Ανδρέας Λυμπεράτος:  Έχουμε ανάγκη από τα μάτια των άλλων και το κουράγιο τους

Μαρία Ξυπολοπούλου
Φιλόλογος – Συντ. Θεμάτων Πολιτισμού

Η ζωγραφική eίναι ανεξάντλητη, ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο και ένα απελευθερωμένο όραμα                                                                                                                    

 

Ο Ανδρέας Λυμπεράτος γεννήθηκε στην Πάτρα και σήμερα ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε αρχιτεκτονική στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και ζωγραφική στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Παρακολούθησε μαθήματα στο Edinburgh College of Art, Εδιμβούργο, Σκωτία και στην Royal Academy of Fine Arts, στην Γάνδη του Βελγίου. Είναι απόφοιτος του μεταπτυχιακού προγράμματος του Ε.Μ.Π., Σχεδιασμός – Χώρος – Πολιτισμός. Έχει παρουσιάσει το έργο του σε τέσσερις ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Αφορμή για την συνάντηση με τον Αντρέα Λυμπεράτο υπήρξε η γνωριμία μέσα από την συνεργασία με την εικαστική ομάδα  Horror Vacui (2016-) που δραστηριοποιούνται από το 2016.Η αλήθεια είναι ότι η συνέντευξη αυτή κάπως άργησε. Χρειάστηκαν δύο επισκέψεις στο εργαστήριο για να κατασταλάξουν μέσα μου όσα είχαμε συζητήσει και να πάρουν την μορφή επιλέξαμε να παρουσιάσουμε στο εδώ στο Art22.

Διπλωματική Εργασία, Α.Σ.Κ.Τ., Αθήνα, 1999

Ο Αντρέας Λυμπεράτος είναι από τους καλλιτέχνες που μπορεί να συναντήσει κανείς στις εκθέσεις που συμμετέχει ή στις γκαλερί όταν εκθέτουν την δουλειά τους φίλοι και συνεργάτες, σε μια από τις μετρημένες καλλιτεχνικές του εμφανίσεις καθώς επιλέγει να αφιερώσει τον προσωπικό του χρόνο σε στιγμές δημιουργίας στο εργαστήριό του. Ο Λυμπεράτος ανήκει όμως στους καλλιτέχνες μιας άλλης γενιάς που σίγουρα δεν θα ήθελες να χάσεις την ευκαιρία να συνομιλήσεις μαζί του και να γνωρίσεις περισσότερα για την πολυδιάστατη εικαστική του δουλειά. Σε μια εποχή όπου εκατοντάδες έργα τέχνης περνούν καθημερινά από την μικρή οθόνη του κινητού ή του υπολογιστή μας κοιτώντας τις ενημερώσεις μας στις διάφορες πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, οι στιγμές της επίσκεψης στο εργαστήριο του Λυμπεράτου με γυρνούν σε μια άλλη εποχή, όπου υπήρχε ακόμα η μαγεία του να ανακαλύψεις τα έργα ενός καλλιτέχνη κατ’ ιδίαν, να συνομιλήσεις για αυτά, να τραβήξεις παλιά τελάρα κρυμμένα πίσω από άλλα, να ξεφυλλίσεις καταλόγους από ατομικές και ομαδικές εκθέσεις και να αποχωρήσεις γεμάτος από τέχνη και δημιουργικά συναισθήματα.

Γκαλερί Μπαταγιάννη, Αθήνα, 2011

  •  Σπουδάσατε αρχιτεκτονική στο Ε.Μ.Π. και ζωγραφική στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθήνας. Με ποιόν τρόπο  το ένα αντικείμενο επηρέασε το άλλο και η επιλογή αυτών των σπουδών συνέβαλε στην  διαμόρφωση της μέχρι σήμερα καλλιτεχνικής σας ταυτότητας;

Στα δεκαοκτώ μου χρόνια που πέρασα στην Αρχιτεκτονική Σχολή, δεν είχε ακόμα πάρει η  ζωγραφική ξεκάθαρη θέση μέσα μου – βέβαια, πάντα ζωγράφιζα και θυμάμαι, τα χρόνια των σπουδών μου εκεί, συχνά δεν παρακολουθούσα άλλα μαθήματα και πήγαινα στο εργαστήριο ζωγραφικής, με το οποίο ανέπτυξα μια ιδιαίτερη σχέση. Ήδη κυοφορούταν δηλαδή η στροφή μου προς την ζωγραφική. Στην Σχολή Καλών Τεχνών αργότερα, εισήλθα σχετικά ενημερωμένος και υποψιασμένος. Να πω ότι η αρχιτεκτονική, λόγω ακριβώς της εμβέλειας των αναφορών της, μου προσέφερε μία πιο σύνθετη και μάλλον πιο απαιτητική προσέγγιση στην ζωγραφική. Οι οργανωμένες δυσδιάστατες και τρισδιάστατες δομές και διατάξεις που αγαπώ να υπάρχουν στα  έργα μου να πηγάζουν άραγε από την εμπειρία των αρχιτεκτονικών σπουδών; Σίγουρα βοήθησε την πειθαρχία και συγκρότησή μου, που ενυπήρχαν μέσα μου, αλλά και την κατοπινή μεθοδευμένη μου ματιά στις ζωγραφικές έρευνες. Βλέποντας τώρα αναδρομικά την πορεία μου, καταλαβαίνω ότι δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετική, η αρχιτεκτονική μου προσέφερε την απαραίτητη ευρύτητα σημασιών που επιθυμούσα πάντα να περιέχει μια ζωγραφική δουλειά, δεν μου έφτανε μόνη της η ζωγραφική ως μαθητεία, έπρεπε να την ξαναβρώ από άλλο δρόμο. Και είμαι ευγνώμων για όλη αυτή την περιπέτεια.

Δωρητής 2003 – 2004. Γραφίτης, κάρβουνο, μολύβια, πενάκι και παστέλ σε χαρτί. 68χ152 εκ.

  • Παρατηρώντας το σύνολο της δουλειάς σας, θα μπορούσαμε να πούμε ότι διακρίνεται σε δύο περιόδους, αυτή των φοιτητικών χρόνων (1996-1998) που εστιάζει στην ζωγραφική και στην μετέπειτα όπου πλέον αποφασίζεται μέσα από γλυπτικές εγκαταστάσεις αλλά και performances να  βγείτε στο χώρο.

Ό,τι γεννήθηκε, γεννήθηκε από μέσα συγκεκριμένες ανάγκες, υπήρχε λόγος που το εκάστοτε έργο υποδείκνυε κάθε φορά και την επιλογή του κατάλληλου μέσου, για να εκφραστεί εναργέστερα η δυναμική του. Δεν διαχώρισα ποτέ τίποτα, για μένα όλα ήταν ένα, σχέδιο, ζωγραφική, γλυπτική και αντίστροφα. Οπότε κινούμουν στις αντίστοιχες περιοχές αρκετά ελεύθερα. Ακόμα και σήμερα πηγαινοέρχομαι μέσα στο ίδιο το σώμα της δουλειάς μου, δεν υπάρχει μία γραμμική εξέλιξη, το ένα έργο με οδηγεί στο άλλο και επανέρχομαι συνέχεια.

Ουρανοδρόμος κλίμακα, 2000. Εγκατάσταση ψηφιακής εκτύπωσης 5,46×4,80μ. σε συνεργασία με τον ζωγράφο Χρύσανθο Σωτηρόπουλο, στο Watoo, Δυτικό Βέλγιο.
Συμμετοχή στην διεθνή συνάντηση ποίησης και τέχνης Storm Centres

  • Πιστεύετε πως η ζωγραφική έχει την ίδια οπτική δύναμη που είχε πάντα, τώρα που μέσω της τεχνολογίας και των νέων ηλεκτρονικών μέσων οι εικόνες (κυρίως φωτογραφικές) κατακλύζουν το σύγχρονο τρόπο ζωής αλλά και το πεδίο της τέχνης;

Ειδικά σήμερα, στον ψηφιακό και πλαστικό κόσμο μας, έχει ακόμα περισσότερο οπτική δύναμη – ο πλούτος και η ζωντάνια της εκφραστικής της το καταδεικνύουν – σε σημείο που οι κάθε λογής εκτυπώσεις, αν δεν υπηρετούν τον λόγο ύπαρξής τους στην νομοτέλεια του έργου, καταλήγουν να είναι συχνά ανιαρές, άψυχες, «φτωχικές» και να εξαντλούνται σύντομα. Η ζωγραφική αντίθετα είναι πάντοτε ανεξάντλητη, ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο και ένα απελευθερωμένο όραμα.

Αερόστατο για το έδαφος, 2004 Σίδηρος, αλουμίνιο, χαρτί, ακρυλικά χρώματα, 118×100,5×27,5 εκ

  • Ο Πικάσο έλεγε πως η τέχνη είναι ένα ψέμα που μας βοηθάει να δούμε την αλήθεια. Ο επισκέπτης αναζητά, πράγματι, την αλήθεια στο έργο τέχνης μπροστά από το οποίο στέκεται. Ο καλλιτέχνης έχει τη δική του πλευρά για την αλήθεια εκείνη τη στιγμή;

Ναι βέβαια, και η υπέροχη στιγμή συμβαίνει όταν οι δύο αλήθειες διασταυρώνονται. Αυτό κάνουμε με το έργο μας, λέγοντας αυτό, λέγοντας και το άλλο, βάζουμε έναν καθρέπτη μπροστά από τον θεατή για να γίνει και αυτός καλλιτέχνης μαζί μας και να δούμε μετά μαζί του το έργο ως θεατές και εμείς, είναι σαν να στέλνουμε σήματα από ένα σύμπαν τόσο μακρινό και τόσο κοντινό σε όλους μας ταυτόχρονα.
Ψάχνουμε τους συνομιλητές και συνταξιδιώτες μας, έστω και με μικρές δόσεις αλήθειας. Τώρα τι θα κάνει ο θεατής με όλα αυτά, είναι ένα άλλο θέμα. Εμείς πάντως ανταποκριθήκαμε.

Γεωγραφία,2004. Γύψος, σίδηρος, ακρυλικά χρώματα, φύλλα αλουμινίου 32x20x27 εκ.

  • Είναι η δεύτερη φορά που επισκέπτομαι το εργαστήριό σας. Θα σταθώ σε κάτι που μου έκανε εντύπωση από την πρώτη στιγμή σε εσάς. Κοιτώντας γύρω παρατηρούμε ότι υπάρχουν εκτεθειμένα έργα και άλλων καλλιτεχνών – φίλων συναδέλφων. Πώς πιστεύετε ότι στέκονται σήμερα οι καλλιτέχνες απέναντι στα έργα των άλλων; Είναι ο χώρος των εικαστικών ένας χώρος όπου χαρακτηρίζεται από συναδελφικότητα σήμερα ειδικά με την κρίση ή οι ανταγωνιστικές συμπεριφορές θεωρείτε ότι επικρατούν πολλές φορές;

Έχουμε ανάγκη από τα μάτια των άλλων και το κουράγιο τους, αυτό μας δίνουν τα έργα τους, ενδυναμώνουν και τις δικές μας καταθέσεις. Και βλέπουμε τα έργα μας μετά αλλιώς. Δυνητικά θα μπορούσε ναι, να υπάρξει αλληλεγγύη και συλλογικές πρωτοβουλίες και νομίζω διαφαίνονται ήδη, αλλά μάλλον υπερισχύουν οι ανταγωνιστικές συμπεριφορές και η καχυποψία – ίσως να το καλλιεργεί αυτό η δύσκολη και ιδιαίτερη φύση της δουλειάς μας. Από την άλλη ο καθένας μας είναι μοναδικός και έχει την προσωπική του διαδρομή – ευτυχώς – και είναι μάλλον βαρετό και χωρίς ενδιαφέρον να ζηλεύει κανείς την πορεία ενός άλλου καλλιτέχνη.

Πλανόδιες Δομές και κατοικήσιμα οχήματα Batagianni Gallery, Μάιος 2006, Αθήνα

  • Έχετε παρακολουθήσει μαθήματα στο Edinburgh College of Art, Εδιμβούργο, Σκωτία και στην Koninklijke Academie voor Schone Kunsten στη Γάνδη του Βελγίου. Πώς θυμάστε εκείνα τα χρόνια της διαμονής και την εμπειρία της φοίτησης στο εξωτερικό;

Με πολλή χαρά και ενθουσιασμό! Στο Εδιμβούργο ξεκίνησα για μεταπτυχιακές σπουδές στην Αρχιτεκτονική Τοπίου, τις οποίες εγκατέλειψα όταν, μακριά από όλους και από όλα, ήρθα  αντιμέτωπος με την αλήθεια μου, συνειδητοποιώντας την βαθιά μου αγάπη για την ζωγραφική – δεν μπορούσα τελικά να της ξεφύγω και αποφάσισα ότι μαζί της θέλω να πορευτώ από εδώ και πέρα. Ήταν μία στιγμή καθοριστική για μένα. Γράφτηκα αμέσως στο Κολλέγιο Τέχνης του Εδιμβούργου, το διάστημα που ήμουν εκεί, πήγαινα κάθε μέρα και ζωγράφιζα, με μεγάλη ελευθερία και πειραματισμό, και ήμουν ο ευτυχέστερος άνθρωπος του κόσμου. Αργότερα επέστρεψα στην Αθήνα και συνέχισα, ύστερα από εξετάσεις, στην Σχολή Καλών Τεχνών. Στο Βέλγιο βρέθηκα με το πρόγραμμα Erasmus της Ε.Ε, ως σπουδαστής ακόμα στην Α.Σ.Κ.Τ. Παρουσίασα εκεί την πρώτη μου ατομική έκθεση και πήρα μέρος σε δύο μεγάλες διεθνείς εκθέσεις, με μόνο διαβατήριο την δουλειά μου, την οποία ένιωσα να συμμετέχει και να διαλέγεται ισότιμα από την πρώτη στιγμή. Το έργο μου έτυχε θερμής υποδοχής και προσοχής, για αυτό και θεωρώ το Βέλγιο δεύτερή μου πατρίδα, που συνεχίζει ακόμα να με θρέφει.

Ζεύγμα, 2004. Σίδηρος, γύψος, ακρυλικά χρώματα, κουτάλια, ποτήρια 45x100x20 εκ.

  • Σε ένα μεγάλο μέρος της δουλειάς σας επανέρχεται συμβολικά το καράβι και το τρένο, φέρνοντας στην επιφάνεια μια διάθεση ταξιδιού και διαφυγής.

Είναι τα οχήματα για να πραγματοποιήσουμε ταξίδια. Και αν το μέσο είναι και το μήνυμα, τότε τα χρησιμοποιώ μεταφορικά όταν τα τοποθετώ στα έργα μου, θεωρώντας τα ίδια τα έργα ανοίγματα στην καινούργια φόρμα και κριτική, ταξίδια στην νέα δημιουργία, ποιότητες που για μένα, ένα έργο καλείται να φέρει.

  • Εκεί που ο καλλιτέχνης είναι έτοιμος να φύγει, υπάρχει κάτι ωστόσο που τον κρατάει στη γη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα στα έργα το αερόστατο που πάει να φύγει και πέφτει ή το airbus που δεν πετάει.

Είναι υπόμνημα στην ατελή ανθρώπινή μας φύση, δεν προτείνεται όμως ως ήττα η αδυναμία, αλλά αν θέλεις ως μέτρο της ταπεινότητάς μας. Ωστόσο, υπάρχει η πρόθεση και λαχτάρα για υπέρβαση αυτής της συνθήκης, με τον πιο καθαρό, ελπίζω, τρόπο και αυτό είναι ίσως αρκετό.

Ο δικός μου βαρκάρης, 1999 Μολύβι και κάρβουνο σε χαρτί, ξύλο, ύφασμα, σχοινί, 335 x 200 x 100 εκ.

  • Η ανάγκη για θαλπωρή και ασφάλεια, η αναζήτηση μιας συμβολικής εστίας, ενός καταφυγίου χαρακτηρίζει μια άλλη ενότητα από τα έργα σας στα οποία συναντάμε γλυπτικές εγκαταστάσεις και κατασκευές που έχουν ως θέμα το σπίτι, την κατοικία (π.χ. καλύβα).

Με ενδιαφέρουν τα αρχετυπικά σχήματα κατοίκησης και στο πλαίσιο αυτό τα έργα μου να μπορούν να ιδωθούν ως δοχεία η καταφύγια ζωής. Θέλω να κρατήσω το βλέμμα του θεατή σε μία πυκνωμένη εικόνα βιωμένων ιδεών και εμπειρίας με πολλαπλές αναφορές και όχι μονοσήμαντα ορισμένη. Ο τίτλος της πρώτης ατομικής μου έκθεσης στην Αθήνα, στην Γκαλερί Μπαταγιάννη, ήταν Πλανόδιες Δομές και Κατοικήσιμα Οχήματα – καταλαβαίνει κανείς από αυτόν ένα είδος προσανατολισμού της δουλειάς μου.

  • Η ανάγκη για φυγή και ταξίδι συνυπάρχει με την νοσταλγία για μια εστία χωρίς αυτό να σημαίνει ωστόσο απομόνωση. Σε πολλά έργα συναντάμε ως στοιχεία αντικείμενα όπως τα ποτήρια, τα κουτάλια που οδηγούν τον θεατή να υποθέσει πως υπάρχει μια αναζήτηση επικοινωνίας, αλληλοτροφοδοσίας και μοιράσματος.

Υπάρχουν όλες αυτές οι αναζητήσεις που αναφέρεις, ακόμα η επιθυμία για πληρότητα, η αίσθηση ότι τίποτα δεν έχει χαθεί, το αποτέλεσμα έχει συντελεστεί, τα βέλη έχουν βρει, αν θες, τον στόχο τους. Οι συμπτώσεις έχουν γίνει βεβαιότητες, η όποια πιθανή εντροπία έχει αποφευχθεί, συγκεκριμένα δομικά προβλήματα έχουν βρει τη λύση τους. Και από την άποψη αυτή, δεν πρόκειται για νοσταλγία κάποιας εστίας η πατρίδας, αλλά για τον προσδιορισμό ενός κέντρου και μιας ιδέας που με την διαλεκτική τους, εν δυνάμει αποκαλύπτουν και συνέχουν πολλά ποιητικά και απρόβλεπτα πεδία, προσανατολίζουν ανοίγοντας σημασίες και προοπτικές.

Γιώργος Λάππας. Η στάση του καλλιτέχνη είναι η στάση που δεν μπορεί να κρατήσει ένας άνθρωπος, 1992. Σίδερο, γύψος, ύφασμα, 200x60x70 εκ

  • Το έργο Ανατροφοδότηση του καλλιτέχνη, αποτελεί μέρος μιας εικαστικής εγκατάστασης σε εξωτερικό χώρο αλλά και ενέπνευσε την πρώτη σας ολοκληρωμένη σειρά έργων που παρουσιάστηκαν στην Α.Σ.Κ.Τ. Σε αυτό ο καλλιτέχνης εκτίθεται στον κίνδυνο αλλά βρίσκει και τη λύση, παραπέμποντας τον θεατή στην ελαστικότητα του καλλιτέχνη απέναντι στις δυσκολίες που συναντά.

Είναι άλλη μία αναφορά στην ίδια την καλλιτεχνική εργασία και την συνθήκη της. Ως θεμελιωτής εικόνας και νοήματος ο δημιουργός είναι σε εγρήγορση. Προνοεί και φροντίζει για την ιχνηλασία που επιχειρεί, ετοιμάζοντας και εξοπλίζοντας ανάλογα το έργο και τoν εαυτό του, προκειμένου να μεταδώσει το όραμά του στον κόσμο ως οπτικό υλικό.
Έχοντας την έγνοια και ευθύνη της αποστολής του, είναι σαν να παίζει τένις και από τις δύο όψεις του φιλέ, είναι ο βαρκάρης που κάνει ταυτόχρονα κουπί και πανί.

Καλλιτέχνης που πατά στη γη και κοιτά τον ουρανό, 2011 Μεικτή τεχνική σε χαρτί, 210 x 300 εκ.

  • Ο καλλιτέχνης ως υποκείμενο, πρωταγωνιστεί σε πολλά από τα έργα σας (Καλλιτέχνης που εφημερεύει, Καλλιτέχνης που πατά στη γη και κοιτά στον ουρανό, Καλλιτέχνης που προσανατολίζει το σώμα του έτσι ώστε να γεμίσει το κενό ανάμεσα από τα δύο σπίτια).

Αφορμή ήταν ένα γλυπτό του Γιώργου Λάππα που, θυμάμαι, με είχε συγκλονίσει με τίτλο «Η στάση του καλλιτέχνη είναι η στάση που δεν μπορεί να κρατήσει ένας άνθρωπος» όπου μία ανθρώπινη φιγούρα παίρνει μία τελείως ειδική και μάλλον άβολη θέση, προκειμένου να συναντηθεί με μία άλλη φιγούρα.
Αποφάσισα λοιπόν και εγώ, να σκεφτώ και να προτείνω ποιες πιθανές στάσεις καλλιτεχνών, θα μπορούσαν να υλοποιήσουν αυτήν την ειδική χειρονομία συνάντησης και επικοινωνίας – μέσα από ποια ξεχωριστή θέση μπορούσε να συμβεί αυτό το προκειμένου να, που άνοιγε τελικά την ίδια την προσέγγιση του καλλιτέχνη και μαρτυρούσε την εμβέλεια του οράματός του. Έτσι γεννήθηκε η συγκεκριμένη ενότητα των έργων, με όλες αυτές τις «ειδικές» στάσεις των καλλιτεχνών. Και υπάρχουν φορές που συχνά νιώθω και εγώ τον εαυτό μου, να περιέχει ταυτόχρονα πολλούς καλλιτέχνες μαζί.

Μικρή και μεγάλη μαούνα, 2010 Σίδηρος, ξύλο, ρητίνη, σιδηρόχρωμα, 45 x 154 x30 εκ.

  •  Έχετε πειραματιστεί με όλα τα εκφραστικά μέσα κατά τη διάρκεια της μέχρι τώρα πορείας σας (ζωγραφική, γλυπτική, εγκαταστάσεις, performance). Τι σημαίνει το καθένα από αυτά για εσάς;

Έχει να κάνει κάθε φορά, ποιο μέσο θεωρώ περισσότερο κατάλληλο, για να υπηρετήσει καλύτερα την ιδέα του έργου που έχω στο μυαλό μου. Και σε αυτήν την διαδικασία, αισθάνομαι μία ελευθερία – αν πρόκειται να είναι ένα σχέδιο τότε σχεδιάζω, αν καταλήξω ότι μια γλυπτική μορφή το φανερώνει καθαρότερα, τότε θα το κτίσω ανάλογα.
Αλλά πίσω από όλες αυτές τις εκδοχές, ενυπάρχει η ζωγραφική, ως καταγωγή και τοποθέτηση, με όλο το σεβασμό στην φύση και τις αξίες της. Έτσι και μαθητεύσεις μέσα της, καθορίζει την ματιά σου σε ό,τι και αν κάνεις, με κύρια στοιχεία της την ενότητα και αρμονία. Νομίζω ότι την ζωγραφική την ανακαλύπτω κάθε φορά από την αρχή, περιμένοντας να εκπλαγώ και εγώ, με μεγάλη μου χαρά, μαζί της. Και την γλυπτική την βλέπω με όρους ζωγραφικούς, φτιάχνω δομές επιδαπέδιες και επιτοίχιες με απόλυτα οργανωμένη διάταξη, ως μέτρο και αξία. Γι’ αυτό και συχνά αναρτώ τα γλυπτά μου σε τοίχους – αναφορά στο επίπεδο πλάνο και τις δύο διαστάσεις της ζωγραφικής και με την έννοια αυτή είναι σαν να αναιρώ την φύση τους, παρόλη την χρήση αντικειμένων και ομοιωμάτων. Συμβαίνει τότε μία σύνθεση τριών και δύο διαστάσεων με τα έργα να αποκτούν διπλή υπόσταση, να είναι χώροι μαζί και αντικείμενα. Όσο για τις performances που αναφέρεις, είναι μετρημένες στα δάκτυλα του ενός χεριού, δεν χαρακτηρίζουν καθόλου την καλλιτεχνική πρακτική μου και όταν τις χρησιμοποίησα τις είδα ως παγωμένες, σκηνοθετημένες εικόνες που παραπέμπουν ευθέως στην ζωγραφική. Δεν υπάρχει το στοιχείο της χρονικής εκδίπλωσής τους, ούτε έχουν τεκμηριωθεί με βίντεο, μόνο με φωτογραφίες, έτσι ώστε αργότερα να αποτελέσουν αφορμή για ζωγραφικά έργα και σχέδια. Στα εικαστικά προτιμώ το άμεσο αντίκτυπο από την εικόνα, θέλω να με συνεπάρει και να με  παρασύρει σχεδόν ακαριαία στην αρχή και μετά να την ανακαλύψω σιγά- σιγά, βαριέμαι τον χρόνο που απαιτεί η βίντεο τέχνη και οι λεγόμενες τέχνες του αρχείου. Προτιμώ να παρακολουθήσω ένα ιστορικό ντοκιμαντέρ, σε ανάλογη περίπτωση.

Performance στο εργαστήριο του καλλιτέχνη. Ο καλλιτέχνης έχει προσαρμόσει στο σώμα του ποτήρια που περιέχουν γάλα, από τα οποία άλλοτε πίνει και άλλοτε τα γεμίζει

  • Ως καλλιτέχνης έχετε επιλέξει να απέχετε από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media). Αποτελεί μια συνειδητή απόφαση; Έχοντας ζήσει τα χρόνια πριν την ραγδαία εξάπλωση των νέων τεχνολογικών μέσων, πώς βλέπετε την σημερινή χρήση τους στο χώρο της τέχνης; Πολλές φορές παρατηρούμε ότι οι διάφορες πλατφόρμες (facebook, instagram, tumblr κλπ.) αποτελούν ένα πεδίο επαφής των καλλιτεχνών με συλλέκτες ή με το ευρύτερο κοινό πολλές φορές. Πιστεύετε ότι μπορούν να βοηθήσουν στην επικοινωνία της δουλειάς ενός καλλιτέχνη ή αντίθετα αυτή η υπερέκθεση μπορεί να λειτουργήσει εν τέλει αρνητικά;

Είμαι αρνητικός, για να μην πω και εχθρικός σε όλη αυτήν την προσωπική υπερέκθεση – υπερπροβολή,. Δεν μπορώ να καταλάβω τον λόγο έκτασης αυτής της – δήθεν – επικοινωνιακής αμεσότητας και έκφρασης γνώμης, με θολά τα όρια δημόσιου και ιδιωτικού, για  αυτό απέχω και συνειδητά, τουλάχιστον από τα κοινωνικά δίκτυα. Περισσότερο μου μοιάζει ανελεύθερο το όλο σχήμα που, ζητώντας συνεχή ενημέρωση και τροφοδότηση, σε κρατά μάλλον δέσμιο της δημόσιας εικόνας σου – αυτοαναφορικό από τη μια αλλά και συναισθηματικά εξαρτημένο από μία απόρριψη η αποδοχή από την άλλη – χωρίς τον συνομιλητή διαλογικά απέναντί σου και άθελά σου έτσι, έστω και σε ένα ποσοστό, ετεροκαθοριζόμενο. Όσον αφορά τώρα το αντίστοιχο και απαραίτητο κομμάτι επικοινωνίας και προβολής της εργασίας μας, το θεωρώ κύρια αρμοδιότητα και φροντίδα των γκαλερί, καταστατικό εξάλλου χαρακτηριστικό της ίδρυσής τους στον, ούτως η άλλως, διαμεσολαβημένο κόσμο μας. Ο καθένας μας βέβαια κάνει ό,τι μπορεί και τιμά ανάλογα και τις επιλογές του.

Last modified: 04/03/2022