Ο Άκης Ράπτης έγινε γνωστός με την έκθεσή του στο Bayerpost Munich καθώς και με την έκθεση «Το Φως στην Παλιά Πόλη του Ρεθύμνου» που έγινε στο Τέμενος του Ιμπραΐμ Χάν υπό την αιγίδα του Μουσείου σύγχρονης Τέχνης της Κρήτης. Έχοντας μελετήσει καλλιτέχνες όπως η Όπυ Ζούνη, ο Μιχάλης Μιχαηλίδης, ο Κωνσταντίνος Ξενάκης και ο Γιάννης Μόραλης, δημιουργεί τη δική του προσωπική γραφή.
Στη ζωγραφική του, είτε πρόκειται για λάδια και ακρυλικά σε καμβά ή σε ξύλο είτε για μολύβια σε χαρτί, η οργάνωση του χώρου γίνεται με απαράβατο κανόνα την τάξη και το ρυθμό, την αυστηρή εναλλαγή γεωμετρικών σχημάτων και την εξαιρετικά λιτή χρήση των χρωμάτων, ενώ παράλληλα διερευνά την τρίτη διάσταση. «Ο άνθρωπος έχει την ανάγκη να διαισθάνεται τα πράγματα σε τρεις διαστάσεις», λέει ο ίδιος. «Και αυτό θέλω να του μεταφέρω, με άπειρες στρώσεις από χρώμα».
Το ύφος του χαρακτηρίζεται από αυστηρή γεωμετρία, εγκεφαλικότητα στην επιλογή του χρώματος, μετάβαση από τις δύο στις τρεις διαστάσεις και αρχιτεκτονική αίσθηση του τόπου που περιγράφει.
Στην τελευταία του δουλειά συναντάμε πίνακες που απεικονίζουν τη φύση. Τα δάση του, το χιόνι, η βροχή, απεικονίζονται με λογική και ευαισθησία. Με ευθείες γραμμές, συλλαμβάνει την οπτική εντύπωση που γεννάει ένα τοπίο αντί να επιχειρήσει μία πραγματική αναφορά σ’αυτό, καταγράφοντας την αίσθηση των χρωμάτων της φύσης. Δουλεύει με μία έντονη χρωματική κλίμακα, με αντιθέσεις και συγκρούσεις, όσο προσπαθεί να εισχωρήσει στους πλαστικούς και αισθητικούς προβληματισμούς της ιδέας που θέλει να απεικονίσει. Τα θέματά του τα προσεγγίζει με απλότητα και αφήνει το θεατή να κάνει τη δική του περιπλάνηση στο χρώμα.
Ρεαλισμός και γεωμετρία ενώνονται στο έργο του για να έχει το αποτέλεσμα που θέλει. Ο ίδιος πιστεύει στην ορθολογική δομή του ανθρώπου και του συναισθήματος και αυτό το μεταφέρει στη δουλειά του.
Ο ίδιος λέει: «Μπορώ να δω τα πράγματα από διπλό πρίσμα. Από τη μία, την αναγκαιότητα του ορθολογισμού και, από την άλλη, την έντονα συναισθηματική αντιμετώπιση των καταστάσεων. Αυτό αντανακλάται και στα έργα μου. Η μοιραία συμπόρευση με τον ορθολογισμό και η αναγκαιότητα εξανθρωπισμού της κοινωνίας αποτελεί το κέντρο του προβληματισμού μου».
Αυτό που καταφέρνει είναι να γίνεται και ορθολογικά γεωμετρικός, αλλά και λυρικός, αποδίδοντας με μεγάλη ικανότητα την απεραντοσύνη του χώρου, εσωτερικού και εξωτερικού, μεταφέροντας στον θεατή τη βαθύτερη πνευματική εικόνα του κόσμου.
Last modified: 21/03/2015