Γεννημένος το 1952, ο Αλέξανδρος Παπακωνσταντίνου σπούδασε αρχικά οικονομικά και στη συνέχεια ιστορία της τέχνης και ζωγραφική στην οποία και αφοσιώθηκε από τα 41 του χρόνια.
Χρησιμοποιώντας ποικίλα υλικά όπως λάδια, τέμπερες, ακουαρέλες, μελάνια και ρητίνες, μελετά τις διαφορετικές ζωγραφικές νοοτροπίες και το ρόλο του χρώματος, έχοντας για θέματά του τις νεκρές φύσεις, το πορτρέτο, την αυτοπροσωπογραφία και το τοπίο.
Τα έργα του χαρακτηρίζονται από έντονο ενδιαφέρον για την αρχιτεκτονική σύνθεση και διακρίνονται για την αίσθησή τους της πλαστικότητας, όσο η ιεραρχία των χρωμάτων και των αποχρώσεων είναι βασικό του μέλημα και εκφραστικό μέσο.
Κληρονόμος των χρωματικών ζωγράφων του παρελθόντος, εκφράζει με τον δικό του τρόπο τον όγκο και το φως πετυχαίνοντας τη σύνθεση ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αφαίρεση. Τα αναπαριστώμενα αντικείμενα στα έργα του είναι μεν αποκρυπτογραφήσιμα, αλλά αυτό που μοιάζει να έχει μεγαλύτερη σημασία για τον ίδιο είναι η γενική διάταξη και η έρευνα της παλέτας του, με τα βασικά χρώματα, τις υποδιαιρέσεις τους και τις αποχρώσεις τους.
Η ρέουσα ζωγραφικότητα στους πίνακές του εκφράζεται άλλοτε με πλούσια και άλλοτε με απαλά χρώματα (με έντονη την παρουσία των γκρίζων και των γήινων χρωμάτων) και οι πειραματισμοί σε ό,τι αφορά τον μορφικό σχεδιασμό δίνουν πίνακες άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο «πειθαρχημένους». Όσο για το γενικό κλίμα που κυριαρχεί στο έργο του, είναι ένα κλίμα αρμονίας και νηφαλιότητας που εμπεριέχει το λυρικό στοιχείο.
Αυτό που εντυπωσιάζει στην πορεία του Αλέξανδρου Παπακωνσταντίνου είναι ότι ακριβώς επειδή μπορεί να «κάνει τα πάντα», δεν είναι δυνατόν να τον κατατάξεις σε κάποιο ζωγραφικό κίνημα. Στην εξέλιξή του, μπορούμε να διακρίνουμε την πυρετώδη έρευνα που κυριαρχεί και τη μελέτη των παλιών Δασκάλων, του Σεζάν, των κυβιστών αλλά και, γενικά, των πλαστικών προθέσεων που δεν σταματούν να ποικίλουν σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα. Ο ζωγράφος είναι ικανός να εκφράσει τις μεταφυσικές του ανησυχίες με όλους τους πιθανούς τρόπους και το κάνει. Έτσι, μας δείχνει ότι δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να εκφράσει κανείς την αλήθεια του και πως αυτό που έχει σημασία είναι να την εκφράζει απελευθερωμένος από την επανάληψη της «τυποποίησης» που κάποιοι βαφτίζουν «προσωπικό ύφος».
Είναι κρίμα που επέλεξε να αδιαφορήσει από το 2000 για την προώθηση και εμπορική εκμετάλλευση του έργου του γιατί έτσι δεν μπορούμε να παρακολουθήσουμε τις τωρινές του ζωγραφικές αναζητήσεις.
Last modified: 10/10/2017