Χάρης Γιακουμής: Τη φωτογραφία τη διαβάζουμε όπως και το κείμενο

Μαρία Ξυπολοπούλου
Φιλόλογος – Συντ. Θεμάτων Πολιτισμού

ΣΤΗΝ ΑΚΡΟΠΟΛΗ 1933Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων, το ανακαινισμένο Μουσείο Ηρακλειδών άνοιξε τις πόρτες του και ο επιμελητής της φωτογραφικής έκθεσης Μεταμορφώσεις των Αθηνών, Χάρης Γιακουμής, ξενάγησε το κοινό που βρέθηκε εκεί από νωρίς το πρωί. Η έκθεση Μεταμορφώσεις των Αθηνών – Φωτογραφικό οδοιπορικό 1839-1950 ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2014 και έχει παρατείνει τη διάρκειά της έως τις 19 Ιουλίου 2015, εμπλουτίζοντας κατά καιρούς τη μόνιμη έκθεση με νέες φωτογραφίες.

Στις Μεταμορφώσεις των Αθηνών ο επισκέπτης μπορεί να παρακολουθήσει τις οικοδομικές φάσεις της Αθήνας και να στοχαστεί πάνω στις διαρκείς μεταμορφώσεις του αστικού τοπίου. Γνωστά τοπόσημα της Αθήνας, τα μεγάλα δημόσια νεοκλασικά κτίρια, σκηνές δρόμου, οι λόφοι και το ιστορικό τοπίο της πόλης, προβάλλονται με συνεχείς εναλλαγές που δίνουν τροφή για σκέψη, για το σήμερα. Η φωτογραφία λειτουργεί ως δίαυλος μιας ιστορικής μνήμης, ως οπτική μαρτυρία της εθνικής κληρονομιάς, τοπίων, που έχουν αλλάξει, αλλοτριωθεί ή και καταστραφεί. Μοιάζει να αποτελεί το μόνο μέσο για να βρούμε ξανά ίχνη ενός χαμένου παρελθόντος, ένα μοναδικό παράθυρο σε ένα κόσμο που έχει αλλάξει. Η φωτογραφική αισθητική δεν εμποδίζει την τεκμηρειωτική λειτουργία   του οπτικού υλικού, αντίθετα, συμβάλλει στην ενίσχυση της δυναμικής του. Η φωτογραφία έρχεται, λοιπόν,  σήμερα,  να παγιώσει μια μνήμη και να συμβάλλει στην κατανόηση των σύγχρονων τοπίων ως ιστορικές αναφορές του χθες.
ΧΑΡΗΣ ΓΙΑΚΟΥΜΗΣΗ παρατήρηση κάθε φωτογραφίας οδηγεί στην οπτική ανάγνωση μιας άλλης εποχής. Η πρώτη από τις λαϊκές χρήσεις της φωτογραφίας είναι η απομνημόνευση των επιτευγμάτων ατόμων τα οποία θεωρούνται μέλη επιφανών οικογενειών. Οι φωτογραφικές μηχανές μοιάζουν να συμβαδίζουν με την οικογενειακή ζωή.  Μέσω των φωτογραφιών κάθε οικογένεια κατασκευάζει ένα πορτρέτο χρονικό του εαυτού της- μια φορητή συλλογή εικόνων η οποία αποτελεί μάρτυρα της συνέχειάς της. Οι φωτογραφίες προσφέρουν στους ανθρώπους τη φανταστική κατοχή ενός μη πραγματικού παρελθόντος. Μετατρέπουν την εμπειρία σε εικόνα, σε ενθύμιο.
Μεγαλοαστοί αλλά και καθημερινοί άνθρωποι βρίσκονται ανάμεσα στις αναπαραστάσεις που θα συναντήσουμε, καθώς και τοπία που ο φωτογραφικός φακός αποθανάτισε και κράτησε ζωντανά έως σήμερα. Φωτογραφίες στις οποίες απεικονίζεται η γειτονιά του Βρυσακίου λίγο πριν κατεδαφιστεί έχουν ιδιαίτερο συναισθηματικό αντίκτυπο στους θεατές. Η φωτογραφία αποτελεί ακαταμάχητη απόδειξη πως κάτι δεδομένο υπήρξε, συνέβη. Όταν το γεγονός έχει τελειώσει η εικόνα  συνεχίζει να υπάρχει, αποδίδοντας στο γεγονός ένα είδος αθανασίας και σπουδαιότητας που δεν θα απολάμβανε διαφορετικά.
Το τι βλέπουν αυτοί οι άνθρωποι που κρύβονται πίσω από το φακό δεν το γνωρίζουμε και δεν έχει σημασία. Είναι ένα Γεγονός∙ κάτι που αξίζει να ιδωθεί – και συνεπώς να φωτογραφηθεί. Ο φωτογράφος στέκεται πίσω από τη μηχανή του δημιουργώντας το συστατικό στοιχείο ενός άλλου κόσμου: του κόσμου – εικόνα ο οποίος σκοπεύει να επιζήσει περισσότερο απ όλους μας. Ο χρόνος θα είναι τελικά αυτός που θα τοποθετήσει τις περισσότερες φωτογραφίες ακόμη και τις πιο ερασιτεχνικές στο επίπεδο της τέχνης.
Ο πιο συνετός από τους αισθητικούς του 19ου αιώνα, ο Μαλλαρμέ, είπε, πως τα πάντα στον κόσμο υπάρχουν για να καταλήξουν σ’ ένα βιβλίο. Σήμερα τα πάντα υπάρχουν για να καταλήξουν σε μια φωτογραφία.
ΑΡΤΟΠΩΛΕΙΟ ΧΡΥΣΗ ΚΑΡΔΙΑΣτο χώρο της έκθεσης θα βρούμε ειδικά μηχανήματα που συμβάλλουν στο να προσεγγίσει ο θεατής τη φωτογραφική πρακτική. Ίσως από τα στοιχεία επιμέλειας που διαφοροποιούν την συγκεκριμένη έκθεση φωτογραφίας από άλλες που λαμβάνουν χώρα αυτή τη στιγμή στην πόλη και της χαρίζουν πρωτοτυπία. Πρόκειται λοιπόν για μια έκθεση που δεν στέκεται μόνο στο να βγάλει από τα συρτάρια  ένα ιστορικής αξίας φωτογραφικό υλικό αλλά ταυτόχρονα στοχεύει στον εκδημοκρατισμό κάποιων φωτογραφικών πρακτικών και στην εξοικείωση του κοινού με αυτές. Μέσα από το οδοιπορικό βλέπουμε πώς άλλαξε το αστικό τοπίο αλλά και οι άνθρωποι που το απαρτίζουν. Ο θεατής οδηγείται σταδιακά μέσα από την φωτογραφική περιπλάνηση από τη μια αίθουσα στην άλλη, στη δημιουργία μιας προσωπικής αφήγησης της ιστορίας της πόλης και των κατοίκων της.  Τον εκθεσιακό χώρο πλαισιώνουν επίσης αποσπάσματα από τα κείμενα των περιηγητών που επισκέφτηκαν τον 19ο αιώνα την Ελλάδα, συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός διαλόγου μεταξύ του γραπτού λόγου ξένων επισκεπτών που είδαν την πόλη  και της φωτογραφικής εικόνας των Ελλήνων φωτογράφων.
ΑΘΗΝΑΟ  γεννήθηκε το 1959 στην Κύπρο. Είναι ιστορικός τέχνης και διδάκτορας αισθητικής και τεχνολογίας της εικόνας του Πανεπιστημίου του Παρισιού. Τον ενδιαφέρει ιδιαίτερα η παλαιά φωτογραφία, η φωτογραφία στον ελληνικό χώρο και η σχέση μεταξύ τέχνης και φωτογραφίας, θέματα για τα οποία έχει εκδώσει ήδη αρκετά βιβλία (ανάμεσά τους και τα βιβλία της σειράς «Τέχνη και φωτογραφία», για τις εκδόσεις Ποταμός στην Αθήνα και Picard στο Παρίσι).

Ποιοι είναι οι δημιουργοί των φωτογραφιών που συναντάμε στην έκθεση;
Το Οδοιπορικό ξετυλίγεται κυρίως μέσα από τη ματιά των πρώιμων Ελλήνων φωτογράφων. Ανάμεσά τους, ο Πέτρος Μωραΐτης, ο Φίλιππος Μαργαρίτης και ο Δημήτρης Κωνσταντίνου. Στο δεύτερο όροφο συναντάμε φωτογραφίες της Nellys.
Μια πτέρυγα του πάνω ορόφου είναι ειδικά αφιερωμένη στη ματιά κάποιων σύγχρονων Ελλήνων φωτογράφων της ομάδας του δημοσιογράφου – αθηναιογράφου Νίκου Βατόπουλου. Ωστόσο, υπάρχουν και φωτογραφίες ξένων δημιουργών εγκατεστημένων στην Ελλάδα το 1839 – 1950 (Baron Des Granges, William James Stillman κ.α.)  καθώς και ανώνυμων φωτογράφων.

Οι φωτογραφίες της έκθεσης προέρχονται από την προσωπική σας συλλογή καθώς και από συλλογές άλλων συλλεκτών όπως των Πιερ Ντε Ζιγκόρτ, Θόδωρου Θεοδώρου, Μιχάλη Τσάγκαρη, Νίκου Βατόπουλου καθώς και του ζεύγους Παύλου και Μπελίντας Φυρού. Θα ήθελα να μας μιλήσετε λίγο για τα κίνητρα που οδηγούν κάποιον στη συλλογή φωτογραφιών.
ΑΘΗΝΑ 1
Η συλλογή αυτή προέκυψε μέσα από τις ανάγκες της ίδιας της  ιστορικής έρευνας και μελέτης που πραγματοποιούσα σπουδάζοντας και αργότερα ως ιστορικός της φωτογραφίας. Δεν υπήρξε λοιπόν κάποια «συλλεκτική μανία». Ξεκίνησε ως μια συλλογή αρχειακού υλικού απαραίτητου για την έρευνά μου. Στη συνέχεια, βέβαια υπήρξαν και στιγμές που επεδίωξα να αποκτήσω και κάποιες φωτογραφίες με ιδιαίτερη συλλεκτική αξία. Ένας μεγάλος αριθμός  φωτογραφιών της προσωπικής μου συλλογής αποκτήθηκε από τη γαλλική αγορά και όχι από την ελληνική όπως θα μπορούσε να φανταστεί κανείς. Δυστυχώς πολλές πλάκες και τυπώματα έχουν χαθεί από την Ελλάδα.

Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου κατακλυζόμαστε από την ευτελή φωτογραφική εικόνα. Κατά πόσο το ελληνικό κοινό είναι εξοικειωμένο με τη φωτογραφική αισθητική και την ιστορία της φωτογραφίας;
Αντιθέτως. Θα έλεγα πως η σημερινή εποχή βοηθάει το δίχως άλλο στην εξοικείωση με τη φωτογραφία και ιδιαίτερα τους νέους που έρχονται καθημερινά σε επαφή με συσκευές προηγμένης τεχνολογίας. Τη φωτογραφία τη διαβάζουμε όπως και το κείμενο. Αυτό που χρειάζεται κανείς εκτός από τις γνώσεις, είναι κώδικες και εργαλεία ερμηνείας. Η δημοσίευση φωτογραφιών σε διαδικτυακούς ιστιότοπους ενίοτε συμβάλλει στην εξοικείωση του κοινού με τη φωτογραφική μορφή. Ωστόσο, αρκεί το διαδίκτυο να χρησιμοποιείται έτσι ώστε να μην σκοτώνει τη δημιουργία των βιβλίων.

Ποια κριτήρια καθόρισαν την τελική επιλογή των φωτογραφιών που συναντάμε στον εκθεσιακό χώρο;
Μια από τις βασικές επιδιώξεις της έκθεσης είναι η ανάδειξη των πρώιμων και μεταγενέστερων Ελλήνων φωτογράφων. Συχνά επικεντρωνόμαστε στη μελέτη και στο θαυμασμό των ξένων δημιουργών και έργων και ξεχνάμε την πλούσια καλλιτεχνική ελληνική παραγωγή, αφήνοντάς την ανεκμετάλλευτη. Νιώθω χαρά γνωρίζοντας ότι έχω συμβάλλει στην ανάδειξη του φωτογράφου, Δημήτριου Κωνσταντίνου τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και στο εξωτερικό.
ΗΛΙΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΛΕΩΑΣ, ΕΚΠΛΗΡΩΣΗΣε καμία περίπτωση, μιας και μιλάμε για φωτογραφίες που αποτελούν μέρος συλλογών, η επιλογή δεν καθορίστηκε από εμπορικά κριτήρια. Στην έκθεση μπορούμε να συναντήσουμε φωτογραφίες που η αξία τους κυμαίνεται από ένα μόλις ευρώ έως και πολύ υψηλά ποσά. Οι φωτογραφίες που επιλέχτηκαν, λειτουργούν σαν ένα συνολικό σώμα στην αφήγηση της ιστορίας της Αθήνας από το 1849 – 1950 μέσα από το φακό και το οπτικό μέσο. Μάλιστα, οι επισκέπτες έχουν την ευκαιρία να δουν και αυθεντικές δαγκεροτυπίες,  μια τεχνική που δεν χρησιμοποίησαν οι Έλληνες φωτογράφοι.

Πώς προέκυψαν οι συγκεκριμένες φωτογραφίες; Υπήρχε από τους  ίδιους τους  φωτογράφους η διάθεση για αρχειακή καταγραφή της πόλης;
Στην έκθεση το αρχικό σώμα φωτογραφιών αποτελούταν από τοπία της Αθηναϊκής πόλης. Στην πορεία έγιναν προσθήκες στο χώρο με φωτογραφίες που να περιέχουν και το ανθρώπινο στοιχείο. Η πρόθεση του φωτογράφου ήταν να καταγράψει την εποχή του. Βλέπουμε πώς η ιστορία της φωτογραφίας πλέκεται στο κοινωνικό-πολιτικό πλαίσιο της εποχής.
Αρχικά, το ίδιο το φωτογραφικό μέσο είχε τους δικούς του περιορισμούς. Στην πρώιμη περίοδο, δηλαδή γύρω από τα 1850 με 1870 χρειαζόταν περίπου 5-10 δευτερόλεπτα για να αποτυπωθεί μια φωτογραφία. Ήταν επίσης αδύνατη η μεγέθυνση, όλες οι φωτογραφίες του 19ου αιώνα της έκθεσης έχουν το μέγεθος της φωτογραφικής πλάκας.  Αργότερα, ακολουθώντας την εξέλιξη του μέσου, βλέπουμε μια σειρά από cartes de visite. Ωστόσο, σε αυτές θα παρατηρήσουμε ότι απεικονίζονται κυρίως επιφανείς φιγούρες της Αθηναϊκής αστικής κοινωνίας καθώς τον πρώτο καιρό κόστιζε ακριβά μια φωτογραφία πορτρέτο. Αυτές οι φωτογραφήσεις λαμβάνουν χώρα στα στούντιο των φωτογράφων.

Βιργινία Φιλιππούση, ατελίέ ζωγράφουΣιγά – σιγά ανεβαίνοντας και στο δεύτερο όροφο, θα δούμε πως καταλήγουμε στον 20ο αιώνα να βλέπουμε στις φωτογραφίες να απεικονίζονται και πιο απλοί άνθρωποι. Σε αυτή την περίπτωση θα δούμε ότι προτιμάνε συνήθως να ποζάρουν μπροστά σε κάποιο μνημείο αρχαιότητας.
Κάθε βλέμμα που κοίταξε το φακό τότε έρχεται σήμερα μπροστά στα δικά μας μάτια που κοιτάνε αυτές τις φωτογραφίες. Με το ταλέντο του φωτογράφου, η φωτογραφία καταφέρνει να παγώσει μια στιγμή στο χρόνο. Είναι εντυπωσιακό, αν σκεφτούμε πως πολλά από αυτά τα ανώνυμα πρόσωπα που απεικονίζονται σε κάποιες από τις φωτογραφίες, έχουν γίνει σήμερα πλέον μουσειακά, με την ένταξη του φωτογραφικού αρχείου στα μουσεία και την έκθεσή του. Σταδιακά λοιπόν περνώντας από το τοπίο ο άνθρωπος και στη συνέχεια ο απλός κόσμος έρχεται να γίνει θέμα, μνήμη.

Με ποιο τρόπο η φωτογραφία δίνει υλική υπόσταση στη συλλογική μνήμη;
Η φωτογραφία έχει την ικανότητα να μας ταξιδέψει χάρη στην αληθοφάνεια της εικόνας μέσα στο χρόνο. Έχει την ικανότητα να τεκμηριώνει επίσης ότι κάτι συνέβη, ότι κάτι υπήρξε που πιθανότητα σήμερα να μην υπάρχει πια. Συνδέοντας λοιπόν τη φωτογραφία με τη μνήμη, αρκεί να θυμηθούμε ότι μητέρα των Μουσών υπήρξε η Μνημοσύνη. Αυτό νομίζω απαντάει και στο εάν η φωτογραφία είναι ή όχι τέχνη. Άλλωστε, όπως μπορούμε να δούμε στην έκθεση, οι φωτογραφίες αν και χρησιμοποιούνται ως ιστορικό υλικό  δεν στερούνται της καλλιτεχνίας και της δεξιοτεχνίας των φωτογράφων.

 

Τάσος Ανδρέου – Χάρης Γιακουμής: Μεταμορφώσεις των Αθηνών

 

Ο φωτογραφικός φακός διαθέτει τη μαγική ιδιότητα να αποτυπώνει σε μια στιγμή το θέμα της φωτογράφισης, το οποίο μεταφέρεται διαχρονικά στους μεταγενέστερους, μετά την εκτύπωσή του στο χαρτί, ως πιστή και αξιόπιστη μαρτυρία.
BIBLIOΠριν από την εφεύρεση της φωτογραφικής μηχανής, οι αναπαραστάσεις ήσαν δυνατές μόνο χάρη στην καλλιτεχνική δεξιοτεχνία του ζωγράφου, του χαράκτη ή του γλύπτη. Η πιστότητα όμως ήταν σχετική, γιατί συχνά ο καλλιτέχνης επιδίωκε στο έργο του την εξιδανίκευση.
Αντιθέτως, στη φωτογραφία, τουλάχιστον στα πρώτα της βήματα, το ενδεχόμενο αυτό ήταν πρακτικά αδύνατον. Η πιστότητα της αποτύπωσης μιας μορφής μέσω του φωτογραφικού φακού ήταν αναπόδραστη και άρα δεδομένη.
Η έκφραση λοιπόν της ευαισθησίας του έμπειρου φωτογράφου περιοριζόταν πλέον στην επιλογή της κατάλληλης θέσης για το φωτογραφιζόμενο θέμα και τον φακό, στον σωστό φωτισμό, στη γωνία λήψης και στην κατάλληλη ώρα, όταν επρόκειτο για υπαίθρια φωτογράφιση.
Αξιόπιστη μαρτυρία του παρελθόντος η φωτογραφία, εκτός από τα πρόσωπα, αποτύπωσε και απόψεις οικισμών τους οποίους συχνά φυσικές ή πολεμικές καταστροφές εξαφάνισαν ολοσχερώς από τον τόπο και τον χρόνο.
μεταμορφωσεις 1Η νεότερη Αθήνα αποτελεί ιδιαίτερη περίπτωση ως προς την πολεοδομική και την οικιστική της ανάπτυξη. Η ιστορία τη σεβάστηκε και δεν γνώρισε δραματικές καταστροφές από σεισμούς ή πολεμικές αναμετρήσεις, όπως τόσες άλλες πόλεις εντός ή εκτός της ελληνικής επικράτειας.
Η απότομη όμως πληθυσμιακή της αύξηση στα σκληρά μεταπολεμικά χρόνια, καθώς και η συνακόλουθη οικοδομική έκρηξη με την αντιπαροχή, επηρέασαν καθοριστικά τη σύγχρονη μορφή της. Μεμονωμένα αξιόλογα κτίρια ή αρχιτεκτονικά σύνολα αντικαταστάθηκαν από απρόσωπες, ως επί το πλείστον, πολυκατοικίες, προκαλώντας την απαξίωση της πόλης από τους ίδιους τους κατοίκους της.
Αργότερα, πολλά μεγαλοαστικά μέγαρα της Πλατείας Συντάγματος και της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας, τα μεσοαστικά νεοκλασικά της Νεάπολης ή της περιοχής των Πατησίων παραδόθηκαν στη σκαπάνη και υπέκυψαν στην επέλαση της νέας υπό διαμόρφωση οικιστικής πραγματικότητας. Όσα διατηρήθηκαν, βρέθηκαν εγκλωβισμένα ανάμεσα σε πολυώροφες και ακαλαίσθητες συμπληγάδες.
Κάποιες γειτονιές γλίτωσαν από τη συστηματική ανοικοδόμηση (συχνά επειδή ήσαν υποβαθμισμένες) και αποτελούν σήμερα ανάσες στον πυκνό πολεοδομικό ιστό της πόλης.
βιβλιοΟι σπάνιες αυτές φωτογραφίες της πρωτεύουσας, που προέρχονται από αρχεία και ιδιωτικές συλλογές, εκφράζουν ως μαρτυρίες την ανάγκη για επανασύνδεση της νεότερης Αθήνας με τα μνημεία της κλασικής ιστορίας της και μαρτυρούν ότι παλιά ακόμη και το ταπεινότερο σπίτι στις γειτονιές της διεκδικούσε, με τις παραστάδες και τα ακροκέραμά του, κάτι από το κλέος της αρχαιότητας.
Πολλά εμβληματικά κτίρια της Αθήνας, εκτοπισμένα προ πολλού από το κέντρο του ενδιαφέροντος, διεκδικούν, με τη βοήθεια του βιβλίου αυτού, μια θέση στη μνήμη των αναγνωστών του και τους βοηθούν να αναπαραστήσουν νοητά την πρότερη μορφή της πόλης, έτσι όπως την έζησαν οι παλαιότεροι κάτοικοι και επισκέπτες της.

Τάσος Ανδρέου – Χάρης Γιακουμής  
Από το βιβλίο Μεταμορφώσεις των Αθηνών, Kallimages, 2014

Last modified: 30/05/2015