Αχιλλέας Πιστώνης, Βασίλης Σελιμάς, Αντώνης Τσακίρης: Οι καλλιτέχνες έφθασαν πριν πέσουν οι σκαλωσιές…

Γιάννης Τζιμούρτας
Δημοσιογράφος

ΟΛΟΙΤι είναι λοιπόν αυτός ο χώρος στο μισοτελειωμένο κτίριο;
Ένας  χώρος όπου τρεις νέοι καλλιτέχνες συστεγάζουν τις δυνάμεις τους και κυρίως τους προβληματισμούς τους;
Είναι ένα τεράστιο αυγό όπου εκκολάπτεται ένα ζωντανό έργο;
Η μήτρα όπου συλλαμβάνεται και κυοφορείται η ελπίδα και η χαρά της δημιουργίας τριών νέων καλλιτεχνών;
Καταφύγιο ανθρώπων που ποιούν τέχνη;
Ένα ησυχαστήριο όπου η δημιουργική σκέψη συναντά τη διάθεση για έκφραση;
Είναι ένα κουφάρι στο οποίο κάποιοι παλεύουν να δώσουν ζωή; Περιπλανιόμαστε σε μια «αχανή» αίθουσα ενός μισοτελειωμένοι κτιρίου και ανακαλύπτουμε τη χαρά της δημιουργίας.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΣΕΛΙΜΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΧΙΛΛΕΑ ΠΙΣΤΩΝΗΑχιλλέας Πιστώνης, Βασίλης Σελιμάς, Αντώνης Τσακίρης.
Δημιουργούν και συζητάνε.
Προβληματίζονται και προχωράνε.
Ερευνούν και αποκαλύπτουν.
Συμμετέχουν και ελπίζουν.
Στο Ηράκλειο Αττικής σε μια ημιτελή προέκταση της Πινακοθήκης Γ. Βογιατζόγλου οι τρεις καλλιτέχνες εδώ και λίγο καιρό αποφάσισαν να δημιουργήσουν συστεγαζόμενοι, στηρίζοντας ένα κοινό εργαστήριο. Δεν είναι κοινόβιο, δεν είναι ένας χώρος που ανακάλυψαν δραπετεύοντας από κάπου αλλού. Είναι χώρος στον οποίο κάθε πρωί ανηφορίζουν συναντιούνται και καταθέτουν την ψυχή τού ζωγράφου. Είναι ένα πείραμα τριών εικαστικών.Ο καθένας στο δικό του έργο αλλά και με τη δική του ενέργεια που πλανάται στο χώρο.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΣΑΚΙΡΗΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΣΕΛΙΜΑΜέσα στις σκαλωσιές κάποια παλιά κτίρια θα γκρεμιστούν και κάποια καινούργια θ’ αρχίσουν να κτίζονται. Κι όταν αποσυρθούν οι σκαλωσιές θα πάρουν μαζί τους το παρελθόν και νέα παλάτια ή ναοί θα αποκαλυφθούν. Και τότε θάρθουν οι καλλιτέχνες.
Έτσι έβλεπε ο ποιητής τα πράγματα πριν από εκατό χρόνια. Εδώ οι καλλιτέχνες έφθασαν πριν  γκρεμιστούν οι σκαλωσιές. Μέσα στο «ατέλειωτο σπίτι» οι καλλιτέχνες φιλοδοξούν να ορθώσουν κάτι καινούργιο.
Ένα εργαστήριο. Περιφερόμαστε, φωτογραφίζουμε, συζητάμε, βλέπουμε μικρούς και μεγάλους ζωγραφικούς πίνακες, αγγίζουμε γλυπτά που ακόμη δεν έχουν δει το φως του ήλιου.
Περιπλανιόμαστε ανάμεσα σε καβαλέτα, μεταλλικά κουτιά με χρώματα, κόλλες, σωληνάρια, μπογιές, πανιά λερωμένα με χρώμα. Μπαίνουμε στον πειρασμό να πάρουμε ένα τέτοιο πανί και να το τεντώσουμε σ΄ ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΠΙΣΤΩΝΗΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΑΝΤΩΝΗ ΤΣΑΚΙΡΗένα τελάρο. Να είναι μια ζωγραφιά αποτύπωμα από τις στιγμές που ο καλλιτέχνης σκουπίζει το πινέλο για να συνεχίσει να δημιουργεί το «επίσημο» έργο. Ένα ταπεινό πανί που όμως έχει πάνω του όλα τα χρώματα του πίνακα που ο καλλιτέχνης επιλέγει να μας δείξει. Αν ο πίνακας έχει DNA, ε το DNA βρίσκεται σ’ αυτό το πανί.
Βενζίνη, νέφτι, άπειρα μικρά και μεγάλα κουτιά και κασετίνες γεμάτες πινέλα, πάνω σε τραπεζάκια, σε σκαμπό, σε καρέκλες, τούβλα, ένα μυστρί κάπου εκεί δίπλα. Στη γωνιά ένας τενεκές από ασβέστη, πιτσιλισμένος με χρώματα ζωγραφικής. Έγινε μέρος κι αυτός στο παιχνίδι του καλλιτέχνη.
Στους τοίχους σκόρπιες  αποικίες από σημειώματα, κολλημένες φωτογραφίες, σχέδια, μικρές ζωγραφιές. Κάθε καλλιτέχνης έχει και τον τοίχο του. Κι όπως ξεχωρίζουν τα έργα τους,  ξεχωρίζουν και οι τοίχοι τους.
Οι τρεις καλλιτέχνες μας καλούν στο εργαστήριο για να παραστούμε μάρτυρες σε ένα διάλογο των ζωγραφικών έργων μεταξύ τους αλλά και με τη μουσική. Είναι μια συνέλευση καλλιτεχνικής δημιουργίας. Άλλωστε οι «γλώσσες της τέχνης είναι κρυφές αδελφές της μουσικής». Κι όσο οι τέχνες στον καιρό μας αποκλίνουν, τόσο κάποιοι καλλιτέχνες ενώνουν τη μοναξιά τους. Και μέσα απ’ αυτή τη συνύπαρξη ευελπιστούμε, οι θνητοί, να βγει κάτι αισιόδοξο. Μας αρκεί να ξαναβρούμε την αισιοδοξία μας και την ελπίδα.

Ο Αντώνης Τσακίρης, τη στιγμή που τον καληνυχτίζουμε μας εκμυστηρεύεται ότι άκουγε κομμάτια της πειραματικής μουσικής του Hior Chronik, καθώς ζωγράφιζε το έργο που δεσπόζει στο δικό του σημείο δημιουργίας. Μια αυτοπροσωπογραφία που προσπαθεί να επικοινωνήσει με τα δύο έργα των άλλων «συγκατοίκων» που βρίσκονται στο δικό τους χώρο, στη δική τους γωνιά.  Τα χέρια του σε σχήμα HIOR CHRONIKπροσευχής. Στο βάθος κτίρια που δεν παραπέμπουν πουθενά. Πιθανόν να βρίσκονται χαμένα μέσα στον ωκεανό της ανυπαρξίας μας, στο πέλαγος της αβεβαιότητας… Σ’ αυτή τη μη θάλασσα ένα ψάρι κινείται…Απόλυτο σύμβολο αμηχανίας… Ένα ψάρι έξω από τα νερά του!… Αλλά και το μόνο σημάδι ζωής. Ο Αντώνης Τσακίρης προσεύχεται με φόντο το μη τόπο. Έντρομος γι αυτό που έρχεται, ήρεμος γιατί ο άνθρωπος μπορεί να βρει τη δύναμη ν’ αντισταθεί.  Μέσα από τα χέρια που προσεύχονται έρχεται η ελπίδα και η εγκαρτέρηση.

Για το Βασίλη Σελιμά η συνάντηση των δυο «ναυαγών» γίνεται μέσα στη θάλασσα που ξεβράζει τα απομεινάρια ενός κόσμου που ήδη βρίσκεται στο βυθό. Ο συμβολισμός εμφανής μέσα από τα σουρεαλιστικά στοιχεία του έργου. Τα σχοινιά του  βυθισμένου σκάφους επιπλέουν και οροθετούν το χώρο. Παράλληλα γίνονται το στοιχείο που συνδέει, ενώνει και κάνει αλληλοεξαρτώμενους τους  δυο

ΑΠΟΙΚΙΑ ΑΝΤΩΝΗ ΤΣΑΚΙΡΗΑΠΟΙΚΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΣΕΛΙΜΑ«διασωθέντες». Η μοίρα τους έχει καθοριστεί μέσα σ’ αυτό το «ναυάγιο». Μόνοι επιζήσαντες; Βγήκαν αλώβητοι σωματικά∙ γι’ αυτούς η ζωή συνεχίζεται. Η μοίρα τούς έχει επιλέξει. Το καταβεβλημένο πρόσωπο του άντρα μαρτυρά τη θλίψη για το πριν, την αγωνία για το μετά. Όλα αρχίζουν από την αρχή. Η γυναίκα στραμμένη προς τον άνδρα προχωρά και ελπίζει. Δεν βλέπουμε το πρόσωπο της, αλλά ελπίζουμε μαζί της…

Ο Αχιλλέας Πιστώνης ανακαλύπτει τους ήρωες του, τον ήρωα του σ’ ένα κελί. Παρακολουθεί από ψηλά, από το φεγγίτη∙ το μοναδικό σημείο επικοινωνίας με το φως και τον έξω κόσμο για ένα κελί. Ένα κρεβάτι καταμεσής του χώρου. Ο ήρωας του ανάσκελα παραδομένος, με τα χέρια κουρασμένα, χαλαρά, στην ουσία μη ενεργά. Καλύπτει και κυριαρχεί σε δυο φιγούρες που βρίσκονται σε ύπνο ή σε νάρκωση. Δυο φιγούρες που συγκροτούν το διπολικό της ζωής του και πιθανόν του χαρακτήρα του. Αυτός κοιμάται. Το σώμα του κοιμάται. Η ενέργειά του, το μέλλον του, οι ελπίδες του, οι φιλοδοξίες του κοιμούνται.
Η συνείδησή του, οι ανησυχίες του, η απόγνωση του ξαγρυπνούν. Κοιτάζει στην οροφή, στο τίποτα… Ποιος μπορεί να ξέρει τι σκέφτεται ένας φυλακισμένος όταν είναι αντιμέτωπος με τη συνείδησή του…  Παλαιότερα ο Πιστώνης χρησιμοποιούσε το πάτωμα σαν σκακιέρα. Άνθρωποι –  πιόνια. Οι γραμμές παραμένουν, αλλά τα τετράγωνα μοιάζουν μ’ ένα δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά. Και οι ρόμβοι που συνδέουν τα τετράγωνα οξύνουν ακόμη περισσότερο το αδιέξοδο.
Στην άλλη άκρη του χώρου, σε μια λευκή επιφάνεια ο προτζέκτορας προβάλει εικόνες και από τα ηχεία τα συνδεδεμένα με τον υπολογιστή αρχίζει η μουσική. Η αίσθηση αλλάζει. Ο χώρος σε καλεί να ανακαλύψεις νέα πράγματα. Να ξεχωρίσεις τους ήχους που αναζητούν την αίσθηση της ζωγραφικής. Ο χώρος αποκτά μια νέα ποιητική…Οι ήχοι που δημιουργεί ο Hior Chronik  φέρνουν μια αλλότροπη δύναμη. Είναι πνοές, είναι ανάσες, είναι ήχοι απόγνωσης και ήχοι αφύπνισης; Είναι μια μουσική υπόκωφη στο πέλαγος του Τσακίρη που μας πνίγει; Είναι φωνές από τα ναυάγιο και σημάδια ζωής από τους εναπομείναντες του Σελιμά; Μήπως είναι η φωνή της συνείδησης, οι ήχοι απόγνωσης του παγιδευμένου «ανθρωπάκου» του Πιστώνη;
Η μουσική αναταράσσει τις εικόνες, όχι από το ρυθμό αλλά από τους ήχους που πότε στροβιλίζουν στο μυαλό και πότε συγκινούν του ήρωες που μας γνώρισαν πριν από λίγο οι τρεις ζωγράφοι.
Κάποιες στιγμές οι μαυρόασπρες εικόνες στη φωτισμένη επιφάνεια μοιάζουν να θέλουν να αποχρωματίσουν τους ακίνητους ήρωες στο καβαλέτο κι άλλοτε να θέλουν να τους πυρακτώσουν, να τους διεγείρουν να τους μεταμορφώσουν.
Όπως και νάχει ο διάλογος έγινε, το πείραμα πέτυχε οι τρεις εικαστικοί και η ομάδα του Hior Cronik κατόρθωσαν να μας να μας οδηγήσουν σε ένα κόσμο που δημιούργησαν εκεί στην καρδιά ενός ημιτελούς κτιρίου. Μια ομάδα νέων καλλιτεχνών εικαστικοί και μουσικοί, απέδειξαν αυτό που μας είπε ο Αχιλλέας Πιστώνης καθώς μας αποχαιρετούσε: «Η τέχνη επιβεβαιώνεται μέσα από εκπλήξεις».

 

Last modified: 03/02/2023