ανθρωποκεντρική. Αυτός ο άνθρωπος όμως απέχει πολύ από το να είναι ολοκληρωμένος, κάτι εμφανώς αναχαιτίζει το δρόμο του προς την αυτοπραγμάτωση.
Αμήλια, Τα έργα που συναντάμε στην έκθεση φέρνουν στο μυαλό μας τους καμβάδες του Francis Bacon. Αλήθεια, ποιες είναι οι επιρροές σου;
Στο στενό οικογενειακό μου περιβάλλον όλοι λίγο πολύ ζωγράφιζαν. Μεγαλώνοντας ήμουν λοιπόν εξοικειωμένη με την καλλιτεχνική ζωή: εργαστήρια, εκθέσεις, μουσεία, αρχαιολογικοί χώροι. Σαφώς αυτό είναι κάτι που επηρέασε την μετέπειτα πορεία μου και διαμόρφωσε την σημερινή καλλιτεχνική μου ταυτότητα. Είναι αλήθεια ότι η δουλειά του Francis Bacon με γοήτευε πάντα, όπως και άλλων όμως μεγάλων καλλιτεχνών∙ Goya, Michelangelo, Schiele, Marlene Dumas, Fabienne Verdier. Όλοι αυτοί οι καλλιτέχνες έχουν επηρεάσει την εικαστική μου γραφή. Ωστόσο, παρατηρώ ότι η δουλειά μου και πιο συγκεκριμένα ο τρόπος που φιλοτεχνώ τις φιγούρες έχει επηρεαστεί από το γεγονός ότι έχω ασχοληθεί και με το χορό. Η χορογραφία μου δίνει στοιχεία για την εικαστική μου δουλειά.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στις φιγούρες που φιλοτεχνείς, είναι η παρουσίαση διαμελισμένων σωματικών τμημάτων. Πώς ορίζεται αυτή η επιλογή σου και πώς προκύπτει;
Οι ανθρώπινες φιγούρες μου εξελίσσονται σταδιακά μέσα στο χρόνο σε διαμελισμένα σώματα ή αφηρημένες εικόνες, εξαρτάται από το πώς τις βλέπει κανείς. Αυτή η επιλογή προκύπτει από την ανάγκη μου να ξεπερνάω την εικόνα και να παρουσιάζω στον καμβά το αποτέλεσμα που προκύπτει μετά από μια δική μου επεξεργασία και ερμηνεία. Προσωπικά, βρίσκω πως ένα χέρι, ένα πόδι ή κάθε κομμάτι του ανθρώπινου σώματος μπορεί να υπονοεί μια κίνηση, ένα υποκινεί κάποια συναίσθημα και να δημιουργεί μια αίσθηση πολύ διαφορετική – και ίσως και πιο έντονη- από το εάν επέλεγα να παρουσιάσω ολόκληρο το σώμα της.
Ως καλλιτέχνης έχεις επιλέξει να δουλεύεις και να ζεις στο εξωτερικό. Έχοντας μια εικόνα για το πώς λειτουργούν τα εικαστικά έξω και πώς εγχώρια, θα ήθελα να μας μιλήσεις για τις ευκαιρίες που έχει σήμερα ο καλλιτέχνης λαμβάνοντας υπόψη και την τρέχουσα συγκυρία.
Η διαμονή μου στην Ελβετία δεν υπήρξε επαγγελματική επιλογή. Έφυγα από την Ελλάδα σε πολύ μικρή ηλικία. Ωστόσο έχω φυσικά διαμορφώσει μια ιδέα για το πώς λειτουργούν τα πράγματα στην Ελλάδα και πώς στην Ελβετία. Παρόλο που όλα κινούνται μέσα στο πλαίσιο της κρίσης και της σκληρής πραγματικότητας που αυτή επιβάλει, φαίνεται να υπάρχει έντονο ενδιαφέρον για τους Έλληνες καλλιτέχνες οι οποίο εκφράζουν μέσα από τη δουλειά τους όλο και περισσότερο την ανάγκη για αλλαγή, τόσο σε καλλιτεχνικό επίπεδο όσο και σε κοινωνικό. Οι καιροί ίσως να είναι δύσκολοι αλλά υπάρχει ωστόσο επιμονή και υπομονή από την πλευρά των καλλιτεχνών κάτι που οδηγεί στο να υπάρχουν ευχάριστες εκπλήξεις για όλους μας.
Εσύ Βίβιαν, ξεκίνησες με σπουδές στα Οικονομικά και πέρασες στη συνέχεια στις Καλές Τέχνες. Πώς προέκυψε αυτή η μετάβαση;
Είναι γεγονός ότι ξεκίνησα με σπουδές στα οικονομικά και μάλιστα συνέχισα με μεταπτυχιακές σπουδές στη Γλασκόβη. Στη συνέχεια μπήκα στον εργασιακό στίβο σε μεγάλες πολυεθνικές και αρκετά αργότερα πέρασα στην Καλών Τεχνών Αθηνών. Τα οικονομικά τα είχα επιλέξει με γνώμονα την απόκτηση τεχνογνωσίας, ώστε να προσφέρω με τις γνώσεις μου στη διαδικασία βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των λιγότερο ανεπτυγμένων κρατών –όπως έλεγε ο Κομφούκιος «στον πεινασμένο, αντί να δώσεις ένα ψάρι, μάθε τον να ψαρεύει»-, στην πορεία συνειδητοποίησα ότι και η Ελλάδα χρήζει βοήθειας. Στις εταιρείες που εργαζόμουν, με τον καιρό μου φαίνονταν όλα πολύ ρηχά, στην ουσία είχα απομακρυνθεί από τον αρχικό, “ρομαντικό” μου στόχο και είχα γίνει ένα γρανάζι μιας μηχανής που ολοένα δημιουργεί στον άνθρωπο ανούσιες, ακόρεστες ανάγκες που στην πραγματικότητα δεν έχει. Ενός μηχανισμού που έχει ως αυτοσκοπό το απρόσωπο κέρδος, καταπίνει την προσωπικότητα του ατόμου, τον δημιουργικό του χρόνο και τον μετατρέπει σε ακόμα πιο εγωκεντρικό ον.
Η Καλών Τεχνών ήταν κάτι μακρινό για εμένα, άφταστο, ένα παιδικό όνειρο, που έγινε απροσδόκητα πραγματικότητα. Χαίρομαι που σπούδασα εκεί σε ωριμότερη ηλικία, γιατί ήμουν πιο συνειδητοποιημένη ως προς τους στόχους μου. Επιπλέον δε θα άλλαζα τίποτα, όλες οι εμπειρίες που αποκόμισα με έκαναν αυτό που είμαι σήμερα.
Πόσο εύκολο είναι, πιστεύεις, λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα συγκυρία, ένας νέος καλλιτέχνης να καταφέρει να εξελίξει τη δουλειά του;
Η εξέλιξη της δουλειάς του κάθε καλλιτέχνη είναι προσωπική υπόθεση κι είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το πόσο σκληρά και με συνέπεια δουλεύει ο καθένας. Βέβαια είναι πολύ σημαντικό να ευδοκιμήσουν οι κατάλληλες συνθήκες για την ανάδειξη του έργου του. Εν καιρώ κρίσης ο ρόλος που καλούνται να τελέσουν οι νέοι εικαστικοί και καλλιτέχνες εν γένει, γίνεται ακόμα πιο δύσκολος. Μακάρι να υπήρχαν περισσότερες γκαλερί όπως είναι η αίθουσα τέχνης Τεχνοχώρος. Είναι πραγματικά αξιέπαινη η σκληρή και οργανωτική δουλειά που κάνουν οι εμπνευστές της γκαλερί Πέτρος και Ηλέκτρα Δουμά, όπου στηρίζουν, δείχνουν εμπιστοσύνη στους νέους δημιουργούς και αναδεικνύουν το έργο τους. Η στήριξη των νέων δημιουργών είναι πολύ σημαντική, ώστε να μπορέσουν αυτοί ακάθεκτοι να συνεχίσουν το έργο τους.
Έχεις ασχοληθεί στο παρελθόν και με τον αρτιβισμό, θα ήθελα να μας μιλήσεις λίγο για την συγκεκριμένη εμπειρία.
Είχα μια μικρή εμπειρία αρτιβισμού, με την έννοια του ακτιβισμού μέσω της τέχνης, την οποία όμως δε μπορώ να τη θέσω ως οργανωμένη δράση, αλλά περισσότερο ως κάτι το αυθόρμητο και της “στιγμής”. Αυτή η δράση προέκυψε από μια επιτακτική, επείγουσα ανάγκη, πέρυσι το Νοέμβριο, όταν ένα μεγάλο κύμα προσφύγων από τη Συρία προσπαθούσε να επιβιώσει στην πλατεία Συντάγματος. Τότε, μέσω μιας μικρής ομάδας, όπως ξέρεις πολύ καλά και από την προσωπική σου συμμετοχή, προσπαθήσαμε να συνεισφέρουμε με ότι μέσα διαθέταμε. Πέρα των πραγμάτων πρώτης ανάγκη που συγκεντρώσαμε και πήγαμε –και ευτυχώς υπήρξε και άλλος κόσμος που έκανε το ίδιο-, κάναμε μια εικαστική δράση μαζί με τα μικρά παιδιά από τη Συρία∙ φτιάξαμε μια απλή κατασκευή κάποιον χαρτονένιων σπιτιών που συμβόλιζαν το «σπίτι-πατρίδα» από το οποίο είχαν βίαια ξεριζωθεί, αλλά και εκείνο που αναζητούσαν σε νέους τόπους. Πάνω στα χαρτονένια σπίτια τα παιδιά ζωγράφισαν ή κόλλησαν ζωγραφιές και μηνύματα. Ήταν μοναδική εμπειρία για εμάς, η αίσθηση ότι τα παιδιά αυτά, για λίγες ώρες ξεχάστηκαν, ένιωσαν πάλι παιδιά και ότι δεν είναι ανεπιθύμητα σε έναν αφιλόξενο τόπο. Στο μέλλον ελπίζω να μου δοθεί η ευκαιρία να λάβω μέρος σε περισσότερες δράσεις.
Ποια είναι η διέξοδος από τις «σύγχρονες δυστοπίες», και πώς ο καλλιτέχνης μπορεί να οδηγήσει σε αυτή;
Βίβιαν: Το να φανταζόμαστε μια ιδανική, καθόλα ευημερούσα κοινωνία μπορεί να χαρακτηριστεί ως ουτοπικό, αλλά το να προσπαθήσουμε να δραπετεύσουμε από τις «σύγχρονες δυστοπίες», να προσεγγίσουμε αυτό το “ιδανικό” με όλες μας τις δυνάμεις, χωρίς να επαναπαυόμαστε, είναι το στοίχημα που καλούμαστε να κερδίσουμε σήμερα.
Στη δουλειά μου συνυπάρχουν αντίθετες δυνάμεις, διττά στοιχεία. Όπως στη φυσική επιστήμη όπου μετά από κάθε δράση επέρχεται η αντίδραση, υποδηλώνω ότι η αντίδραση πρέπει να είναι το φυσικό επακόλουθο, ως έκφραση αντίθεσης σε δυσμενείς καταστάσεις.
Ο ρόλος της τέχνης είναι να προάγει τον πολιτισμό αλλά και με τη συμβολή του αρτιβισμού, να ωθήσει τον σύγχρονο άνθρωπο να βγει από την αδράνεια, τη στατικότητα και την αναμονή. Να τον προτρέψει να δράσει -όχι με τη μορφή της στείρας αντίδρασης, αλλά της εποικοδομητικής αμφισβήτησης-, να εξωτερικεύσει τα θέλω του, να έχει το θάρρος να υπερασπιστεί τις αξίες του. Ο σύγχρονος άνθρωπος χρειάζεται να παρακινηθεί, να συμπράξει με άλλους και, σε απόλυτη σύμπνοια μαζί τους, να κάνει τα πράγματα να κινηθούν. Η τέχνη είναι μια ανατρεπτική μορφή έκφρασης και μέσω αυτής πρέπει να συσπειρωθούν οι καλλιτέχνες και ν’ αλλάξουν τον κόσμο.
Αμήλια: Τόσο η δυστοπία όσο και η ουτοπία αποτελούν ψήγματα της φαντασίας μας. Εντούτοις, όλοι προσπαθούμε για μια καλύτερη ζωή και έναν καλύτερο κόσμο. Αργά ή γρήγορα όμως, αντιλαμβανόμαστε πως δεν υπάρχει άλλη επιλογή παρεκτός να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα και τον εαυτό μας ρεαλιστικά. Αυτό θα μπορούσε να εκφράζει την προσωπική μας δυστοπία που μαζί με τις διάφορες ουτοπίες μας συνοδεύουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Στην πραγματικότητα ζούμε σε μια ενδιάμεση κατάσταση. Κινούμαστε ανάμεσα σε ουτοπίες και δυστοπίες. Η τέχνη έχει την ικανότητα να επικοινωνεί με την ψυχή και να την ηρεμεί. Κάθε άνθρωπος που επιλέγει να εκφράσει τους φόβους και τις επιθυμίες του μέσα από την τέχνη καταφέρνει να απελευθερωθεί από αυτά.
Last modified: 08/11/2015